Κυριακή Ζʼ Λουκά: Η δύναμη του Θεού και η πίστη του ανθρώπου (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 




(Λουκ. η’ 41-56)

Όταν οι ακτίνες του ήλιου πέφτουν σ’ ένα βράχο, τον κάνουν να λάμπει. Όταν η φλόγα αγγίξει ένα άκαφτο κερί, το ανάβει. Όταν ο μαγνήτης αγγίξει ένα μεταλλικό αντικείμενο, το μαγνητίζει. Όταν το ηλεκτροφόρο καλώδιο αγγίξει ένα συνηθισμένο σύρμα, και τα δυο τους ηλεκτρίζονται.
Όλες αυτές οι φυσικές ενέργειες δεν είναι παρά εικόνες ή πνευματικά φαινόμενα. Όλα όσα συμβαίνουν στον εξωτερικό κόσμο, είναι απλά η εικόνα όσων γίνονται στον εσωτερικό. Ολόκληρη η εφήμερη φύση είναι σαν ένα όνειρο, σε σχέση με την εσωτερική πραγματικότητα, σαν ένα παραμύθι, όταν μιλάμε με όρους αιώνιας ζωής.
Η ψυχή είναι η πραγματικότητα του σώματος. Ο Θεός είναι η πραγματικότητα της ψυχής. Όταν ο Θεός αγγίζει την ψυχή, την ζωοποιεί, της μεταδίδει την δράση. Όταν η ψυχή αγγίζει το σώμα, κάνει το ίδιο. Το σώμα λαβαίνει φως, ζεσταίνεται, δέχεται μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση από την ψυχή. Όταν η ψυχή αναχωρεί από το σώμα, όλ’ αυτά χάνονται, εξαφανίζονται. Η ψυχή δέχεται από το Θεό έναν ειδικό φωτισμό, θέρμη, μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση. Κι όλ’ αυτά χάνονται όταν η ψυχή χωρίζεται από το Θεό.

Υπάρχει άνθρωπος σ’ ολόκληρο τον κόσμο που όταν αγγίζει μια νεκρή ψυχή την επαναφέρει στη ζωή, της μεταδίδει φως και θερμότητα, μαγνητισμό και ηλεκτρισμό από την πηγή της ζωής; Υπάρχει κάποιος σ’ ολόκληρο τον κόσμο, από την αρχή της ιστορίας του ανθρώπου, που όταν άγγιξε ένα νεκρό σώμα το έκανε να σηκωθεί, να μιλήσει και να περπατήσει; Σίγουρα πρέπει νά ‘χει υπάρξει. Διαφορετικά ο ήλιος κι η γη, ο χειμώνας κι η άνοιξη, ο μαγνήτης κι ο ηλεκτρισμός κι όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο, θα ήταν η φαντασία κάποιου που δεν υπάρχει, η σκιά κάποιου ανύπαρκτου όντος, ένα όνειρο, μακριά από την πραγματικότητα. Πρέπει να έχει υπάρξει. Διαφορετικά ο Κύριος Ιησούς Χριστός δε θα είχε εμφανιστεί στη γη. Εμφανίστηκε για να παρουσιάσει στους ανθρώπους την...

Αγιος Δημήτριος: Πως έσωσε την Θεσσαλονίκη.

Σχετική εικόνα
”Και δεν τον έβλεπον τον Αθλοφόρον μόνον οι πολίται της πόλεως αλλά και αυτοί οι εχθροί, οι οποίοι κατελαμβάνοντο υπό τρόμου και διεσκορπίζοντο. Όταν ηρώτων μετά την νίκην τους αιχμαλώτους διατί έφυγον, εκείνοι απεκρίνοντο:«Είδομεν ένα άνδρα ξανθόν και λαμπρόν, ο οποίος εκάθητο επί λευκού ίππου και εφόρει ιμάτιον λευκόν»… ῏Ησαν φοβεραί αι ημέραι, κατά τας οποίας ο άγγελος του Κυρίου εκάλει τον Άγιον Δημήτριον να εγκαταλείπη την πόλιν του.
Άγριοι και πολυάριθμοι επιδρομείς επήρχοντο εναντίον της Θεσσαλονίκης, οι Σλαύοι, ο μεγαλύτερος κίνδυνος της μεσαιωνικής ημών αυτοκρατορίας.
Από τον 2ον-3ον αιώνα μ. Χ. αρχίζουν οι Σλαύοι ως χείμαρρος ακράτητος να κατέρχωνται προς την χερσόνησον του Αίμου. ῾Επί τέσσαρας πέντε αιώνας αι επιδρομαί των διασπείρουν την φρίκην και τον τρόμον εις τας ελληνικάς χώρας.
Ήλθεν εποχή τον 7ον αιώνα, ότε οι Σλαύοι είχον καλύψει όλην την ῾Ελληνικήν χερσόνησον. Και εκινδύνευε τότε το Έθνος ημών τον μέγιστον των κινδύνων.
Αλλά προπύργιον αγέρωχον όλης της ῾Ελληνικής φυλής υψώθη τότε επί δύο αιώνας η μεγάλη Θεσσαλονίκη. Και εις τα κολοσσιαία αυτής τείχη εθραύσθησαν τα πελώρια κύματα του σλαυικού χειμάρρου.
Από πολυαρίθμους φυλάς αποτελούμενοι οι Σλαύοι της Μακεδονίας, σύροντες μεθ’ εαυτών και άλλα βαρβαρικά φύλα, ως τους Αβάρους, τους Βουλγάρους, αρχίζουν από τα μέσα του 6ου αιώνος, επί’ αυτοκρατορίας ᾽Ιουστινιανού, τους φοβερούς πολέμους προς κατάληψιν της Θεσσαλονίκης.
᾽Επί δύο όλους αιώνας, από τον 6ον έως τον 8ον, κάθε ολίγον επιπίπτουν λυσσαλέοι εναντίον της πόλεως.
Εξ πολέμους επεχείρησαν εναντίον αυτής, εις ένα μάλιστα όχι μίαν, αλλά τρεις φοράς επολιόρκησαν την πόλιν.
Αμέτρητα είναι τα πλήθη των πολιορκητών, έφθασαν και έως εκατόν χιλιάδες. Νομίζεις ότι ήσαν «άλλος στρατός του Ξέρξου». ῾
Ως «νιφάδες της χιόνος» πίπτουν επάνω εις την πόλιν και, όπως η άμμος περικλείει την θάλασσαν, ομοίως και οι πολιορκηταί περιζώνουν τα τείχη, ως μία «θανατηφόρος στεφάνη »περισφίγγουν την πόλιν.
Όλα τα όπλα, τα μηχανήματα της πολιορκίας φέρουν μαζί των και, φοβερώτερον από αυτά, την αγριότητα και την μανίαν των, διότι ήσαν «θηριώδη ανήμερα φύλα». Πολλούς σφοδρούς πολέμους υπέστη η πόλις από τους βαρβάρους, λέγουν οι παλαιοί, αλλά δεν υπέστη σφοδροτέρους από τους πολέμους εκείνους των Σλαύων.
Αλλ᾿ η μεγάλη πόλις έχει ισχυρά τα τείχη αυτής και ...

«Δεν πίστευα στον Θεό»

Σχετική εικόνα
Δεν πίστευα στον Θεό. Όταν ήρθε η ώρα για το στρατό, η μητέρα μου, που συχνά πήγαινε στην εκκλησία και προσευχόταν για μένα, μου έδωσε ένα κομμάτι χαρτί με μια προσευχή γραμμένη πάνω της και είπε: «Γιε μου ας είναι πάντα μαζί σου.»
Αργότερα έμαθα ότι στο κομμάτι χαρτί υπάρχει ο 90ος ψαλμός. Κατόπιν έγινα αλεξιπτωτιστής . Ο στρατός δεν επιτρέπει να έχει επιπλέον τσέπες, και έβαλα την προσευχή στην επένδυση του χιτώνα στον αριστερό ώμο.
Το πρώτο άλμα με αλεξίπτωτο.
Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που, έχοντας φτάσει στην άβυσσο του εναέριου χώρου, έσυρα το δαχτυλίδι – και … το αλεξίπτωτο δεν άνοιξε.
Τράβηξα το δαχτυλίδι του ανταλλακτικού αλεξίπτωτου – ούτε άνοιξε.
Η γη πλησίαζε γρήγορα.
Σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα δεν μπορούσα βέβαια να βγάλω τη προσευχή της μαμάς μου από το χιτώνα για να την διαβάσω. Έτσι κτύπησα με το χέρι μου ακριβώς τον τόπο όπου ήταν ραμμένη και..

Σαράντος Καργάκος: Τι απαιτούν οι ήρωες του ’40-’41




Του Σαράντου Καργάκου

Ο Δημοσθένης που δεν ήταν ιδιαίτερα θωπευτικός έναντι των Αθηναίων πολιτών, τους λέγει σε μια αποστροφή λόγου κάτι, που και για τους τωρινούς Ελληνες είναι ιδιαίτερα διδακτικό: «Νομίζετε τους προγόνους ημών αναθείναι τα τρόπαια, ουχ ίνα θαυμάζητε αυτά θεωρούντες, αλλ’ ίνα μιμήσθε τας εκείνων αρετάς». Με απλά λόγια: Να έχετε υπόψη σας ότι οι πρόγονοί μας έστησαν τα τρόπαια όχι για να τα θαυμάζετε και να τα χαζεύετε αλλά για να μιμείσθε τις πράξεις της παλικαριάς τους.

ΟΙ ΗΡΩΕΣ του ’40-’41 έχουν ακούσει -θ’ακούσουν και φέτος- εγκώμια πολλά. Για πολλούς έχουν στηθεί μνημεία λαμπρά. Αλλά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να μιμηθούμε «τας εκείνων αρετάς»; Εκείνοι βρέθηκαν μέσα στη δίνη του μεγαλύτερου και πιο ανθρωποβόρου πολέμου της Ιστορίας. Στο πιο περίπλοκο διπλωματικό γαϊτανάκι. Πέρα από τη χρονία οικονομική αφαίμαξη λόγω του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου που είχε επιβληθεί από το 1897, ήσαν αντιμέτωποι μιας δολίας πολιτικής απειλής, με αναπόφευκτη κατάληξη την πολεμική εμπλοκή.

ΠΩΣ την αντιμετώπισαν τότε, όταν την 28η Οκτωβρίου 1940 ήχησε η σάλπιγγα της Ιστορίας; Πάντως, όχι διχασμένοι, όχι με σκυμμένο το κεφάλι. Η επωδός «με το χαμόγελο στα χείλη» δεν είναι μια τραγουδιστική υπερβολή. Εχει αποτυπωθεί στη μνήμη μας, σε χιλιάδες φωτογραφίες και σε δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες. Δεν θα υποστηρίξουμε ότι χάρη σ’εμάς οι Σύμμαχοι, Δυτικοί και Ανατολικοί, κέρδισαν τη νίκη, παρόλο που τότε, όταν χρειάζονταν το αίμα μας, το είχαν υποστηρίξει. Πολύ απλά θα υποστηρίξουμε ότι, ενώ οι πάντες στην Ευρώπη είχαν γονατίσει, η Ελλάς προσέφερε στους Δυτικούς την πρώτη νίκη. Εξουθένωσε και...

Βίντεο του Ελληνο-ιταλικού πολέμου του 1940

Ο άπιστος χωρικός και η θαυμαστή επέμβαση του Αγίου Δημητρίου!




 ~ Κάποτε ήτανε ένας άπιστος που είχε μία γυναίκα πιστή. Η γυναίκα του μιλούσε για την πίστη, αλλά αυτός δεν την άκουγε.

Μια μέρα κάνανε μερικές ελιές και δεν προλάβανε να τις μεταφέρουνε από το λιοστάσι στο σπίτι και τις άφησαν εκεί έξω. Είπε ο σύζυγος:

– Μην τις αφήνουμε εδώ, θα μας τις κλέψουν.

– Θα τις φυλάξει ο Θεός, του είπε η γυναίκα του

– Ποιός Θεός, εάν δεν τις φυλάξουμε εμείς; Ακούς εκεί… πιστεύεις σε Θεό.

– Θα μας τις φυλάξει ο Θεός, εφόσον δεν...

Με αυτό το όπλο, οι πραγματικά ελεύθεροι νίκησαν όχι μόνο τον φόβο, αλλά και τον θάνατο




 Στην παραβολή του Μεγάλου Ιεροεξεταστή από το μυθιστόρημα «Οι αδελφοί Καραμάζοφ» του Ντοστογιέφσκι, ο Ιησούς κατηγορείται ότι έδωσε στους ανθρώπους ελευθερία - εσωτερική ελευθερία, που δίνεται από την πίστη. Όμως ο άνθρωπος είναι πρόθυμος να εγκαταλείψει αυτό το δώρο, το πολυτιμότερο, με αντάλλαγμα «ειρήνη», «ασφάλεια» και πρόσβαση στον «άρτον και θεάματα».

Ο Μεγάλος Ιεροεξεταστής είναι άθεος, αλλά διπλά άθεος: δεν πιστεύει ούτε στον Θεό ούτε στον άνθρωπο, γιατί, όπως λέει ο Νικολάι Μπερντιάεφ στο βιβλίο του «Η Φιλοσοφία του Ντοστογιέφσκι»:

«Ο Μέγας Ιεροεξεταστής δεν πιστεύει στον Θεό, αλλά ούτε στον άνθρωπο. Αυτές είναι οι δύο όψεις μιας πίστης. Χάνοντας την πίστη στον Θεό, δεν μπορεί κανείς πλέον να πιστέψει στον άνθρωπο. Χάνοντας την πίστη του, ο Μέγας Ιεροεξεταστής κατάλαβε ότι οι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να αντέξουν το βάρος της ελευθερίας που αποκάλυψε ο Χριστός». Έτσι, ο Μεγάλος Ιεροεξεταστής πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι δύστροπος, διπρόσωπος και μοχθηρός, γι' αυτό δεν χρειάζεται ελευθερία, αλλά έναν «φωτισμένο» τύραννο, μια ηγεσία που ξέρει καλύτερα από αυτόν ποιες είναι οι ανάγκες του, πώς πρέπει να σκέφτεται και να ζει, και από που μπορεί να εξασφαλίσει επαρκώς την ικανοποίηση των αναγκών του.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο, εμπιστευόμενος τον εαυτό του ολοκληρωτικά στα χέρια μιας τέτοιας εξουσίας, από φόβο μήπως χάσει την "ασφάλεια", το "ψωμί" ή το "θέαμα", ο άνθρωπος γίνεται μαριονέτα, χάνει την...

"Είχα τρεις γιους. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω.


 

Αποτέλεσμα εικόνας για 1940 ΑΦΙΣΕΣ
"Είχα τρεις γιους. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας μου": Γι' αυτό νικήσαμε...
 "Γιορτάζουμε το ΟΧΙ, γιατί, αν γιορτάζαμε το ΝΑΙ, θα είχαμε κάθε μέρα γιορτή"
Aς ανασάνουμε λίγο. Μας έπνιξαν οι αναθυμιάσεις από το αποτεφρωτήριο της ιστορικής ευθανασίας, στο οποίο μας οδηγούν οι λυσασμένοι εθνομηδενιστές. Ας αρωματιστούμε από την ευωδία του ΄40.

Το 1999 από τις εξαιρετικές εκδόσεις «Γκοβόστης» μεταφράστηκε και κυκλοφορήθηκε το βιβλίο του Ιταλού στρατηγού Βισκόντι Πράσκα με τίτλο: «Εγώ εισέβαλα στην Ελλάδα» (Το βιβλίο γράφτηκε το 1946). Ο συγγραφέας του ήταν Ανώτερος Διοικητής των Ιταλικών Δυνάμεων Αλβανίας από τις 5 Ιουνίου έως τις 8 Νοεμβρίου του 1940, όταν λόγω αποτυχίας των σχεδίων του, αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Σοντού, μέχρι τότε υφυπουργό Στρατιωτικών. Το βιβλίο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, επέχει θέση ντοκουμέντου, όχι μόνο για τους απλούς φιλίστορες αναγνώστες, αλλά και για τους επίμονους ιστορικούς ερευνητές.
Ως είθισται, στα αυτοβιογραφικά κείμενα ηττημένων σε πολέμους πρωταγωνιστών, ο Πράσκα προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες του και αποδίδει την μη ευνοϊκή εξέλιξη των επιχειρήσεων στις πρώτες κρίσιμες ημέρες στου πολέμου, πέρα από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες στην Ανώτατη Στρατιωτική Ηγεσία, καταλογίζοντας της ευθύνες για:
Α) Ανεπαρκή αεροπορική υποστήριξη.
Β) Καθυστέρηση της αφίξεως των προβλεπόμενων από την Ιταλία ενισχύσεων.
Γ) Ματαίωση της προκαθορισμένης καταλήψεως της Κέρκυρας ταυτόχρονα με την έναρξη των εχθροπραξιών.
Καταλήγει ότι κανείς δεν ήθελε τον πόλεμο, εκτός από... τον Μουσολίνι, αποκαλύπτοντας την σαθρότητα και την δουλοπρέπεια που διέτρεχε το φασιστικό καθεστώς, αποκρύπτοντας και τις ευθύνες του, αλλά και την έπαρση της τότε ιταλικής ηγεσίας. Μέχρι την έναρξη του πολέμου οι ποταποί υμνωδοί του Μουσολίνι, περιφρονούσαν τους Έλληνες, βαυκαλίζονταν με στρατιωτικούς περιπάτους των οκτώ εκατομμυρίων λογχών, φούσκωναν τον λαό τους με ρωμαϊκές αυτοκρατορίες. Οι σημαντικότερες, όμως, σελίδες του βιβλίου δεν είναι οι ενδιαφέρουσες εκμυστηρεύσεις του Πράσκα, αλλά τα «Παραρτήματα» και δη το 7ο. Εκεί διαβάζουμε: (Εν περιλήψει).
Η ιταλική εφημερίδα « Il Tempo» στις 13 Ιουλίου 1944, δημοσίευσε τα πρακτικά της περίφημης σύσκεψης του Ανωτάτου Φασιστικού Συμβουλίου που έγινε στις 15 Οκτωβρίου 1940, στο Παλάτσο Βενέτσια και στο οποίο καθορίστηκαν οι γενικές γραμμές της εισβολής στην Ελλάδα. Μετέχουν: ο Μουσολίνι, ο Τσιάνο, γαμπρός του και ΥΠΕΞ, ο Πράσκα, ο Σοντού, ο Μπαντόλιο, ο Ροάττα (όλοι στρατηγοί) και ο Τζακομόνι, τοποτηρητής του καθεστώτος στην Αλβανία. Από τις συζητήσεις διαφαίνεται η κουφότητα, η αθλιότητα, η αλαζονεία, η ασυνειδησία αυτών των ανθρώπων. Μεταφέρω κάποιους διαλόγους:
«Μουσολίνι: Ποια είναι η κατάσταση του ηθικού του ελληνικού πληθυσμού;
Τζακομόνι: Φαίνεται ότι είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Τσιάνο: Παρουσιάζεται μια σαφής, διαίρεση μεταξύ του πληθυσμού και μιας ηγετικής τάξεως πολιτικών και πλουτοκρατών. Η τελευταία διατηρεί ζωντανό το πνεύμα της αντιστάσεως και την αγγλοφιλία στη χώρα. Αυτή είναι μια ελάχιστη τάξη ανθρώπων πολύ πλουσίων, ενώ η άλλη (ο λαός) είναι αδιάφορη για όλα τα συμβαίνοντα, συμπεριλαμβανομένης και της εισβολής μας….
Μουσολίνι: Ποιο είναι το ηθικό των Ελλήνων στρατιωτών;
Πράσκα: Δεν είναι άνθρωποι που θα τους άρεσε να πολεμήσουν.
Μουσολίνι: Θα πρέπει να δούμε πως θα παρουσιάσουμε τα προσχήματα γι’ αυτήν την επιχείρηση…να σκηνοθετήσουμε ένα επεισόδιο.
Τζακομόνι: Εγώ μπορώ να κάνω κάτι στα σύνορα, όπως επεισόδια μεταξύ κατοίκων της Τσαμουριάς και των Ελληνικών αρχών. (Εμφανέστατος ο αείδουλος και προδοτικός ρόλων των Τσάμηδων. Αυτό πρέπει να προβληθεί, για να κατανοήσουν όλοι την ξεφτίλα των Αλβανών όταν μιλούν για Τσαμουριές).
Μουσολίνι: Όλα αυτά έχουν μια αμελητέα αξία για μένα και συνιστούν μια κάποια συγκάλυψη. Μολαταύτα είναι καλό να μπορέσετε να τα δημιουργήσετε σε τρόπο ώστε να δοθεί αφορμή για το άναμμα του φιτιλιού…
Τσιάνο: Πότε επιθυμείτε να λάβει χώρα το επεισόδιο;
Μουσολίνι: Στις 24 Οκτωβρίου.
Τσιάνο: Στις 24 να είστε βέβαιος ότι θα συμβεί.
Μουσολίνι: Πώς βλέπετε την πορεία προς την Αθήνα, αφού θα έχει καταληφθεί η Ήπειρος;
Πράσκα: Δεν βλέπω πολλές δυσκολίες. Αρκεί μια δύναμη 5 ή 6 Μεραρχιών επιπλέον των υπαρχόντων. (Σύμφωνα με τον Ιταλό κριτικό Α. Τόστι και στο σύγγραμά του «ο πόλεμος που δεν έπρεπε να γίνει», η εκστρατεία κατά της Ελλάδας: «Απορρόφησε και καταπόνησε 30 Μεραρχίες με 700.000 άνδρες, 90.000 κτήνη και 17.000 αυτοκίνητα και στοίχισε 14.000 νεκρούς, 51.000 τραυματίες και 25.000 αιχμαλώτους και αγνοουμένους και υπέρ τους 12.000 αχρηστευθέντες από κρυοπαγήματα»).
Από τα πρακτικά της ιστορικής εκείνης συσκέψεως εξάγονται κάποια συμπεράσματα:
Πρώτον: Οι υπερφίαλοι Ιταλοί υποτιμούν και περιφρονούν την αξία (το αξιόμαχο) και την φιλοπατρία του λαού μας. Όπως και οι τωρινοί οχτροί.
Δεύτερον: Διακρίνουν «μια διαίρεση» του απλού λαού και της ηγετικής τάξης (πολιτικοί – πλουτοκράτες). Όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα. Μόνο που ο αδιάφορος για τους Ιταλούς αυτός λαός, κατασκοτώθηκε στην Βόρειο Ήπειρο, δείχνοντας στην γονατισμένη Ευρώπη ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες. (Οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού σύμφωνα με το Γ.Ε.Σ. ήταν: 13.752 νεκροί, 62.663 τραυματίες – από τους οποίους περίπου 25.000 παγόπληκτοι – 3.955 αγνοούμενοι και αιχμάλωτοι).
Τρίτον: Φασιστικά (ή κεμαλοφασιστικά) καθεστώτα θεωρούν τους λαούς «κρέας για μακέλεμα». Και σήμερα που γειτνιάζουμε με τέτοια τυχοδιωκτικά κράτη, οφείλουμε να καλλιεργήσουμε το πνεύμα αυτοθυσίας και αντίστασης του λαού μας. Όλοι μαζί οι Έλληνες, πλην της ηγετικής τάξης των κηφήνων και των ποικιλώνυμων Γραικύλων.
Κλείνω μ’ ένα ηρωικό γεγονός που διασώζει ο Σ. Μυριβήλης και το ανέφερε κατά την πανηγυρική ομιλία του στην Ακαδημία Αθηνών, το 1960: «Πολύς κόσμος έτρεχε να δώσει αίμα τις ημέρες του πολέμου. Ήταν εκεί νέοι, κοπέλες, γυναίκες, μαθητές, παιδιά που περίμεναν τη σειρά τους. Μια μέρα, ο επί της αιμοδοσίας φίλος μου γιατρός, είδε στη σειρά των αιμοδοτών που περίμεναν, να στέκεται και ένα γεροντάκι.
Εσύ παππούλη τι θέλεις εδώ; Ήρθα, κι εγώ, γιατρέ, να δώσω αίμα. Ο γιατρός τον κοίταξε με απορία και συγκίνηση. Ο γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Η φωνή του έγινε πιο ζωηρή. Μη με βλέπεις έτσι, γιατρέ μου. Είμαι γέρος, το αίμα είναι καθαρό, και ποτές μου δεν αρρώστησα. Είχα τρεις γιους. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας. Μου είπαν πως οι δύο πήγαν από αιμορραγία. Λοιπόν, είπα στη γυναίκα μου, θα ‘ναι κι άλλοι πατεράδες, που μπορεί να χάσουν τα παλληκάρια τους, γιατί δεν θα ‘χουν οι γιατροί μας αίμα να τους δώσουν. Να πάω να δώσω κι εγώ το δικό μου. Άιντε, πήγαινε γέρο, μου είπε κι ας είναι για την ψυχή των παιδιών μας. Κι εγώ σηκώθηκα και ήρθα». Γι' αυτό νικήσαμε, γιατί πολεμούσε όλος ο λαός. Την πιο μεγαλειώδη μάχη την κέρδισαν οι...άμαχοι.

ΥΓ. Να υπενθυμίσω ότι στο βιβλίο γλώσσας της Ε’ Δημοτικού, στο σχετικό αφιέρωμα για την εθνική επέτειο, περιέχεται κείμενο με τον εξής τίτλο: « Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο» και υπότιτλο«και εμείς πήγαμε στο υπόγειο». Την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ξέρουμε ότι ο λαός ξέσπασε, πανηγύριζε, ξεχύθηκε στους δρόμους ανεμίζοντας γεμάτος χαρά, την γαλανόλευκη. Οι καντιποτένιοι του αφελληνισμού μαγαρίζουν την γιορτή με κείμενα δειλίας, φόβου και ηττοπάθειας...
http://aktines.blogspot.gr/2017/10/blog-post_925.html

Πως η δοκιμασία που βίωσα με οδήγησε στο Θεό


Μέχρι τὰ 22 μου ζοῦσα μιὰ ζωὴ ὑλιστική, κοσμική, κάνοντας ὅ,τι ἤθελα χωρὶς νὰ σκέπτομαι οὐσιαστικά. Νόμιζα πὼς ἡ ἀσύστολη ἐλευθερία δὲν ἔχει συνέπειες. Ζοῦσα γαστρίμαργα, ράθυμα, μέσα σὲ σαρκικὲς ἀπο λαύσεις.
Σὲ κάποια φάση ἄρχισα νὰ βλέπω πὼς αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς μὲ βούλιαζε χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνω.
Ἔνιωθα νὰ ἀπελπίζομαι μὲ τὴ σύντομη, ψεύτικη, γήινη ἀπόλαυση.
Ἤμουν ἐπιθετικός, χωρὶς διάκριση, γεμάτος εἰρωνεία γιὰ κάθε τί. Ἔβλεπα θολά, ἀγχωτικὰ, πιεστικὰ ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἁπλὰ καθημερινὰ προβλήματα.
Ἡ κατάκριση καὶ ἡ καταλαλιά ἦταν κάτι τὸ «φυσιολογικό».
Δὲν γνώριζα τί εἶναι ὀρθοδοξία, δὲν ἤξερα νὰ ξεχωρίσω ποιὰ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἀπὸ ὅλες θρησκεία, τὰ εἶχα μπερδεμένα ὅλα στὸ μυαλό μου.
Εἰρωνευόμουν συνεχῶς τὰ πάντα καὶ τοὺς πάντες, ἀκόμη καὶ τὰ μυστήρια καὶ τὶς παραδόσεις τῆς ἐκκλησίας. Πίστευα πὼς μόνο ἡ δική μου ἄποψη ἦταν ἡ σωστή.
Προκύπτει ὅμως μιὰ δοκιμασία στὴ ζωή μου.
Ἤθελα ἕνα στήριγμα ψυχολογικό. Τίποτα γήινο δὲν μὲ ἀνέπαυε·βίωσα ἕνα κενό. Ξεκίνησα πειραματικὰ νὰ διαβάζω θρησκευτικὰ βιβλία.
Εἶχα ἀκούσει ἀπὸ ἕναν οἰκογενειακὸ φίλο γιὰ τὸ ἀπόδειπνο κι ἔτσι διάβασα τὸ ἀπόδειπνο πρώτη φορὰ στὰ 22 μου χρόνια.
Ἄρχισα ν’ ἀκούω ψαλμωδίες κι ἀπὸ αὐτὸ ἔπαιρνα δύναμη! Παράξενο πράμα γιὰ μένα.
Δὲν μποροῦσα νὰ τὸ πιστέψω. Ἀποροῦσα.
Ἔνιωθα νὰ γεμίζω ἐσωτερικά, ἡ ψυχολογία μου καλυτέρευε.
Ἔβλεπα τὴ δοκιμασία σὰν εὐλογία! Κάθε βράδυ διάβαζα τὸ Εὐαγγέλιο.
Μὲ γέμισε τόσο πολὺ πού μοῦ ἄρεσε, ρουφοῦσα τὴν κάθε σελίδα. Δὲν περιγράφεται αὐτὸ τὸ συναίσθημα χαρᾶς, αἰσιοδοξίας καὶ ἐλπίδας.
Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ βράδια διαβάζω ἕνα βιβλίο μὲ θέμα τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸν τελωνισμὸ τῆς ψυχῆς καὶ τί περνάει ἡ κάθε ψυχή. Πάγωσα. Ἔνιωσα ρυπαρός, μολυσμένος καὶ ἐννοεῖται ἀπροετοίμαστος γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.
Ἄρχισα νὰ κλαίω! Τὰ δάκρυα ἔτρεχαν ἀσταμάτητα, συνέχεια.
Σὰν νὰ ἔφευγε ἕνα μαῦρο σύννεφο ἀπὸ τὸ μυαλό μου.Ἔλεγα Χριστέ μου πόσο σὲ πληγώνω καὶ δὲν κάνω τίποτα γιὰ ἐσένα· αὐτὸ συνέβαινε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα.
Ἔβλεπα ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ τὴ ζωὴ ἀπὸ ἄλλη ὀπτικὴ γωνία.
Ἀνυπομονοῦσα νὰ ἔρθει τὸ βράδυ νὰ κάνω τὸ ἀπόδειπνο, τὸ λαχταροῦσα πάρα πολύ.Τὰ δάκρυα κάθε βράδυ ἔρρεαν ζεστά, ἄφθονα. Ἐκεῖνες τὶς μέρες ἕνας γνωστὸς ἔρχεται στὰ καλὰ καθούμενα καὶ μοῦ λέει: «Σοῦ κάνω δῶρο αὐτὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γέροντος (τότε) Παϊσίου».
Χάρηκα πολὺ, δὲν ξέρω τὸ γιατί ἀλλὰ αὐτὸ τὸ γεγονός μοῦ φάνηκε σὰν κάποιος νὰ μὲ σκέφτηκε, νὰ μὲ κατάλαβε, νὰ μοῦ ἔδωσε σημασία.
Διαβάζοντας αὐτὸ τὸ βιβλίο μοῦ λύθηκαν σχεδὸν ὅλες οἱ ἀπορίες σχετικὰ μὲ τὴν ὀρθοδοξία.Ἦταν ἀπίστευτο αὐτὸ ποὺ ἔνιωθα διαβάζοντας αὐτὸ τὸ βιβλίο. Μοῦ μετέδιδε κάτι τὸ θετικό, τὸ ἐλπιδοφόρο. Μοῦ ἐνέπνεε μιὰ ἀσφάλεια.
Ὅμως ἕνα πράγμα δὲν μποροῦσα νὰ κάνω, νὰ ἐξομολογηθῶ. Ντρεπόμουν πάρα πολὺ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου. Μοῦ φαινόταν ἐξαιρετικὰ δύσκολο. Φοβόμουν. Δὲν ἤθελα. Ἀπὸ τὸν Ἅγιο πλέον Παῒσιο διάβασα για τὴν ἐξομολόγηση καὶ ...

ΤΑ ΤΡΙΑ "ΟΧΙ" ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ



 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΟΛΕΒΑΣ


Το ΟΧΙ του Ιωάννου Μεταξά και του ελληνικού λαού κατά της Φασιστικής Ιταλίας ήταν μόνον η αρχή. Ακολούθησαν πολλά ΟΧΙ από επώνυμα πρόσωπα και από απλούς Έλληνες αγωνιστές. Μία μορφή, που δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε από τα σχολικά βιβλία και από τα τηλεοπτικά δίκτυα, υπήρξε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος, ο οποίος κράτησε στάση εθνικώς αξιοπρεπή, όπως αρμόζει σε Ορθόδοξο Έλληνα Ιεράρχη. Ας θυμηθούμε τα τρία ΟΧΙ που εκστόμισε κατά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.
Ο Χρύσανθος Φιλιππίδης γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1881 και σε ηλικία 32 ετών εξελέγη Μητροπολίτης Τραπεζούντος του Πόντου. Μετά τη σφαγή του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Τούρκους ήλθε στην Αθήνα και ορίσθηκε εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Με σπουδές στη Χάλκη και σε γερμανικά και ελβετικά πανεπιστήμια διακρίθηκε ως κληρικός και ως λόγιος και εξελέγη το 1938 Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.
Στις 28.11.1939 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Κατά την τελετή της επίσημης υποδοχής του χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «η καθ’ ημάς Ανατολή», ο οποίος χρησιμοποιείται από τότε στην εκκλησιαστική ορολογία για να...

Μια μπουκιά για το διάβολο



 Μάθε να σιωπάς.

Μην αφήνεις να βλέπουν οι άλλοι τι κρατάς στα χέρια σου.

Δουλεύεις για τον Αόρατο.

Ας είναι και το έργο σου αόρατο.

Όταν σκορπίζει κανείς ψίχουλα, μαζεύονται τα πουλιά που στέλνει ο διάβολος, λένε οι άγιοι.

Πρόσεξε την αυτοϊκανοποίηση.

Καρποί που τους πέτυχε κανείς με πολύ κόπο
μπορεί να γίνουν μια μπουκιά για το διάβολο.

Γι' αυτό οι πατέρες δίνουν τη συμβουλή:
Να ενεργείς με διάκριση.

Από δύο κακά διάλεγε το μικρότερο.

Βρίσκεσαι κάπου και...

Η συγκλονιστική ιστορία της Αργυρώς… μιας κρυφής ασκήτριας μέσα στον κόσμο


*Μία συγκλονιστική ιστορία μιας ηρωίδας, μιας γυναίκας με γνήσια πίστη που συνέβη πριν μερικές δεκαετίες και αξίζει οπωσδήποτε να την διαβάσετε! Θα δυσκολευτείτε πολύ να κρατήσετε τα δάκρυά σας…
Η Αργυρώ γεννήθηκε στην Κρήτη σ’ ένα χωριό έξω από το Ηράκλειο γύρω στα 1920. Ήταν μια λεβέντισσα, όμορφη, καλοστημένη! Αγαπήθηκαν μ’ έναν νέο, αλλά πριν προλάβουν να παντρευθούν κηρύχθηκε ο πόλεμος.Το παλληκάρι έφυγε και πολέμησε στην Αλβανία τους Ιταλούς. Μετά την συνθηκολόγηση κατέβηκε στην Κρήτη για να αγωνιστεί κι εκεί εναντίον των Γερμανών. Κάποια στιγμή βρίσκεται αιχμάλωτος των Γερμανών να οδηγείται προς εκτέλεσιν.
Πληροφορείται η Αργυρώ τα καθέκαστα και τρέχει στον τόπο της εκτέλεσης. Δέκα Έλληνες είναι στημένοι στον τοίχο κι απέναντί τους δέκα Γερμανοί με προτεταμμένα τα όπλα τους περιμένουν τη διαταγή για να πυροβολήσουν. Η Αργυρώ αγέρωχη, περήφανη, όμορφη σαν θεά περνάει μπροστά τους και μία μία κατεβάζει τις κάνες των όπλων.
Όλοι σαστίζουν. Ο στρατιωτικός υπεύθυνος της εκτέλεσης την φωνάζει μπροστά του.
«Τι κάνεις εκεί; Τι θέλεις; «Ο αρραβωνιαστικός μου είναι εδώ. Ή θα τον ελευθερώσεις ή χτύπα κι εμένα!».
Ο άνθρωπος υποκλίνεται. Τέτοιο θάρρος, τέτοια αφοσίωση δεν ...

Άγ. Πορφύριος: Η Αγία Τριάδα δίκασε ακαριαία. ΦΟΒΕΡΟ!!

Η προσφορά των γυναικών της Πίνδου στο δύσκολο πόλεμο εναντίον του Ιταλικού Φασισμού είναι ανεκτίμητη.



Η προσφορά των γυναικών της Πίνδου στο δύσκολο πόλεμο εναντίον του Ιταλικού Φασισμού είναι ανεκτίμητη. Για όλες αυτές τις γυναίκες ο Νικηφόρος Βρεττάκος (1911 - 1991) έγραφε: « Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ' ανέβαιναν. Με την ευκή στον ώμο τους κατά το γιό πηγαίναν και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε, μ' αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα χάνονταν ορθομέτωπες η μιά πίσω απ' την άλλη .»
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από την ομιλία – διάλεξη που έδωσε η Φρόσω Ιωαννίδη(1896-1986), μία από τις γυναίκες της Πίνδου όπως καθιερώθηκαν να λέγονται, το Μάρτη του 1975.

«Είναι μεγάλο το χάσμα του χρόνου. Μια 35ετία. Μεγάλο και το χάσμα της ζωής, (από μια κρίσιμη κι επικίνδυνη πλέον φάση της), για μια αποτύπωση, στο χαρτί, βιωμάτων-γεγονότων, όσο το δυνατόν ακριβέστερη. Κι είναι πολύ δύσκολο για μάς, με την ψυχρή τώρα λειτουργία της μνήμης, να πετύχουμε ώστε το παρελθόν, δραματικό και ιερό παρελθόν, να φωτίσει, έστω και για λίγο, τους ακροατές μας, γεφυρώνοντας αυτό το διπλό χάσμα, που προαναφέραμε.
Μα είναι καυτά τα γεγονότα, που θέλομε να ιστορήσουμε. Κι η μέθοδος απλή, που θ' ακολουθήσουμε.
Η μεθοδολογία, η τεχνοτροπία, που ακολουθούν οι ιστορικοί και οι νοσταλγοί διαφέρει, όσον και η φύσις των, οι σκοποί των, οι εποχές.
Υπάρχει όμως, πάντα εύγλωττη και απλή, ανά τους αιώνες μέθοδος, η από προσωπικής σκοπιάς διήγηση των γεγονότων — βιωμάτων, σίγουρος τρόπος για να διατηρηθούν και αυτά και η αρχική συγκίνησης, που τα περιβάλλει.
Αυτή την απλή, την ταπεινή μέθοδο, ακολουθούμε και μείς με την ελπίδα, ότι αποτίομε φόρον τιμής και —κατά δύναμιν— προσθέτομε, έστω και μίαν φτωχήν εικόνα, στο κεφάλαιο του παγκοσμίου πολέμου που αναφέρεται στην επίθεσιν της Φασιστικής Ιταλίας κατά της Ελλάδος και την συμβολήν της γυναίκας και του Ηπειρωτικού λαού εις την άμυναν της Πατρώας γης.
Έχουν γραφή πολλά για το θέμα. Ημείς δεν...

Όταν πάω να κοινωνήσω η γυναίκα μου νευριάζει...

  


Μπαλδιμτσής Νικόλαος, Ιατρός

«Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης»

Ένας άλλος λέει στον Γέροντα: Όταν πάω να κοινωνήσω η γυναίκα μου νευριάζει. Μου λέει: «Γιατί να κοινωνήσεις; Αφού κοινώνησες! Πάλι θα κοινωνήσεις;!». Άκουσα τον Γέροντα να του λέει:

-Παιδάκι μου, κοίταξε να δεις. Όσο και αν σου φανεί περίεργο αυτό που θα σου πω, η γυναίκα ζηλεύει. Ζηλεύει όταν πας να κοινωνήσεις. Θέλει να έχει την...

Ο άπιστος είναι ο πιο δυστυχισμένος των ανθρώπων (Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)



Ο άπιστος είναι ο πιο δυστυχισμένος των ανθρώπων, γιατί στερήθηκε το μοναδικό αγαθό πάνω στη γη, την πίστη, που είναι ο μόνος αληθινός οδηγός προς την αλήθεια και την ευτυχία.
Ο άπιστος είναι τόσο δυστυχής, αφού έχει στερηθεί πια την ελπίδα, το μοναδικό στήριγμα στον μακρύ δρόμο της ζωής.
Ο άπιστος είναι πάρα πολύ δυστυχής γιατί του λείπει η αληθινή αγάπη των ανθρώπων που περιβάλλει με φροντίδα τη θλιμμένη καρδιά. Ο άπιστος είναι δυστυχέστατος καθότι στερήθηκε το θείο κάλλος, τη θεία εικόνα τού Δημιουργού, την οποία ο ίδιος ο θείος καλλιτέχνης χάραξε και την οποία η πίστη αποκάλυψε.

Ο οφθαλμός του άπιστου τίποτε άλλο δεν βρίσκει μέσα στη δημιουργία, παρά μόνο τη δράση της φύσης. Η λαμπρή εικόνα του θείου Δημιουργού, το θαυμάσιο κάλλος της γι` αυτόν μένουν καλυμμένα και ανεξερεύνητα. Το βλέμμα του πλανιέται άσκοπα μέσα στο άπειρο της δημιουργίας, πουθενά όμως δεν βρίσκει την ομορφιά της σοφίας του Θεού’ πουθενά δεν θαυμάζει τη θεία παντοδυναμία, πουθενά δεν ανακαλύπτει την αγαθότητα τού Θεού, τη θεία πρόνοια, τη δικαιοσύνη και την αγάπη τού Δημιουργού προς τη δημιουργία. Ο νους του δεν μπορεί να οδηγηθεί πέραν τού ορατού κόσμου, ούτε να υπερβεί τα όρια των αισθήσεων. Η καρδιά του παραμένει αναίσθητη μπροστά στην απεικόνιση της θείας σοφίας και δύναμης. Σ’ αυτή δεν γεννιέται κανένα συναίσθημα λατρείας. Τα χείλη του μένουν σφραγισμένα, το στόμα του ακίνητο, η γλώσσα του ασάλευτη. Δεν βγαίνει φωνή μέσα από το στέρνο του, που να υμνεί, να δοξολογεί, να ευλογεί και να ευχαριστεί τον Θεό.
Η χαρά που είναι απλωμένη στο σύμπαν εγκατέλειψε την καρδιά του απίστου, διότι απ’ αυτήν έχει απομακρυνθεί ο Θεός. Αυτό το κενό, το κάλυψε η λύπη, η βαριεστιμάρα και η ανυπομονησία. Παραμένει κακόκεφος, η δε έλλειψη φροντίδας για τα πνευματικά έχει καταλάβει το πνεύμα του. Πλανιέται μέσα στη δίχως φως και απατηλή νύχτα της ζωής αυτής, όπου καμιά ακτίνα φωτός δεν φωτίζει τους σκοτεινούς δρόμους του. Κανείς δεν καθοδηγεί, κανείς δεν κατευθύνει τα βήματά του. Στο στάδιο της ζωής είναι μόνος. Διέρχεται τον βίο του δίχως την προσδοκία μιας καλύτερης ζωής. Περνά μέσα από πολλές παγίδες και κανείς δεν μπορεί να τον απελευθερώσει απ’αυτές. Πέφτει μέσα σ’ αυτές και συνθλίβεται από το βάρος τους. Στις θλίψεις του κανείς δεν μπορεί να τον ανακουφίσει.
Η ειρήνη της ψυχής, η γαλήνη της καρδιάς, φυγαδεύτηκαν από την απιστία, και το πένθος κατέκλυσε τα βάθη της καρδιάς του. Η χαρά που βρίσκει ο πιστός στην εργασία των θεϊκών εντολών και η ευτυχία που προέρχεται από τον ηθικό βίο, είναι για τον άπιστο άγνωστα συναισθήματα. Η αγαλλίαση που προέρχεται από τη θρησκεία ποτέ δεν επισκέφτηκε την καρδιά του άπιστου. Η πεποίθηση που πηγάζει από την πίστη στη θεία πρόνοια και η οποία καταπαύει τις φροντίδες της ζωής, είναι γι’ αυτόν μια δύναμη ακατανόητη.
Η ευχαρίστηση που προέρχεται από την αγάπη και την ευεργεσία αποτελούν για τον άπιστο παντελώς άγνωστα μυστήρια. Ο άπιστος θέτοντας ως αρχή την ύλη, περιόρισε την αληθινή ευδαιμονία του ανθρώπου στον πολύ στενό κύκλο των πρόσκαιρων απολαύσεων, φροντίζοντας πάντοτε για την ικανοποίησή τους και ασχολούμενος διαρκώς με αυτές. Τα θέλγητρα της αρετής είναι σ’ αυτόν τελείως ξένα. Δεν έχει γευθεί τη γλυκύτητα αυτής της χάρης. Ο άπιστος αγνόησε ποιά είναι η πηγή της αληθινής ευτυχίας και έτρεξε, δίχως να το καταλάβει, στις πηγές της πίκρας. Η απόλαυση τού έφερε τον κορεσμό και ο κορεσμός την αηδία. Η αηδία έφερε την ανία, η ανία τη θλίψη, η θλίψη τον πόνο και ο πόνος την απόγνωση. Όλα όσα μέχρι τώρα τον έθελγαν, έχασαν τη χάρη τους. Διότι όλες οι απολαύσεις του κόσμου, ως πεπερασμένες, είναι και ανίκανες να κάνουν τον άπιστο ευτυχισμένο.
Εφόσον η καρδιά τού ανθρώπου έχει πλαστεί για να κατοικηθεί από τον Θεό, το απόλυτο αγαθό, σκιρτάει και χαίρεται μόνο με αυτό το αγαθό γιατί σ` αυτό βρίσκεται ο Θεός. Από την καρδιά όμως του άπιστου ο Θεός έχει απομακρυνθεί. Η καρδιά έχει άπειρους πόθους, αφού πλάστηκε για να περιλάβει μέσα της το άπειρο. Ωστόσο, η καρδιά τού άπιστου δεν είναι πια γεμάτη από το άπειρο και πάντα στενάζει, αναζητά και ποθεί, αλλά ουδέποτε ικανοποιείται. Κι αυτό διότι οι απολαύσεις του κόσμου είναι ανίσχυρες να καλύψουν το κενό της καρδιάς του. Οι ηδονές και οι διασκεδάσεις του κόσμου, όταν σβήνουν, αφήνουν στην καρδιά ένα κατακάθι πίκρας. Οι δε μάταιες δόξες έχουν συντρόφισσες τις θλίψεις.
Ο άπιστος αγνόησε ότι η ευτυχία του ανθρώπου δεν βρίσκεται στην απόλαυση των επίγειων αγαθών, αλλά στην αγάπη του Θεού, του απόλυτου και αιώνιου αγαθού. Εδώ βρίσκεται και η κακοδαιμονία αυτών που αγνοούν τον Θεό. Αυτός που αρνείται τον Θεό είναι σαν να αρνείται την ευτυχία του και την ατέλειωτη μακαριότητα. Αγωνίζεται δυστυχισμένος στον πολύμοχθο αγώνα της ζωής. Έτσι, απελπισμένος και με τη δειλία φωλιασμένη στην ψυχή του, βαδίζει προς τον ήδη ανοιγμένο τάφο του. Το θαυμάσιο έργο που ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια του, αυτό που διαδραματίζεται πάνω στην παγκόσμια σκηνή και το οποίο διευθύνει η θεία σοφία, η θεία χάρη και δύναμη κι ενώ αυτά τα ίδια είναι οι πρωταγωνιστές, με συμπαραστάτες την αρμονία και τη θεία καλοσύνη, περνάει από μπροστά του τελείως απαρατήρητο. Κυλά μπρος στα πόδια του το γλυκό νερό τού ποταμού τής χαράς και της ευτυχίας, αλλά αυτός σαν καταδικασμένος Τάνταλος, αδυνατεί να δροσίσει την ξεραμένη από την απιστία γλώσσα του, σβήνοντας τη δίψα που τον καίει, διότι το νερό που τρέχει από τη δροσογόνο πηγή της πίστης, γλιστρά και φεύγει μπροστά από τα χείλη του.
Δυστυχισμένε δούλε σκληρού τυράννου! Πώς σου έκλεψαν την ευτυχία; Πώς σου άρπαξαν τον θησαυρό; Έχασες την πίστη σου, αρνήθηκες τον Θεό σου, αρνήθηκες την αποκάλυψή Του και πέταξες την πλουσιοπάροχη δωρεά της θείας χάρης. Πόσο άθλια είναι η ζωή του ανθρώπου αυτού! Αυτή είναι μια σειρά από βάσανα, γιατί το...