Η "ΚΑΡΔΙΑ" ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ




 Ένας ύμνος από την υμνολογία του αγίου Ιουστίνου έρχεται και φωτίζει τον εσωτερικό του αγώνα, αποκαλύπτοντάς μας, κατά τη θεώρηση του αγίου υμνογράφου του, το πνευματικό επίπεδο στο οποίο βρισκόταν. «Στερέωμα Χριστόν ἐν τῇ καρδίᾳ σου κατέχων, ἀνδρείως ἀντικατέστης, Ἰουστίνε, τῷ δικάζοντι ἀνομεῖν παρανόμως σε προστάττοντι» (ὠδή γ΄). Δηλαδή: Έχοντας βαθιά μέσα στην καρδιά σου τον Χριστό ως βάση και στερέωμά σου, Ιουστίνε, αντιμετώπισες με ανδρεία τον δικαστή που σε πρόσταζε με παράνομο τρόπο να ανομήσεις και να προδώσεις τον Θεό.

Ο άγιος ήταν φιλόσοφος με την έννοια της αναζήτησης της αλήθειας, μέχρις ότου βρήκε «τήν μόνην ἀληθῆ τε και ξύμφορον φιλοσοφίαν», δηλαδή την πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό, πίστη στην...

Τι να απαντήσουμε όταν κάποιος μας λέει ότι δεν υπάρχει Θεός


Ένας συνάδελφός σου , σού επαναλαμβάνει συνεχώς: “Δεν υπάρχει Θεός !” Καί αισθάνεσαι σά νά σέ χτυπά μέ μαστίγιο. Κι εσύ αγωνιάς γιά τήν ψυχή του καί τή ζωή του. Καί καλά σκέφτεσαι.
Άν δέν υπάρχει ο Ζών κι ο Παντοδύναμος Θεός κι άν δέν είναι ισχυρότερος από τό θάνατο, τότε ο θάνατος είναι ο μοναδικός κυρίαρχος. Καί η κάθε ζωντανή ύπαρξη δέν είναι παρά ένα κλωτσοσκούφι τού θανάτου. Ένα ποντικάκι στό στόμα τής γάτας.
Μία φορά, αντικρούοντας τόν, τού είπες: “Ο Θεός υπάρχει. Γιά σένα δέν υπάρχει”. Καί δέν έσφαλες. Γιατί εκείνοι πού αποκόπτονται από τόν Αιώνιο καί Ζωοδότη Κύριο εδώ στήν γή, αποκόπτονται από τή ζωή τήν πραγματική. 
Καί έτσι ούτε εδώ, ούτε στήν άλλη ζωή θά γευθούν τό μεγαλείο του Θεού καί τής πλάσης Του. Καί καλύτερα νά μήν είχαμε γεννηθεί, παρά νά είμαστε αποκομμένοι από τόν Θεό.
Άν ήμουν στή θέση σου, θα του έλεγα τα εξής:

– Κάνεις λάθος, φίλε μου! Ορθότερο θα ήταν, αν έλεγες: «Εγώ δεν έχω Θεό». Διότι το βλέπεις, ότι υπάρχουν τόσοι άνθρωποι γύρω σου, που έχουν Θεό και γι’ αυτό διακηρύττουν ότι υπάρχει Θεός. Λοιπόν, μη λες: «Δεν υπάρχει Θεός»! Περιορίσου να λες: «Εγώ δεν έχω Θεό»!
– Κάνεις λάθος! Μιλάς σαν τον άρρωστο, που λέει ότι δεν υπάρχει πουθενά υγεία!
– Κάνεις λάθος! Μοιάζεις με τον τυφλό που λέει: «Δεν υπάρχει φως στον κόσμο». Όμως φως υπάρχει. Και είναι διάχυτο παντού. Αυτός ο δυστυχής δεν έχει το φως του.

Και θα μιλούσε σωστά αν έλεγε: 
«Εγώ δεν έχω μάτια και...

«Μάθε ποιος είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων» (Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστή)




 Οσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ἡσυχαστῆ

Πρῶτα ἀπ’ ὅλα χρειάζεται τὸ «γνῶθι σαυτόν». Δηλαδὴ νὰ γνωρίσεις τὸν ἑαυτό σου, ποιὸς εἶσαι.

Ποιὸς εἶσαι στ’ ἀλήθεια, ὄχι ποιὸς νομίζεις ἐσὺ ὅτι εἶσαι. Μὲ τὴ γνώση αὐτὴ γίνεσαι ὁ σοφότερος τῶν ἀνθρώπων.

Μὲ τέτοια ἐπίγνωση ἔρχεσαι σὲ ταπείνωση καὶ παίρνεις χάρη ἀπὸ τὸν Κύριο. Διαφορετικὰ ἂν δὲν ἀποκτήσεις αὐτογνωσία, ἀλλ’ ὑπολογίζεις μόνο τὸν κόπο σου, γνώριζε ὅτι πάντοτε θὰ βρίσκεσαι μακριὰ ἀπὸ τὸ δρόμο.

Διότι δὲν λέει ὁ Προφήτης· «ἴδε, Κύριε, τὸν κόπον μου», ἀλλὰ «ἴδε, λέγει, τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου». Ὁ κόπος εἶναι γιὰ τὸ σῶμα, ἡ ταπείνωση γιὰ τὴ ψυχὴ καὶ πάλι τὰ δύο μαζί, κόπος καὶταπείνωση, γιὰ ὅλον τὸν ἄνθρωπο.

Ποιὸς νίκησε τὸ διάβολο; Αὐτὸς ποὺ γνώρισε τὴν ἀσθένειά του, τὰ πάθη καὶ τὰ ἐλαττώματα, ποὺ ἔχει. Ὁ φοβούμενος νὰ ...

Τα φοβερά προφητικά λόγια του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς για το μέλλον της Ευρώπης

 

Αγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Ο Χριστός έφυγε από την Ευρώπη



Οταν ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς ήταν κλεισμένος στο φρικτό ναζιστικό στρατόπεδο Νταχάου, εξ αιτίας της ποιμαντικής δράσης του, έγραψε τα εξής προφητικά και αποκαλυπτικά για την σύγχρονη Ευρώπη, της οποίας κάνει μία καταπληκτική πνευματική ακτινογραφία, με την χάρη του Αγίου Πνεύματος που φώτιζε τον νου του.

Τα λόγια του αυτά είναι και σήμερα επίκαιρα, όσο ποτέ άλλοτε:

Ο Χριστός απομακρύνθηκε από την Ευρώπη, όπως κάποτε απομακρύνθηκε από την χώρα των Γαδαρηνών, επειδή το ζήτησαν οι Γαδαρηνοί. Όμως μόλις απομακρύνθηκε, ήρθε ο πόλεμος, η φτώχεια, η φρίκη, η καταστροφή. Ξανά γύρισε στην Ευρώπη ο προχριστιανικός βαρβαρισμός των Αβάρων, των Ούννων, των Λογγοβάρδων, αλλά σε μέγιστη φρίκη. Τον Σταυρό Του και ...

Πώς η προσευχή αλλάζει τα δύσκολα δεδομένα



 Γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα

Ήρθε κάποτε να με δει μια κοπέλα. Ήταν φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο και αμφότεροι οι γονείς της ήταν γιατροί. Μου είπε ότι είχε πρόβλημα με κάποια καθηγήτριά της, η οποία την έκοβε συνεχώς στις εξετάσεις. Της είπα,

  • «Γιατί διεξάγεις πόλεμο με την καθηγήτριά σου; Πρέπει να τη σέβεσαι σαν να ήταν μάνα σου. Σε μαθαίνει πειθαρχία για το δικό σου καλό».

 Η κοπέλα δεν με άκουγε.

  • «Όχι πάτερ, έλεγε, η καθηγήτρια είναι μοχθηρή... Είναι έτσι... Είναι αλλιώς... Δίνω όλες τις σωστές απαντήσεις στις ερωτήσεις της και εκείνη το μόνο που κάνει είναι να μου λέει να ξαναπεράσω την επόμενη φορά. Δεν λέει να με περάσει».

 Είπα στην κοπέλα ότι προφανώς η καθηγήτριά της ήταν αλλόφρων, αλλά και η ίδια διεξήγε πόλεμο εναντίον της στο μυαλό της. Της είπα ότι θα πρέπει να προσευχηθεί για την καθηγήτριά της, να προσευχηθεί να στείλει ο Κύριος και στην ίδια άγγελο ειρήνης για να της δώσει τη δύναμη να αγαπήσει την καθηγήτριά της. Έτσι θα τακτοποιηθούν όλα.

Η κοπέλα με κοίταζε σαν να της λέω παραμύθια. Έτσι κύλησε άλλος ένας χρόνος, πράγμα που την έκανε να χάσει κάθε ελπίδα ότι θα καταφέρει να περάσει ποτέ το μάθημα. Και έπειτα άρχισε να προσεύχεται για την καθηγήτριά της, και την επόμενη φορά που πήγε για εξετάσεις, πέρασε και πήρε μάλιστα και ψηλό βαθμό.

 https://www.isagiastriados

«Δεν μπορούσα να τους πω Χριστός Ανέστη, δεν το δεχόταν η ψυχή τους!»



 ~ Μια Πασχαλιά ανεβήκαμε οικογενειακώς να του πούμε το Χριστός Ανέστη. Ήταν η ώρα εντεκάμιση το πρωί. Μπαίνουμε μέσα,

– Χριστός Ανέστη.

– Πάτερ, Αληθώς Ανέστη, χαρούμενοι εμείς.

Αυτήν την ώρα ήρθαν κάποιοι άλλοι. Βγαίνουμε έξω από το κελάκι του και τους λέει,

– Καλημέρα σας.

Μου έκανε εντύπωση αυτό το πράγμα, τους χαιρέτισε με τον καθιερωμένο χαιρετισμό. Τους μίλησε, δεν ξέρω τι είπανε, φύγανε οι άνθρωποι. Εμένα, μου σφηνώθηκε ο λογισμός, το ξέχασε το Χριστός Ανέστη ο Γέροντας κιόλας;

Μας φωνάζει:

– Ελάτε μέσα. Βρε κουτό, τι σκέψεις είναι αυτές που κάνεις; Δεν μπορούσα να ...

BYZANTIO: Πώς αντιδρούσαν οι άγιοι στις αυθαιρεσίες των αυτοκρατόρων

 



[Μετά τους διωγμούς, η Εκκλησία, για να διατηρήσει την ζωοποιό δύναμη του δόγματος, χρειάστηκε να δώσει αγώνες και μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, αιματηρούς.

Ποιος φανταζόταν ότι θα έφτανε μέρα που θα εκδηλωνόταν ευθεία επίθεση στο «άρρεν και θήλυ εποίησεν αυτούς ο Θεός»; Ο απ. Παύλος και ο «εθνικός» Πλάτων συμφωνούσαν απολύτως: ο δεύτερος μιλούσε «κατά φύσιν» και «παρά φύσιν» σχέσεις και ο απόστολος για «φυσικήν χρήσιν» και «παρά φύσιν». Ώσπου ο Διαφωτισμός αναγόρευσε τον άνθρωπο Θεό, στον οποίο επιτρέπονται τα πάντα… Τα κείμενα αντλήθηκαν από τον ΝΕΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ του Ιερού Κοινοβίου Ευαγγελισμού της Θεοτόκου-Ορμύλια Χαλκιδικής.]

Εγκαταβίωσε στη μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου στη συνοικία Ψύχα, όπου διαδέχθηκε τον αδελφό του στην ηγουμενία. Διέλαμψε, όμως, πρωτίστως, στην υπεράσπιση των σεπτών εικόνων κατά του χρόνους του Λέοντος Ε΄ του Αρμενίου (813-820). Οδηγήθηκε αρχικά ενώπιον του εικονομάχου πατριάρχη Θεόδωρου του Κασσιτερά, εν συνεχεία παραπέμφθηκε στο δικαστήριο του Επάρχου της πρωτεύουσας και ...

Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος


 

Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε σε ένα χωριό της λεγομένης Μικράς Ρωσίας, περί το 1690 μ.Χ., από γονείς ευλαβείς και ενάρετους. Όταν έφθασε σε νόμιμη ηλικία στρατεύθηκε, ενώ βασίλευε στη Ρωσία ο Μέγας Πέτρος. Έλαβε μέρος στον πόλεμο που έκανε εκείνος ο τολμηρός τσάρος εναντίον των Τούρκων κατά το 1711 μ.Χ., και συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Τατάρους. Οι Τάταροι τον πούλησαν σε έναν Οθωμανό αξιωματικό Ίππαρχο, που καταγόταν από το Προκόπιον της Μικράς Ασίας, το οποίο βρίσκεται πλησίον στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ο αγάς τον πήρε μαζί του στο χωριό του. Πολλοί από τους αιχμαλώτους συμπατριώτες του αρνήθηκαν την πίστη του Χριστού και έγιναν Μουσουλμάνοι, είτε γιατί κάμφθηκαν από τις απειλές, είτε γιατί δελεάστηκαν από τις υποσχέσεις και τις προσφορές υλικών αγαθών.

Ο Ιωάννης, όμως, ήταν από μικρός αναθρεμμένος με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και αγαπούσε πολύ τον Θεό και την πίστη των πατέρων του. Ήταν από εκείνους τους νέους, όπου τους σοφίζει η γνώση του Θεού, όπως κήρυξε ο σοφός Σολομών, λέγοντας: «Ο δίκαιος είναι γνωστικός και στη νεότητά του. Διότι τιμημένο γήρας δεν είναι το πολυχρόνιο, ούτε μετριέται με τον αριθμό των ετών. Η φρονιμάδα πιο νέους ανθρώπους είναι σεβάσμια ωσάν να είναι φέροντες και ο καθαρός βίος τους κάνει ωσάν να είναι γέροντες πολύμαθοι».

Έτσι, λοιπόν, και ο μακάριος Ιωάννης, έχοντας την σοφία που δίδει ο Θεός σε εκείνους που τον αγαπούν, έκανε υπομονή στη δουλεία και στην κακομεταχείρηση του αφέντη του και στις ύβρεις και τα πειράγματα των Οθωμανών, οι οποίοι τον φώναζαν «κιαφίρη», δηλαδή άπιστο, φανερώνοντάς του την περιφρόνηση και την απέχθειά τους. Στον αφέντη του και σε όσους τον παρακινούσαν να αρνηθεί την πίστη του, αποκρινόταν με σθεναρή γνώμη ότι προτιμούσε να πεθάνει, παρά να πέσει σε τέτοια φοβερή αμαρτία. Στον αγά είπε: «Εάν με αφήσεις ελεύθερο στην πίστη μου, θα είμαι πολύ πρόθυμος στις διαταγές σου. Αν με βιάσεις να αλλαξοπιστήσω, γνώριζε ότι σού παραδίδω την κεφαλή μου, παρά την πίστη μου. Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα αποθάνω».

Ο Θεός, βλέποντας την πίστη του και ακούγοντας την ομολογία του, μαλάκωσε την σκληρή καρδιά του αγά και με τον καιρό τον συμπάθησε. σε αυτό συνήργησε και η μεγάλη ταπείνωση όπου στόλιζε τον Ιωάννη, καθώς και η πραότητά του.

Έμεινε, λοιπόν, ήσυχος ο μακάριος Ιωάννης από τις υποσχέσεις και απειλές του Οθωμανού κυρίου του, ο οποίος τον είχε διορισμένο στον σταύλο του, για να φροντίζει τα ζώα του. Σε μία γωνιά του σταύλου ξάπλωνε το κουρασμένο σώμα του και αναπαυόταν, ευχαριστώντας τον Θεό, διότι αξιώθηκε να έχει ως κλίνη τη φάτνη στην οποία ανεκλίθη κατά την γέννησή Του ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Ήταν δε αφοσιωμένος στο έργο του, περιποιούμενος με στοργή τα ζώα του κυρίου του, τα οποία αισθάνονταν τόση την προς αυτά αγάπη του Αγίου, ώστε να τον ζητούν όταν απουσίαζε, να τον προσβλέπουν με αγάπη και να χρεμετίζουν με χαρά όταν τα χάιδευε, ωσάν να συνομιλούσαν μαζί του.

Με τον καιρό ο αγάς τον αγάπησε, καθώς και η σύζυγός του, και του έδωσαν για κατοικία ένα μικρό κελλί κοντά στον αχυρώνα. Όμως ο Ιωάννης δεν δέχθηκε και εξακολούθησε να κοιμάται στον σταύλο, για να καταπονεί το σώμα του με την κακοπέραση και με την άσκηση, μέσα στη δυσοσμία των ζώων και στα ποδοβολητά τους. Κάθε νύχτα ο σταύλος γέμιζε από τις προσευχές του Αγίου και η κακοσμία γινόταν οσμή ευωδίας πνευματικής. Ο μακάριος Ιωάννης είχε εκείνο τον σταύλο ως ασκητήριο, και εκεί πορευόταν κατά τους κανόνες των Πατέρων, επί ώρες γονυπετής και προσευχόμενος, κοιμώμενος για λίγο επάνω στα άχυρα, χωρίς άλλο σκέπασμα παρά μία παλαιά κάπα, γευόμενος με διάκριση, πολλές φορές μόνο λίγο ψωμί και νερό, και νηστεύοντας τις περισσότερες ημέρες.

Συνέχεια έψαλλε τους λόγους του ιερού ψαλμωδού: «Ὁ κατοικῶν ἐν βοηθείᾳ τοῦ Ὑψίστου, ἐν σκέπῃ τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ αὐλισθήσεται. Ἐρεῖ τῷ Κυρίῳ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ καὶ καταφυγή μου, ὁ Θεός μου καὶ ἐλπιῶ ἐπ’ Αὐτόν. Ὅτι Αὐτὸς ρύσεταί με ἐκ παγίδος θηρευτοῦ καὶ ἀπὸ λόγου ταραχώδους. Ἔθεντο με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. Ἐγὼ δὲ πρὸς τὸν Κύριον ἐκέκραξα ἐν τῷ θλίβεσθαί με καὶ εἰσήκουσέ μου. Κύριος φυλάξει τὴν εἴσοδόν μου καὶ τὴν ἔξοδόν μου ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος. Πρὸς σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου Κύριε, τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἰδοὺ ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν, οὕτως οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν πρὸς Κύριον τὸν Θεόν ἡμῶν, ἕως οὗ οἰκτιρῆσαι ἡμᾶς». Ψαλμούς σιγόψαλλε και κατά την ώρα που ακολουθούσε πίσω από το άλογο του αφέντη του.

Με την ευλογία που έφερε ο Άγιος στον οίκο του Τούρκου Ιππάρχου, αυτός πλούτισε και έγινε ένας από τους ισχυρούς του Προκοπίου.

Ο Άγιος ιπποκόμος του, εκτός της προσευχής και της νηστείας, που έκανε ως άλλος Ιώβ, πήγαινε τη νύχτα και έκανε όρθιος αγρυπνίες στο νάρθηκα της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, η οποία ήταν κτισμένη μέσα σε ένα βράχο και βρισκόταν κοντά στον οίκο του Τούρκου κυρίου του. Εκεί πήγαινε κρυφά τη νύχτα, κοινωνούσε δε κάθε Σάββατο τα Άχραντα Μυστήρια. και ο Κύριος, «ὁ ἐτάζων καρδίας καὶ νεφρούς», επέβλεψε επί τον δούλο του τον πιστό και έκανε, ώστε να πάψουν να τον περιπαίζουν και να τον υβρίζουν οι σύνδουλοί του και οι άλλοι αλλόθρησκοι.

Αφού, λοιπόν, ο αφέντης του Ιωάννη πλούτισε, αποφάσισε να υπάγει για προσκύνημα στη Μέκκα, τη ιερά πόλη των Μωαμεθανών.

Αφού πέρασαν αρκετές ημέρες από την αναχώρησή του, η σύζυγός του παρέθεσε τράπεζα και προσκάλεσε τους συγγενείς και τους φίλους του ανδρός της, για να ευφρανθούν και να ευχηθούν να επιστρέψει υγιής στον οίκο του από την αποδημία. Ο μακάριος Ιωάννης διακονούσε στην τράπεζα. Παρέθεσαν δε σε αυτή και ένα φαγητό, το οποίο άρεσε πολύ στον αγά, το λεγόμενο πιλάφι, το οποίο συνηθίζουν πολύ στην Ανατολή. Τότε η οικοδέσποινα θυμήθηκε τον σύζυγό της και είπε στον Ιωάννη: «Πόση ευχαρίστηση θα ελάμβανε, Γιουβάν, ο αφέντης σου, αν ήταν εδώ και έτρωγε μαζί μας από τούτο το πιλάφι!». Ο Ιωάννης τότε ζήτησε από την κυρία του ένα πιάτο γεμάτο πιλάφι και είπε ότι θα το έστελνε στον αφέντη του στη Μέκκα. Στο άκουσμα των λόγων του γέλασαν οι προσκεκλημένοι. Αλλά η οικοδέσποινα είπε στην μαγείρισσα να δώσει το πινάκιο με το φαγητό στον Ιωάννη, σκεπτόμενη ή ότι ήθελε να το φάει ο ίδιος μόνος του ή να το πάει σε καμιά φτωχή χριστιανική οικογένεια, όπως συνήθιζε να κάνει, δίδοντας το φαγητό του.

Ο Άγιος το πήρε και πήγε στον σταύλο. Εκεί γονυπέτησε και έκανε προσευχή εκ βάθους καρδίας παρακαλώντας τον Θεό να αποστείλει το φαγητό στον αφέντη του με όποιον τρόπο οικονομούσε Εκείνος με την παντοδυναμία Του. Με την απλότητα που είχε στην καρδιά του ο Ιωάννης πίστεψε ότι ο Κύριος θα εισακούσει την προσευχή του και το φαγητό θα πήγαινε θαυματουργικά στη Μέκκα. Πίστευε, «μηδὲν διακρινόμενος» κατά τον λόγο του Κυρίου, χωρίς να έχει κανένα δισταγμό ότι αυτό που ζήτησε θα γινόταν. Και, όπως λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «τὰ ὑπερφυῆ ταῦτα σημεῖα συμβαίνουσι τοῖς ἁπλουστέροις τῇ διανοίᾳ καὶ θερμοτέροις τῇ ἐλπίδι», ότι, δηλαδή, αυτά τα υπερφυσικά θαύματα συμβαίνουν σε εκείνους που έχουν απλούστερη διάνοια και είναι θερμότεροι στην ελπίδα την οποία έχουν προς τον Θεό. Πράγματι! το πιάτο με το φαγητό χάθηκε από τα μάτια του Οσίου. Ο μακάριος Ιωάννης επέστρεψε στην τράπεζα και είπε στην οικοδέσποινα ότι έστειλε το φαγητό στη Μέκκα. Ακούγοντας οι προσκεκλημένοι τον λόγο αυτό γέλασαν και είπαν ότι το έφαγε ο Ιωάννης.

Αλλά ύστερα από λίγες ημέρες γύρισε από την Μέκκα ο κύριός του και έφερε μαζί του το χάλκινο πιάτο, προς μεγάλη έκπληξη των οικίων του. Μόνο ο μακάριος Ιωάννης δεν εξεπλάγη. Έλεγε, λοιπόν, ο αγάς πιο οικίους του: «Την δείνα ημέρα (και ήταν η ημέρα του συμποσίου, κατά την οποία είπε ο Ιωάννης ότι έστειλε το φαγητό στον αφέντη του), την ώρα κατά την οποία επέστρεψα από το μεγάλο τζαμί στον τόπο όπου κατοικούσα, βρήκα επάνω στο τραπέζι, σε έναν οντά (δωμάτιο) όπου τον είχα κλειδωμένο, τούτο το σαχάνι (πιάτο) γεμάτο πιλάφι. Στάθηκα με απορία, σκεπτόμενος, ποίος άραγε είχε φέρει εκείνο το φαγητό και προ πάντων δεν μπορούσα να εννοήσω με τί τρόπο είχε ανοίξει την πόρτα, την οποία είχα κλείσει καλά. Μη γνωρίζοντας πως να εξηγήσω αυτό το παράδοξο πράγμα, περιεργαζόμουν το πιάτο μέσα στο οποίο άχνιζε το πιλάφι και είδα με απορία ότι ήταν χαραγμένο το όνομά μου επάνω στο χάλκωμα, όπως σε όλα τα χάλκινα σκεύη της οικίας μας. Ωστόσο, με όλη την ταραχή όπου είχα από εκείνο το ανεξήγητο περιστατικό, κάθισα και έφαγα το πιλάφι με μεγάλη όρεξη, και ιδού το πιάτο που το έφερα μαζί μου, και είναι αληθινά το δικό μας».

Ακούγοντας αυτή τη διήγηση οι οικείοι του Ιππάρχου εξέστησαν και απόρησαν, η δε σύζυγός του, του εξιστόρησε πως ζήτησε ο Ιωάννης το πιάτο με το φαγητό και είπε ότι το έστειλε στη Μέκκα, και ότι, ακούγοντάς τον να λέγει ότι το έστειλε, γέλασαν.

Αυτό το θαύμα μαθεύτηκε σε όλο το χωριό και στη γύρω περιοχή και όλοι θεωρούσαν πλέον τον Ιωάννη ως άνθρωπο δίκαιο και αγαπητό στον Θεό, τον έβλεπαν δε με φόβο και σεβασμό, και δεν τολμούσε κανείς να τον ενοχλήσει. Ο κύριός του και η σύζυγός του τον περιποιούνταν περισσότερο και τον παρακαλούσαν πάλι να φύγει από τον σταύλο και να κατοικήσει σε ένα οίκημα, το οποίο ήταν κοντά στον σταύλο, όμως εκείνος δεν ήθελε να αλλάξει κατοικία. Περνούσε, λοιπόν, τον βίο του με τον ίδιο τρόπο, ως ασκητής, εργαζόμενος όπως πριν στην περιποίηση των ζώων και κάνοντας με προθυμία τα θελήματα του αγά.

Αλλά ύστερα από λίγα χρόνια, κατά τα οποία έζησε ο μακάριος Ιωάννης με νηστεία, προσευχή και χαμευνία, πλησιάζοντας στο τέλος της ζωής του, ασθένησε και ήταν ξαπλωμένος πάνω στα άχυρα του σταύλου, τον οποίο είχε αγιάσει με τις δεήσεις του και με την κακοπάθεια του σώματός του για το όνομα και την αγάπη του Χριστού.

Προαισθανόμενος ο Όσιος το τέλος του, ζήτησε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων και γι' αυτό έστειλε και κάλεσε έναν ιερέα. Αλλά ο ιερεύς φοβήθηκε να μεταφέρει φανερά τα Άγια Μυστήρια στο σταύλο, εξαιτίας του φανατισμού των Τούρκων. Όμως σοφίστηκε, κατά Θεία φώτιση, και πήρε ένα μήλο, το έσκαψε, έβαλε μέσα την Θεία Κοινωνία και έτσι μετέβη στο σταύλο και κοινώνησε τον μακάριο Ιωάννη. Ο Ιωάννης, μόλις έλαβε το Άχραντο Σώμα και το Τίμιο Αίμα του Κυρίου, παρέδωσε την αγία ψυχή του στα χέρια του Θεού, τον Οποίο τόσο αγάπησε. Ήταν το 1730 μ.Χ.

Το 1733 μ.Χ., το ακέραιο και ευωδιάζον ιερό λείψανο του Οσίου Ιωάννου μεταφέρθηκε, μετά την εκταφή του, αρχικά στη λατομημένη σε βράχο εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, αργότερα στο νεόδμητο ναό του Αγίου Βασιλείου και τέλος στο ναό που ανεγέρθηκε προς τιμήν του. Τοποθετήθηκε σε λάρνακα στο δεξιό μέρος της Εκκλησίας. Εκεί κατέφθαναν αναρίθμητοι προσκυνητές και πάσχοντες από διάφορα νοσήματα που εύρισκαν την θεραπεία τους.

Όταν, κατά το 1832 μ.Χ., επί σουλτάνου Μαχμούτ του Β', επαναστάτησε εναντίον του ο αντιβασιλέας της Αιγύπτου Ιμπραχήμ πασάς, ο σουλτάνος έστειλε εναντίον του και τον Χαζνετάρ Ογλού Οσμάν πασά με 1.800 στρατιώτες. Ο Οσμάν πασάς, αφού πέρασε την Καισάρεια της Καππαδοκίας, έφθασε κοντά στο Προκόπιο, όπου σκεπτόταν να αναπαυθεί και να αναχωρήσει την άλλη ημέρα. Επειδή όμως οι περισσότεροι από τους Μουσουλμάνους του Προκοπίου, σαν γενίτσαροι που ήσαν, μισούσαν τον σουλτάνο, συμφώνησαν όλοι να μην δεχθούν τον Οσμάν πασά στο Προκόπι ούτε στα σύνορα. Οι Χριστιανοί, που ήσαν πιστοί στον σουλτάνο, προσπάθησαν να πείσουν τους συμπατριώτες τους να πειθαρχήσουν στον σουλτάνο και να δεχθούν τον στρατό που ερχόταν από εκείνον, λέγοντας μάλιστα σε αυτούς ότι μπορεί ο Οσμάν πασάς να αγανακτίσει και να καταστρέψει το χωριό. Εκείνοι όμως δεν άλλαζαν γνώμη. Τότε οι Χριστιανοί πήραν τα γυναικόπαιδα και έφυγαν στα γύρω χωριά και στις σπηλιές, για να μην πέσουν θύματα της ανόητης αντιδράσεως των γενιτσάρων.

Πράγματι, την άλλη ημέρα, όταν...

«Εγώ, ο Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος, διετάχθην με τον Άγιο Δαβίδ να σε θεραπεύσω!»




 Στην Ιερά Μονή Οσίου Δαυίδ του Γέροντος, στις Ροβιές Ευβοίας, εμόνασε ο κατά το έτος 1991 εκδημήσας προς Κύριον, αείμνηστος γέροντας και ηγούμενός της, Αρχιμανδρίτης Ιάκωβος Τσαλίκης. Πρόκειται περί εξαίρετης πνευματικής φυσιογνωμίας, καταξιωμένης στη συνείδηση του εκκλησιαστικού πληρώματος.

Εκείνος, λοιπόν, ο μακαριστός πατήρ, σε κάποια φάση κρίσιμη της ζωής του είδε θαύμα του Οσίου, το οποίο με ευγνωμοσύνη διηγείτο πάντοτε, προς δόξαν Θεού.

Οι πατέρες της Ιεράς Μονής το περιγράφουν με ακρίβεια και πιστότητα στο βιβλίο που εξέδωσαν προς τιμήν του. Διηγείται ο Γέροντας: «Εμένα που ποτέ άνθρωπος δε με είδε γυμνό, εκτός από τη μητέρα μου, όταν ήμουν παιδάκι, παραχώρησε ο Θεός να με δουν οι γιατροί και οι νοσοκόμοι και να με χειρουργήσουν επανειλημμένως. Δεν ήθελα κατ’ αρχάς να πάω σε γιατρό, θεωρώντας ότι είναι ντροπή να δουν το σώμα μου, σώμα Ιερέως.

Ο Γέροντάς μου πατήρ Νικόδημος, μου είπε κάποια φορά:

– Πήγαινε, παιδί μου, στο γιατρό, γιατί ...

Όποιον κόμμα είναι της Πατρίδος μου και της θρησκείας μου, με εκείνο είμαι και με το Σύνταγμα, δηλαδή το Ευαγγέλιο του Θεού



 Ήρθαν και μ'ερέθιζαν και μ΄έταξαν να μπω σε ξένες φατρίες και εις κόμματα. Τους είπα: Όποιον κόμμα είναι της Πατρίδος μου και ...