[Πατήστε στην εικόνα για να πάρετε το power-point)
[1]Ο Άγιος των Σκλάβων
Υπάρχουν,
λένε, βουνοκορφές, που στα πλάγια τους κιοτεύει η ιστορία. Μια τέτοια
βουνοκορφή είναι ο Άγιος των Σκλάβων, η μεγαλύτερη λαοεκπαιδευτική μορφή της
Τουρκοκρατίας, ο μεγάλος μύστης της Λευτεριάς, ο κορυφαίος αναγεννητής του
Γένους, ο Κοσμάς Αιτωλός.
[2]Γεννήθηκε στο Μέγα Δένδρο της Αιτωλίας
το 1714 και πήρε το όνομα Κώνστας.
[3]Εδώ πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής
του βοηθώντας τον πατέρα του στη δουλειά του και στα χωράφια.
[4]Στα ονομαστά μοναστήρια κοντά στο
χωριό του μαθαίνει τα πρώτα γράμματα. Ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Χρύσανθος,
τον παρακολουθεί και τον κατευθύνει.
[5]Συμπληρώνει τα κατώτερα γράμματα στη
Σιγδίτσα της Παρνασσίδας, στη σχολή Λομποτινάς Ναυπακτίας και στα Βραγγιανά
Αγράφων, όπου σχολάρχης ήταν ο αδελφός του Χρύσανθος.
[6]Όμως ο Κώνστας αναζητεί ανώτερο
σχολείο για να ικανοποιήσει τις πνευματικές ανησυχίες του. Μεταβαίνει στην
Αθωνιάδα σχολή στη μονή Βατοπεδίου, στο Άγιον Όρος τη δεκαετία 1750 - 1760.
Εκεί διδάσκουν σοφοί δάσκαλοι:
[7]Ευγένιος
Βούλγαρης, Παναγιώτης Παλαμάς, Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης. Κοντά σε
αυτούς ο Κώνστας διέτριβεν παρακολουθώντας τον κύκλο των Πανεπιστημιακών για
την εποχή σπουδών, γράφει ο βιογράφος του. Και όταν ολοκλήρωσε τη σπουδή επήγε
στη μονή Φιλοθέου. [8]Εκεί προχώρησε
προθυμότατα στην τάξη των μοναχών με το όνομα Κοσμάς. Σύντομα έγινε
ιερομόναχος.
[9] Δεν ησυχάζει όμως, θυμάται τους
σκλάβους και θέλει να τους βοηθήσει. Θέλοντας να εξακριβώσει αν αυτό είναι
θέλημα Θεού ανοίγει τη Γραφή και βρέθηκε μπροστά του: “ Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος”. Γράφει ο
ίδιος: Μ’ έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα εις
την καρδίαν ωσάν το σκουλήκι όπου τρώγει το ξύλο. Εσυμβουλεύθηκα τους
πνευματικούς πατέρας και άφησα την ιδικήν μου προκοπήν κι εβγήκα να περιπατώ
από τόπον εις τόπον και να διδάσκω τους αδελφούς μου.
Έτσι
από το Όρος βρέθηκε στην Πόλη, στο Πατριαρχείο. Παίρνει την άδεια από τον
φωτισμένο Πατριάρχη Σεραφείμ Β’. Έσφιξε στο χέρι το Πατριαρχικό έγγραφο κι ο
λογισμός του έτρεξε κι αγκάλιασε τη σκλάβα Πατρίδα. Αγνόησε τις βιβλιοθήκες και
τα χοντρά βιβλία, εξάγνισε τον εαυτό του κι ο Ρουμελιώτης καλόγερος έρχεται
κοντά στους ραγιάδες σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, τότε που κοπάδια έπαιρναν το δρόμο
του Μωάμεθ.
Αγραμματοσύνη
παντού. Ολόκληρα χωριά είχαν εξισλαμιστεί, χιλιάδες Έλληνες μιλούσαν μόνο
Βλάχικα, χιλιάδες είχαν χάσει την εθνική τους συνείδηση.
[10]Αιχμαλωτίζει, συναρπάζει, υψώνεται σε
λαϊκό ηγέτη ο κοσμοκαλόγερος. Οι δάσκαλοι και οι διανοητές προσπάθησαν, αλλά
δεν πέτυχαν να πλησιάσουν το λαό και βρέθηκε ο Πατροκοσμάς να γίνει ο πιο
αποδοτικός λαοπαιδευτής της Τουρκοκρατίας.
[11]Και ξεκινά το 1759. Η Ναύπακτος, το
Αγρίνιο, το Μεσολόγγι οι πρώτοι του στόχοι. Ένα πλήθος αβάπτιστων τον
περικυκλώνει.
[12] Οι δεισιδαιμονίες οργίαζαν, τα μίση θέριευαν,
η αμάθεια τους είχε αγριέψει. Στεριώνει σχολεία, μοιράζει βιβλία, στήνει
κολυμβήθρες, 4.000 χαλκωματένιες συνολικά, στεφανώνει ζευγάρια,
[13] ημερώνει τα παλικάρια στα κλέφτικα
λημέρια. Κατηχεί το λαό, οι άντρες ημερεύουν και οι γυναίκες αποκτούν το ήθος
τους. Η Κυριακή γίνεται ημέρα αργίας. Και σιγά – σιγά μιλά κατά τόπους
προφητικά για το ποθούμενο που δεν θ’ αργήσει να έρθει. Οι προφητείες του
πολλές για το τότε και το σήμερα, πέρασαν από γενιά σε γενιά κι έγιναν γνωστές
σ’ όλη τη ρωμιοσύνη.
[14]Επιστρέφει για λίγο στο Άγιον Όρος κι
από δώ ξεκινά τη δεύτερη περιοδεία του το 1763. Ολόκληρη η Ελλάδα γνωρίζει τον
ακούραστο απόστολο. Θεσσαλονίκη, Βέροια κι όλη η Μακεδονία,
[15]Άρτα – Πρέβεζα – Θεσπρωτία,
[16]Ιόνια νησιά,
[17]Θεσσαλία,
[18]νησιά του Αιγαίου.
[19]Ιδιαίτερα
επιμένει στη Βόρεια Ήπειρο γιατί οι εξισλαμισμοί εκεί ήταν πιο πυκνοί.
Αβάστακτος ο πόνος του για τα δεινά που βλέπει, γι’ αυτό κι ο ζήλος του
γιγαντώνεται και το σκοτάδι υποχωρεί.
[20]Μόνος του κατορθώνει τα ακατόρθωτα.
Γράφει στον αδελφό του Χρύσανθο: “Έως
τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια διά κοινά
γράμματα”.
[21]Κοντός στο ανάστημα ανέβαινε στο
σκαμνί, που του χάρισε ο Κουρτ-πασάς του Μπερατιού και κήρυττε στην ύπαιθρο: “Εγώ μήτε σακούλα έχω, μήτε κασέλα, μήτε
σπίτι μήτε άλλο ράσο απ’ αυτό που φορώ. Και το σκαμνί όπου έχω, δεν είναι ιδικό
μου, είναι ο τάφος μου”. Συνήθιζε να στήνει σταυρό και στη σκιά του
στεκόταν όρθιος και μιλούσε.
[22]Πλήθος σταυροί στήθηκαν σε πολλές
περιοχές που πέρασε.
[23]Σε πολλές ορεινές περιοχές της Ηπείρου
υπάρχουν τοπωνύμια με την ονομασία “Σταυρός” όπως στο Δελβινάκι.
[24]Αυθεντικός σταυρός του Αγίου διασώθηκε
στα Άρματα Κονίτσης.
[25]Στο ναό της Παναγίας στη Σαμαρίνα σώζεται τοιχογραφία του 1830 με τη
μορφή και το μαρτύριό του.
[26]Εικόνισμα
έχει στηθεί στη Σαμαρίνα στη θέση που μίλησε ο Άγιος κι έκανε έρανο για το σχολείο
τους και τους συμβούλεψε να μη μιλούν την αλβανική γλώσσα.
[27]Στα Τσαραπλανά, το σημερινό Βασιλικό,
οι κάτοικοί τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό. Έξι μέρες έμεινε στο χωριό και
προφήτεψε για την απελευθέρωση της Ηπείρου.
[28]“Όταν θα σμίξουν αυτά τα δένδρα, τότε θα’ ρθει το ποθούμενο”. Κι έσμιξαν
το 1912. Στη Βήσσανη του έκαναν μεγάλη υποδοχή Τούρκοι και Ρωμιοί. Στην Κόνιτσα
και στο Λεσκοβίκι προφήτεψε.
[29]Ο ενθουσιασμός όπου πήγαινε ήταν
μεγάλος. Δύο παλικάρια προπορεύονταν και φώναζαν ‘έρχεται ο Άγιος, έρχεται ο Άγιος’.
Ο κόσμος έτρεχε να τον υποδεχθεί, έπεφταν στα γόνατα, του φιλούσαν τα χέρια.
Κοντά του έτρεχαν και οι Τούρκοι που τον αγαπούσαν και τον άκουγαν.
[30]Η Χάμκω, η μάνα του Αλή-πασά, τον
σέβονταν ιδιαίτερα. Σε εκείνη προφήτεψε: “Χάμκω,
ο Αλής θα γίνει μεγάλος”.
[31]Και
στον Αλή: “Θα γίνεις αφέντης σ’ όλη την
Αρβανιτιά. Θα πατήσεις την Πρέβεζα, την Πάργα, το Σούλι και το Δέλβινο. Και
στην Πόλη θα πας, μα με κόκκινα γένια”. Και πήγε το αιματόβρεκτο κεφάλι του
στο Σουλτάνο.
[32]Όμως οι κατάσκοποι των Βενετών, των
Ρώσων, των Τούρκων τον παρακολουθούν. Οι Εβραίοι ενεργούν με πάθος για την
εξόντωσή του στον Κουρτ – πασά του Μπερατιού. Ο λόγος; Με τη δράση του σταμάτησε
την ανθελληνική δραστηριότητα, περιόρισε την άγρια οικονομική εκμετάλλευση,
επανέφερε την αργία της Κυριακής. 20.000 γρόσια πρόσφεραν στον πασά, που τον
σέβονταν και τον εκτιμούσε, να φονεύσει τον Πατροκοσμά. Έγραφε: “Χίλιοι Τούρκοι μ’ αγαπούν, κι ένας όχι και
τόσο. Χίλιοι Εβραίοι με μισούν κι ένας όχι και τόσο”.
Και
τα γρόσια λύγισαν τον πασά.
[33]Στο χωριό Κολικόντασι της Β. Ηπείρου
κήρυξε για τελευταία φορά και σύστησε το τελευταίο σχολείο. Εδώ τον συνέλαβαν
οι άνθρωποι του πασά, και τον φυλάκισαν. Άμεσα αποφασίστηκε ο θάνατός του.
[34]“Διήλθομεν
διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν” ψιθύριζε καθώς βάδιζε το δρόμο του
μαρτυρίου.
[35]Τον έφεραν στον Άψο ποταμό. Ο Κοσμάς
γονάτισε και προσευχήθηκε. Σηκώθηκε και ευλόγησε τα τέσσερα σημεία του
ορίζοντα. Θέλησαν να του δέσουν τα χέρια.
Δεν
αντιστέκομαι, τους
είπε.
[36]Οι Δήμιοι του πέρασαν ένα σκοινί στο
λαιμό και πριν το σφίξουν έγειρε ο πάτερ-Κοσμάς από τη δεξιά μεριά.
[37]Τον σύρανε μετά στην ακροποταμιά, του
δέσανε μια πέτρα στο λαιμό και ίσα τον πέταξαν στο ποτάμι.
[38]Τρεις μέρες μετά ο ιερέας του χωριού,
παπά – Μάρκος, μπήκε σε μονόξυλο και ερεύνησε να βρει το λείψανο. Το βλέπει
όρθιο, σαν ζωντανό, να επιπλέει.
[39]Το αγκαλιάζει, το ντύνει και το
ενταφιάζει με τιμές στην Εκκλησία των Εισοδίων στο Κολικόντασι.
[40]Ο θάνατός του σφράγισε το λόγο που
έσπειρε στις αποκαμωμένες ψυχές των σκλάβων. Κι ο σπόρος έπιασε τόπο και
φύτρωσε κι έδωσε καρπούς. Και θέρισε το γένος την ελευθερία του και την
αναγέννηση των αιώνιων αξιών του ανθρώπου.