ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - Αθανάσιος Κοτταδάκης

ΑΓΙΟΥ  ΙΩΑΝΝΗ  ΤΟΥ  ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ                

ΑΝΑΦΟΡΑ  ΣΤΙΣ  ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΚΕΣ  ΣΧΕΣΕΙΣ

ΑΘ.  ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

       Πριν μερικά χρόνια έγινε πολύς λόγος για τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις με αφορμή «προοδευτική» πρωτοβουλία του Δημάρχου της Τήλου, να «παντρέψει» ζευγάρι ομόφυλο, παρότι η πράξη του ήταν νομικά ανυπόστατη. Ενώ, γνωστός ένθερμος υπερασπιστής των «σχέσεων» αυτών, στα Μ. Μ. Ε. διαρκώς παρών, πάσχισε να μας πείσει ότι, οι παρά φύση ερωτικές σχέσεις-άντρα με άντρα, και γυναίκας με γυναίκα-είναι ό, τι και οι φυσικές-άντρα με γυναίκα-ή, άλλη εκδοχή των φυσικών ! Αντιμετώπισε, μάλιστα, περιφρονητικά και ιταμά συνομιλητή του κληρικό. Ωστόσο, αυτές οι σχέσεις παίρνουν τώρα υπόσταση νομική-«σύμφωνο συμβίωσης»-πράγμα που από πλευράς Πολιτείας απαιτεί μεγάλη προσοχή, και, από πλευράς Εκκλησίας, χωρίς να αναιρούνται όσα ακολουθούν, πολλή σύνεση !
     Στο σημερινό χαοτικό κόσμο Δύσης και Ανατολής, καθένας λέει ό, τι επιθυμεί. Βέβαια, τα ...λεγόμενά του αφορούν τον ίδιο και τους ομοίους του, ενώ  είναι ηλίου φαεινότερο ότιδεν αφορούν τους αληθινούς χριστιανούς«Όστις θέλει» να είναι παιδί ή αδερφός του Χριστού, έχει εδώ δυο ανυπέρβλητες μορφές οδηγούς, Παύλο, τον Απόστολο των Εθνών, και Ιωάννη το Χρυσόστομο, Μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο της Εκκλησίας. Που, οριοθετούν τη χριστιανική θέση στο θέμασαφέστατα και απερίφραστα, απευθυνόμενοι στην ψυχή όσων χριστιανών βρίσκει ανταπόκριση η λειτουργική πρόσκληση, «όσοι πιστοί»!

*******
     Έτσι, ο Απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή-1,18 και 1,26κε--ορίζει ότι, η ομοφυλοφιλική ερωτική σχέση αποτελεί τραγική υποταγή σε πάθος επαίσχυντο ! Που, είναι επακόλουθο και «τίμημα» της πλάνης των ειδωλολατρών για το Θεό. Γιατί, ενώ μπορούσαν βλέποντας το θαύμα της δημιουργίας να γνωρίσουν το Δημιουργό, θεοποίησαν και λάτρεψαν τα δημιουργήματα, έβαλαν το ψέμα στη θέση της Αλήθειας. «Για το λόγο αυτό τους παρέδωσε ο Θεός σε επαίσχυντα πάθη. Οι γυναίκες αντικατέστησαν τις φυσικές σχέσεις με αφύσικες. Το ίδιο και οι άντρες, άφησαν τη φυσική σχέση με τη γυναίκα, και φλογίστηκαν με σφοδρό πάθος ο ένας για τον άλλο, διαπράττοντας ασχήμιες αρσενικοί με αρσενικούς και πληρώνοντας έτσι με το ίδιο τους το σώμα το τίμημα που ταίριαζε στην πλάνη τους»-1,26-27.
     Σε γλώσσα σημερινή ο Απ. Παύλος λέει ότι, όποιος τα έχει μπερδεμένα σε καίρια ζητήματα ζωής, πιο καθαρά, όποιος έχει βγάλει από τη ζωή του το Θεό, σε ό, τι τον αφορά τα πάντα δικαιολογεί, ή όπως έχει λεχθεί, «αν δεν υπάρχει ο Θεός, όλα επιτρέπονται» ! Το δύσκολο στις μέρες μας και αντιφατικό είναι ότι, αυτοί που πασχίζουν να μας πείσουν πως η παρά φύση ερωτική σχέση είναι το ίδιο με τη φυσική, ή ότι η πρώτη είναι άλλη εκδοχή της δεύτερης, δεν είναι ειδωλολάτρες !Δεν ξέρω, αν έχουν αρνηθεί την πίστη στον Τριαδικό Θεό, ξέρω ότι τυπικά τουλάχιστον είναι βαπτισμένοι χριστιανοί-στην περίπτωσή μας, ορθόδοξοι ! Και το χειρότερο. Κάποιοι κληρικοί, δυστυχώς και βαθμού επισκοπικού, έχουν φαίνεται διολισθήσει σ’ αυτή την τραγική οδό. «Κύριος μόνον οίδε», πώς τα Άγια των Αγίων ιερουργούν, και αν, πόσο ή πόσους χριστιανούς σκανδαλίζουν.
*******
     Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος-4η ομιλία στην προς Ρωμαίους Επιστολής-είναι αναλυτικός, ξεκάθαρος, και απερίφραστος, όπως ο αγαπημένος του Απόστολος. Ελπίζω, λοιπόν, ότι η απόδοση σε ελεύθερο νεοελληνικό λόγο μεγάλου μέρους αυτής της βαρυσήμαντης ομιλίας του, που ακολουθεί, προσδιορίζει και σφραγίζει διαχρονικά τη χριστιανική θέση προς κάθε κατεύθυνση άριστα.
α.   «Όλα τα πάθη, αρχίζει, είναι άτιμα, μα πιο πολύ απ’ όλα η μανίατου άντρα που πάει με άντρα ! Γιατί, στα διάφορα αμαρτήματα πάσχει κυρίως η ψυχή, καθώς, να το πούμε έτσι, ντροπιάζεται πιο πολύ από ό, τι στις αρρώστιες το σώμα»-«Πάντα μεν ουν άτιμα τα πάθη, μάλιστα δε η κατά των αρρένων μανία. Και γαρ πάσχει εν τοις αμαρτήμασιν η ψυχή μάλλον και καταισχύνεται ή το σώμα εν τοις νοσήμασι». Και πρόσεξε εδώ ότι, όπως στην περίπτωση της πλανεμένης πίστης, ο Απόστολος τους αποστερεί από κάθε δυνατότητα συγχώρεσης-«Θέα δε πώς αυτούς και ενταύθα συγγνώμης αποστερεί, καθάπερ επί δογμάτων». Αφού για τις γυναίκες λέει, «αντικατέστησαν τις φυσικές σχέσεις με αφύσικες»-«μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν». Και δεν μπορεί να πει κανείς πως εννοεί, ότι προέβησαν σ’ αυτό επειδή εμποδίστηκαν στη νόμιμη σχέση με τον άντρα, ούτε ότι επειδή δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν με το φυσικό τρόπο αυτή την επιθυμία, ξέπεσαν σε τούτη την αλλόκοτη λύσσα-«προς την αλλόκοτον ταύτην λύσσαν εξώκειλαν». Η λέξη, «αντικατέστησαν» σημαίνει ότι, στη θέση ενός πράγματος που είχαν, έβαλαν ένα άλλο που επίσης είχαν, όπως ακριβώς μιλώντας για την πίστη, «αντικατέστησαν την αλήθεια του Θεού με το ψέμα»-«μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τω ψεύδει»..
     Και για τους άντρες λέει το ίδιο με έκφραση διαφορετική. «Άφησαν τη φυσική σχέση με τη γυναίκα»-«Αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας». Και, όπως τις γυναίκες, όμοια και τους άντρες εξαιρεί από κάθε δυνατότητα απολογίας, τους κατηγορεί, όχι μόνο για το ότι ενώ είχαν δυνατότητα αυτής της απόλαυσης την εγκατέλειψαν και πέρασαν σε μια άλλη, αλλά και για το ότι αφού ατίμασαν τη φυσική σχέση με τη γυναίκα έτρεξαν στην παρά φύση-«και αφέντες ην είχον, επ’ άλλην ήλθον, αλλ΄ ότι την κατά φύσιν ατιμάσαντες, επί την παρά φύσιν έδραμον». Και όσα γίνονται παρά φύση είναι και πιο δύσκολα και πιο αηδή και αποκρουστικά σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που θα έλεγε κανείς, πως μπορεί να μην έχουν ηδονή-«δυσκολώτερα δε τα παρά φύσιν και αηδέστερα, ώστε ουδέ ηδονήν αν έχοιεν ειπείν». Η γνήσια ηδονή είναι η φυσική-«Η γαρ γνησία ηδονή η κατά φύσιν εστίν». Αλλά ! Άμα εγκαταλείπει κανείς το Θεό, όλα μέσα του γίνονται άνω κάτω…
      Όταν τους ομιλεί για την πίστη στο Θεό, αναφέρεται σε δυο πράγματα, στον κόσμο ως δημιουργία και στην ανθρώπινη σκέψη, και λέει. Με το νου και τη σύνεση που τους έχει δώσει ο Θεός, βλέποντας τα δημιουργήματα, μπορούσαν να χειραγωγηθούν και να αναχθούν στο Δημιουργό, αλλά επειδή δε θέλησαν, έμειναν ασυγχώρητοι-«ασύγγνωστοι». Τώρα στη θέση του δεδομένου κόσμος-δημιουργία- βάζει το δεδομένο, ηδονή της φυσικής σχέσης του άντρα με τη γυναίκα, την οποία μπορούσαν να απολαμβάνουν με περισσότερη άνεση και μεγαλύτερη ευφροσύνη, και να είναι απαλλαγμένοι από την αισχύνη. Όμως δε θέλησαν, οπότε και ασυγχώρητοι είναι, και το φύλο τους έχουν εξευτελίσει-«Όθεν και συγγνώμης απάσης εισίν εκτός, και εις αυτήν την φύσιν υβρίσαντες». Και το πιο άτιμο από αυτά είναι, ότι και οι γυναίκες επιζητούν αυτές τις μίξεις, τις οποίες έπρεπε πιο πολύ από τους άντρες να αισχύνονται-«Ας ανδρών μάλλον αιδείσθαι εχρήν»
     Αξίζει όμως να θαυμάσει κανείς εδώ, συνεχίζει, τη σύνεση του Παύλου, που ενεπλάκη σε δυο εντελώς αντίθετα πράγματα, και τα έφερε εις πέρας διακριτικά, αλλά άριστα. Ήθελε και με σεμνό τρόπο να μιλήσει γι αυτά, και να δαγκώσει-«δακείν»-να ταρακουνήσει τον ακροατή. Και τα δυο συνάμα δε γίνονταν, το ένα εμποδίζει το άλλο. Αν μιλούσε με τρόπο σεμνό, δε θα άγγιζε τον ακροατή, αν πάλι έθιγε το θέμα δυναμικά, θα αναγκαζόταν να ξεγυμνώσει πολύ πιο ξεκάθαρα αυτό που θέλει να πει. Όμως εκείνη η συνετή και αγία ψυχή κατάφερε και τα δυο με απόλυτη προσοχή. Στο όνομα του φύλου και αύξησε τη βαρύτητα της κατηγορίας, και με κάτι σαν προπέτασμα, κράτησε την όλη έκθεση στα όρια της σεμνότητας. Άγγιξε διακριτικά πρώτα το θέμα των γυναικών, και μετά των αντρών, όπου είπε. «Με όμοιο τρόπο και οι άντρες, αφού άφησαν τη φυσική χρήση του θηλυκού». Αυτό αποτελεί στοιχείο έσχατης κατάπτωσης, γιατί δείχνει ότι τα δυο φύλα είναι διεφθαρμένα, αφού και ο άντρας που ορίστηκε της γυναίκας οδηγός, και η γυναίκα ως ισότιμη βοηθός, κατεργάζονται ό, τι αποβαίνει εχθρικό στις σχέσεις τους.
     Πρόσεξε όμως πόσο εμφαντικά χρησιμοποιεί τις λέξεις. Δεν είπε«ερωτεύτηκαν ή επιθύμησαν ο ένας τον άλλο», είπε «φλογίστηκαν ο ένας για τον άλλο με πάθος σφοδρό»-«Εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους». Βλέπεις ότι η πλεονεξία προκαλεί την όλη επιθυμία, επειδή δε δέχεται να περιοριστεί στα δικά της όρια; Κάθε τι που παραβαίνει το νόμο του Θεού, προκαλεί σε αλλόκοτες επιθυμίες, όχι σε  νόμιμες και φυσικές-«Παν γαρ το υπερβαίνον τους παρά του Θεού τεθέντας νόμους των αλλοκότων επιθυμεί, ουχί των νενομισμένων». Και όπως πολλές φορές κάποιοι που έχασαν την αίσθηση της γεύσης, τρώνε χώμα και πέτρες μικρές, και άλλοι που κατέχονται από δίψα σφοδρή, επιθυμούν να ξεδιψάσουν ακόμα και με βρωμόνερα, έτσι εκβράστηκαν κι αυτοί σε τούτο τον παράνομο έρωτα-«Ούτω και εκείνοι προς τον παράνομον τούτον εξεβράσθησαν έρωτα». Αν ρωτάς, από πού αυτή η επίταση της επιθυμίας; Απαντώ από την εγκατάλειψη του Θεού ! Και η εγκατάλειψη του Θεού από πού; Από την ανομία αυτών που τον εγκατέλειψαν, «διαπράττοντας ασχημοσύνες αρσενικοί με αρσενικούς»-«’Αρρενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι»  !

β.   Τώρα μη νομίσεις, επειδή άκουσες να λέει ότι «φλογίστηκαν ο ένας για τον άλλο με πάθος σφοδρό», πως το νόσημα αυτό είναι θέμα επιθυμίας απλής. Η κύρια αιτία του εντοπίζεται στην περίσσια της πνευματικής ραθυμίας τους, αυτή ανάβει την επιθυμία-«Και γαρ το πλέον της αυτών ραθυμίας εστίν, η και την επιθυμίαν ανήψεν». Για τούτο, δε λέει, «παρασύρθηκαν, ή βρέθηκαν να κάνουν», πράγμα που λέει αλλού-«Αν, αδερφοί μου, κάποιος βρεθεί να κάνει ένα παράπτωμα», Γαλ.6,1-αλλά τι λέει; «Την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι»,διαπράττοντας ασχήμιες ντροπιαστικές, διαπράττοντας όχι έτσι αόριστα κάποια αμαρτία, αλλά ενσυνείδητα και προμελετημένα αυτή την αμαρτία-«Έργον έθεντο την αμαρτίαν, ουχ απλώς έργον, αλλά και εσπουδασμένον». Ούτε πάλι λέει απλώς, «επιθυμία», αλλά συγκεκριμένα, «ασχήμιες ντροπιαστικές»-«ασχημοσύνην»-γιατί και την ανθρώπινη φύση ντρόπιασαν, και το νόμο του Θεού καταπάτησαν-«Και γαρ και την φύσιν ήσχυναν, και τους νόμους επάτησαν». Και πρόσεξε πόσο μεγάλη σύγχυση προκαλείται και για τις δυο πλευρές, άντρα και γυναίκας. Δεν είναι ότι αντιστρέφονται οι όροι της δημιουργίας και της μεταξύ τους σχέσης, είναι ότι γίνονται εχθροί και του εαυτού τους και αλλήλων, εισάγουν πιο δύσκολη και πιο παράνομη από εμφύλιο πόλεμο διαμάχη, πιο πολυσχιδή, και ποικίλη. Μια διαμάχη που μπορεί να χωριστεί σε τέσσερα «κενά και παράνομα» είδη εμφύλιου πολέμου.
     Πρόσεξε. Έπρεπε οι δυο-ο άντρας και η γυναίκα-να γίνουν ένα. «Θα γίνουν, λέει η Γραφή, οι δυο ένα σώμα»-«Και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν». Αλλά αυτό θα το έκανε η συζυγική γαμήλια επιθυμία, αυτή θα ένωνε τα δυο φύλα, το ένα με το άλλο. Ανατρέποντας όμως ο διάβολος αυτή την επιθυμία και παροχετεύοντάς την σε άλλο τρόπο, απέκοψε τα δυο φύλα το ένα από το άλλο, και έδωσε δυο ρόλους στο καθένα, πράγμα αντίθετο με το νόμο του Θεού. Ο Θεός λέει, «θα γίνουν οι δυο-ο άντρας και η γυναίκα- ένα σώμα», ο διάβολος χώρισε τον καθένα στα δυο. Να ο πρώτος πόλεμος. Από κει και πέρα οδήγησε τα δυο φύλα σε πόλεμο, καθένα με τον εαυτό του, και το ένα εναντίον του άλλου. Οι γυναίκες έβριζαν τις γυναίκες, όχι μόνο τους άντρες, οι άντρες αντιμάχονταν μεταξύ τους, και συνάμα ήταν έτσι σε πόλεμο μυστικό με το γυναικείο φύλο. Είδες δεύτερο και τρίτο πόλεμο, και τέταρτο και πέμπτο; Εκτός όμως από αυτούς, υπάρχει ακόμα ένας, ότι παρανόμησαν απέναντι στην ίδια την ανθρώπινη φύση-«και εις την φύσιν αυτήν παρηνόμησαν»..
    Επειδή ο διάβολος είδε, ότι ιδιαίτερα η συζυγική γαμήλια επιθυμία ενώνει τα δύο φύλα, φρόντισε να διασπάσει αυτό το δεσμό, ώστε με το να μη γεννιούνται παιδιά κατά το θείο νόμο να διαλυθεί το ανθρώπινο γένος, και με το να βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους τα φύλα, να στασιάζουν συνεχώς. «Και να πληρώνουν έτσι με το ίδιο τους το σώμα «το τίμημα» που ταίριαζε στην πλάνη τους»-Ρωμ.1,27. Πρόσεξε τώρα πώς το πράγμα γυρίζει στην πηγή του κακού, την απουσία της πίστης, και πώς γίνεται «το τίμημα», όπως λέει, εκείνης της πλάνης. Επειδή, αν μιλούσε για κόλαση και γέεννα του πυρός, όχι μόνο δε θα φαινόταν πειστικός στους ασεβείς και σε όσους προτιμούν να ζουν έτσι, αλλά θα γινόταν και καταγέλαστος, αποδείχνει ότι αυτή η μορφή ηδονής είναι η ίδια η κόλαση-«Δείκνυσιν εν αυτή τη ηδονή, ταύτην την κόλασιν ούσαν» ! Τώρα, αν δεν το αισθάνονται έτσι, αλλά και ευχαριστιούνται μ’ αυτό που κάνουν, μην εκπλαγείς, γιατί και οι μαινόμενοι, και οι πάσχοντες από ψυχική νόσο, ενώ αδικούν τους ίδιους εαυτούς τους πολύ διαπράττοντας πράγματα άθλια και ελεεινά, πράγματα που κάνουν τους άλλους να δακρύζουν γι αυτούς, εκείνοι γελούν και ευχαριστιούνται μ’ αυτά-«Ει δε ουκ αισθάνονται, αλλ’ ήδονται, μη θαυμάσης. Και γαρ και οι μαινόμενοι, και οι φρενίτιδι κατεχόμενοι νόσω, πολλά εαυτούς αδικούντες και ελεεινά πράσσοντες, εφ’ οις αυτούς έτεροι δακρύουσι, γελώσι και εντρυφώσι τοις γενομένοις αυτοί».
     Όμως-για όσους παραδίδονται στις αφύσικες αυτές σχέσεις-δε λέμε ότι είναι απαλλαγμένοι από την κόλαση γι αυτό που κάνουν, αλλά ότι γι αυτό ακριβώς ζουν δια βίου στην πιο σκληρή κόλαση, ότι δεν έχουν συναίσθηση της κατάστασής τους-«Αλλ’ ου δια τούτο φαμέν αυτούς απηλλάχθαι κολάσεως, αλλά και δι αυτό μεν ουν τούτο εν χαλεπωτέρα είναι τιμωρία, ότι ουδέ ίσασιν εν οις εισίν». Και φυσικά δεν κρίνουμε, ούτε αποφασίζουμε με μέτρο τους ψυχικά ασθενείς, αλλά τους υγιείς. Και επειδή αυτό ήταν αξίωμα παλιό, κάτι σαν νόμος πανάρχαιος, κάποιος νομοθέτης απαγόρευσε να αλείβονται με λάδι οι δούλοι-δηλαδή, να μη μπορούν να λάβουν μέρος στους αγώνες-και τη δυνατότητα να επιδίδονται στην παιδεραστία, την έδωσε μόνο στους ελεύθερους, το «προνόμιο» αυτό, μάλλον το προνόμιο της ασχήμιας αυτής. Όμως εκείνη την εποχή δε θεωρούσαν την παιδεραστία ασχήμια, αλλά κάτι σεμνό κι ανώτερο που δεν μπορούσε να είναι προνόμιο και των δούλων, γι αυτό και το επέτρεψαν μόνο στους ελεύθερους.
     Ποιοι παρακαλώ; Ο σοφότατος δήμος των Αθηναίων, και ο μέγας Σόλων ! Αλλά και πολλά άλλα βιβλία φιλοσόφων μπορεί να τα βρει κανείς γεμάτα από την αρρώστια αυτή, πλην δε λέμε ότι για τούτο η παιδεραστία είναι κάτι νόμιμο, και σωστό, αλλά ότι είναι ελεεινοί και αξιοδάκρυτοι εκείνοι που δέχτηκαν το νόμο αυτό. Γιατί ό, τι παθαίνουν οι γυναίκες που εκδίδονται, παθαίνουν κι αυτοί, και πιο άθλια από εκείνες, στο μέτρο που σ’ αυτές παρότι η μίξη είναι παράνομη, όμως είναι φυσική, ενώ αυτών είναι και παράνομη και παρά φύση-«Ταις μεν γαρ ει και παράνομος, αλλά κατά φύσιν η μίξις, αύτη δε και παράνομος και παρά φύσιν». Και να μην υπήρχε η κόλαση, ούτε κι ο φόβος της, αυτό και μόνο θα αποτελούσε τη χειρότερη κόλαση-«Ει γαρ μη γέεννα ην, μηδέ κόλασις ηπείλητο, τούτο πάσης κολάσεως χείρον ην» ! Αν όμως λες ότι ευχαριστιούνται, είναι σαν να μου μιλάς για «το τίμημα»της τιμωρίας. Γιατί ούτε αν έβλεπα κάποιον να τρέχει γυμνός, έχοντας πασαλειμμένο με λάσπες ολόκληρο το κορμί του, ακάλυπτο και απεριποίητο, θα χαιρόμουν γι αυτόν, μάλλον θα τον λυπόμουν, που δεν αισθάνεται ότι ασχημονεί…
γ.   Δεν υπάρχει πιο μεγάλος παραλογισμός από την ύβρη αυτή. Αν ο Παύλος αναφερόμενος στην πορνεία λέει, «κάθε άλλο αμάρτημα που μπορεί να διαπράξει κανείς βρίσκεται έξω από το σώμα του, αυτός όμως που πορνεύει βεβηλώνει το ίδιο του το σώμα», τι να πούμε γι αυτή τη μανία;-«Τι αν είποιμεν περί της μανίας ταύτης»; Τι άλλο παρά ότι είναι τόσο χειρότερη από την πορνεία, όσο δεν μπορεί να περιγράψει κανείς. Γιατί δε θα πω, βέβαια, ότι έγινες γυναίκα, αλλά ότι και έχασες το να είσαι άντρας, και δεν μεταπήδησες σ’ αυτό τη φύλο … Και για να μάθεις πόσο φοβερό είναι αυτό, λέω ότι, αν ερχόταν κάποιος και σου υποσχόταν να σε κάνει σκύλο, δε θα τον απέφευγες σαν λυμεώνα; Να όμως που εσύ ο ίδιος, ούτε καν σκύλο από άνθρωπο έκανες τον εαυτό σου, αλλά κάτι πιο άτιμο κι από το ζώο αυτό. Γιατί κι αυτό ακολουθεί τους όρους της ερωτικής επιθυμίας, ενώ αυτός που έχει εκπορνευτεί είναι άχρηστος εντελώς … Αλήθεια τι μπορεί να είναι πιο μυσαρό και πιο εναγές από έναν άνδρα που πορνεύεται-«Τι γαρ ανδρός πορνευομένου μυσαρώτερον; Τι δε εναγέστερον;» …
    Τι τρέλα, λοιπόν, κι αυτή, τι παραπληξία αληθινή ! Από πού τους κατέβηκε στο νου μια επιθυμία εχθρική κατά πάντα στην ανθρώπινη φύση, και τόσο κατώτερη από αυτήν όσο το σώμα από την ψυχή;- «Ω της μανίας ! Ω της παραπληξίας ! Πόθεν εισεκώμασεν η επιθυμία αύτη, τα των πολεμίων διατιθείσα την ανθρωπίνην φύσιν, μάλλον δε και εκείνων χαλεπώτερα, όσω και ψυχή σώματος αμείνων;» Και από τα άλογα ζώα πιο ανόητοι οι υποχείριοι σ’ αυτήν, και από τα σκυλιά πιο αναιδείς-«Ω και αλόγων υμείς ανοητότεροι, και κυνών αναιδέστεροι» !  Πουθενά τέτοια μείξη σ’ αυτά, καθένα ακολουθεί τους όρους του φύλου του. Ενώ εσείς εξευτελίσατε το φύλο σας, το καταντήσατε πιο άτιμο και από των αλόγων ζώων. Από πού γεννήθηκαν αυτά τα κακά; Ασφαλώς από τη μανία της ηδονής, και αυτή, από την απόρριψη του Θεού ! Όταν αποβάλλει κανείς το σεβασμό του Θεού, φεύγουν και χάνονται όλα τα καλά !

δ.   Για να μη μας συμβεί αυτό οφείλουμε να κρατάμε καλά το σεβασμό και την πίστη στο Θεό. Τίποτε δεν οδηγεί σε βέβαιη καταστροφή, όσο η αποκοπή από την άγκυρα αυτή, όπως τίποτε δε σώζει τον άνθρωπο αληθινά, όσο το να κρατιέται από αυτήν καλά ! Αν μόνο από την απλή αίσθηση ότι κάποιος άνθρωπος μας παρακολουθεί, αποφεύγουμε κάποια αμαρτήματα, κάτι το άτοπο γενικά … βάλε με το νου σου πόσο πιο ασφαλείς θα είμαστε, αν ζούμε πάντα και παντού με την αίσθηση της παρουσίας του Θεού ! Μόνο έτσι μπορεί ο διάβολος να καταλάβει ότι είναι μάταιο να μας επιτεθεί. Αν όμως μας βρει πλανεμένους και περιφερόμενους χωρίς χαλινάρι εδώ κι εκεί, δεν έχει παρά να πάρει από εμάς τους ίδιους την αφορμή, να μας διαβουκολήσει, όπου επιθυμεί …

      Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη αυτά … ας ντυθούμε με πίστη και αρετή για να απολαύσουμε την από αυτήν αληθινή και γνήσια ηδονή. Και να πετύχουμε τα υπεσχημένα αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον οποίο με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα και η τιμή και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
http://anastasiosk.blogspot.gr/2015/12/blog-post_793.html