Μνήμη Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανοῦ!




 Γράφει ὁ Βασίλειος Π. Μάλιακας, Θεολόγος - ἀκτινολόγος 

(12 Δεκεμβρίου 1994 – 12 Δεκεμβρίου 2020. 26 Χρόνια ἀπὸ τὴν Κοίμησή του.) 
Ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανὸς (κατὰ κόσμον Σωτήριος Ἀχιλ. Οἰκονομίδης, 20 Ἰουνίου 1922 – 12 Δεκεμβρίου 1994), ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες ἐκκλησιαστικὲς φυσιογνωμίες τοῦ 20ου αἰώνα, ποὺ συνέδεσε τὸ ὄνομά του – στὸ πλαίσιο τῆς ἐνασχόλησης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὰ Ἐθνικὰ Ζητήματα – μὲ τὸ θέμα τῆς Βορείου Ἠπείρου, τὸ ὁποῖο... καὶ ἐπανέφερε δυναμικὰ στὸ προσκήνιο τῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς σκηνῆς, ἰδιαίτερα στὶς δεκαετίες τοῦ 1980 καὶ 1990.

Ὁ Σεβαστιανὸς πάνω ἀπ’ ὅλα, καὶ πρῶτα ἀπ’ ὅλα, ἦταν Ἱερωμένος. Αὐτὸ ἀπέδειξε τόσο ἡ ζωὴ του – ἀσκητικὴ καὶ λιτὴ – ὅσο καὶ ὁ θάνατός του. Τὸ μόνο ποὺ ἄφησε κληρονομιὰ ἦταν ἡ πνευματική του παρακαταθήκη. Ὑλικὸ πλοῦτο, περιουσία καὶ χρήματα, ὅπως ἀποδείχθηκε ἄλλωστε, δὲν ἀπέκτησε καὶ οὔτε καὶ ἐπεδίωξε νὰ ἀποκτήσει.

Παράλληλα μὲ τὴν ἐκκλησιαστική του δράση καὶ διακονία, καὶ τὸν θεολογικὸ – κηρυγματικὸ του λόγο, ἄρθρωσε λόγο ἐθνικό, λόγο δηλαδὴ κατ’ ἐξοχὴν πολιτικό, μὲ τὴν κυριολεκτικὴ σημασία τοῦ ὄρου.

Ὁ Σεβαστιανὸς ἔκανε πολλὲς παρεμβάσεις στὴν πολιτικὴ ἡγεσία τῆς χώρας, ἐπιδιώκοντας τὴν ἐπίλυση τοῦ βορειοηπειρωτικοῦ ζητήματος, τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος συνέδεε μὲ τὴν ὅλη του ἀρχιερατικὴ ὑπόσταση. Ἦταν μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, καὶ ἕνα κομμάτι τῆς ἐκκλησιαστικῆς του δικαιοδοσίας – ὅπως ὁ ἴδιος συχνὰ συνήθιζε νὰ ὑπογραμμίζει - ἦταν ὑπὸ Ἀλβανικὴ κυριαρχία. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, μάλιστα, ποὺ στὴν Ἀλβανία ἡ Ἐκκλησία ἦταν ὑπὸ διωγμό, καὶ δὲν ὑπῆρχε καμία ἐκκλησιαστικὴ ἀρχὴ σ’ ὁλόκληρη τὴ χώρα, καὶ κατὰ συνέπεια οὔτε στὴν περιοχὴ τῆς Βορείου Ἠπείρου, ὁ Σεβαστιανὸς ὡς «ὑπέρτιμος καὶ Ἔξαρχος πάσης Βορείου Ἠπείρου» μητροπολίτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἒνιωσε τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν δικαίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος, ποὺ στὴν περιοχὴ τῆς Βορείου Ἠπείρου ταυτιζόταν μὲ τὴν Ἑλληνικὴ ἐθνικὴ Κοινότητα.

Ὅλη του ἡ δράση στὴν ἀκριτικὴ Μητρόπολη τῆς Κόνιτσας, εἶναι συνυφασμένη μὲ τοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὸν Βορειοηπειρωτικὸ Ἑλληνισμό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τοῦ προσέδωσε ἐθναρχικὸ ρόλο στὸ Βορειοηπειρωτικὸ Ζήτημα, χωρὶς ὅμως ὁ ἴδιος νὰ χρησιμοποιήσει ποτὲ τὸν ὄρο αὐτό, γιὰ νὰ χαρακτηρίσει τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς προσπάθειές του γι’ αὐτὸ τὸ θέμα.

Ἡ Κόνιτσα, ἡ μικρὴ κωμόπολη στὴ μεθόριο μὲ τὴν Ἀλβανία, ἔγινε τὸ κέντρο ἑνὸς ἀγώνα γιὰ τὸ Βορειοηπειρωτικό, ποὺ...

ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα, καὶ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο· ὅπου ὑπῆρχαν Ἕλληνες ἢ ὅπου ὑπῆρχαν διεθνεῖς ὀργανισμοὶ ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ δώσουν κάποια λύση στὴν κατάσταση ποὺ ζοῦσε ἡ περιοχὴ τῆς Βορείου Ἠπείρου.

Ἡ τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς Κόνιτσας, βίωνε καὶ σὲ ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο τὴν δραστηριότητα αὐτὴ τοῦ Ἐπισκόπου της. Σὲ κάθε εὐκαιρία, σὲ κάθε κήρυγμα ἢ ὁμιλία, ὁ λόγος τοῦ Μητροπολίτη Σεβαστιανοῦ θὰ περιέκλειε καὶ κάποια ἀναφορὰ στὸ Βορειοηπειρωτικὸ ζήτημα καὶ στὶς ἐξελίξεις περὶ αὐτοῦ. Ἀκόμη καὶ στὸ ἐπίπεδο τῶν Λατρευτικῶν Συνάξεων, ἡ προσευχὴ ὑπὲρ τῶν Βορειοηπειρωτῶν ἦταν παροῦσα. Ἡ προσθήκη στὰ «Εἰρηνικά» τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ «ὑπὲρ τῶν ἐν Βορείῳ Ἠπείρῳ δεινῶς χειμαζομένων ὁμοδόξων ἀδελφῶν ἠμῶν, καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», τὴν ὁποία καθιέρωσε ὁ Σεβαστιανός, καὶ ἡ ὁποία μέχρι καὶ σήμερα ἀκούγεται σὲ κάθε λειτουργία ποὺ τελεῖται στὴν ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης, εἶναι μία ἁπτὴ ἀπόδειξη τῆς πραγματικότητας αὐτῆς.

Ὁ Σεβαστιανὸς βίωνε τὸν ἀγώνα γιὰ τὴ δικαίωση τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ἑλληνισμοῦ ὡς καθῆκον καὶ ὑποχρέωση δική του. Ἡ μελέτη τῶν κειμένων του, τῶν ὁμιλιῶν του, τῶν ἐπιλογῶν του καὶ γενικότερα τῆς ζωῆς του, ἀποδεικνύουν τὴ βιωματικὴ αὐτὴ προσέγγιση τοῦ ἀγώνα του, γεγονὸς ποὺ τὸν ἔκανε νὰ εἶναι μαχητικὸς καὶ ἀνυποχώρητα διεκδικητικὸς – πολλὲς φορὲς ἀπόλυτος – στὶς θέσεις καὶ τὶς ἀπόψεις του.

Καὶ ἡ σύγκρουσή του μὲ τὸν πολιτικὸ κόσμο ἦταν ἀπόρροια αὐτοῦ τοῦ χαρακτήρα του, ὁ ὁποῖος δὲν μποροῦσε νὰ δεχθεῖ «ἐκπτώσεις» στὴν ἀλήθεια. Μία ἀλήθεια τὴν ὁποία προσέγγιζε ἰδανικά, μέσα ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς ἀποδείξεις καὶ τὶς μαρτυρίες ποὺ εἶχε στὴ διάθεσή του, καὶ ὄχι πολιτικά, διπλωματικὰ καὶ συγκυριακὰ ὅπως οἱ πολιτικοί. Καὶ ἡ στάση αὐτὴ ἦταν ἀναμενόμενη γιατί «ἀπὸ τὴν φύση της ἡ πολιτικὴ εἶναι ἡ τέχνη τοῦ ἐφικτοῦ καὶ ὄχι τοῦ ἰδανικοῦ. Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο μερικὲς φορὲς φαινόταν μιὰ σύγκρουση μεταξύ τῆς δράσεως τοῦ Σεβαστιανοῦ καὶ τῆς πολιτικῆς βούλησης τῆς ἑκάστοτε πολιτικῆς ἐξουσίας».

Ὁ λόγος τοῦ Σεβαστιανοῦ ἔχει σαφῆ στοιχεῖα ἐθναρχικοῦ λόγου. Χαρακτηρίζεται κυρίως ἀπὸ δύο ἄξονες. Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ τὴν καταπάτηση τῶν θρησκευτικῶν δικαιωμάτων καὶ ἐλευθεριῶν τῶν ὀρθοδόξων τῆς Βορείου Ἠπείρου - οἱ ὁποῖοι ἀνῆκαν στὸ ποίμνιό του - καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὴν καταπάτηση τῶν δικαιωμάτων τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ἑλληνισμοῦ σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ δικαίωμα τῆς γλώσσας καὶ τῆς αὐτοδιάθεσης.

Σ’ αὐτὸ τὸ πλαίσιο λοιπόν, ὁ λόγος τοῦ Σεβαστιανοῦ ἀποκτᾶ καὶ πολιτικὰ χαρακτηριστικά. Ὁ ἴδιος παίρνει πρωτοβουλίες καὶ ὀργανώνει τὶς ἐνέργειές του χρησιμοποιώντας τρόπους ποὺ χρησιμοποιοῦνται καὶ ἀπὸ τὸν πολιτικὸ κόσμο. Συσπειρώνει γύρω του νέους ἀνθρώπους ποὺ ἡ δυναμικότητά τους καὶ τὸ ἀγωνιστικό τους φρόνημα μποροῦν νὰ στηρίξουν τὶς διεκδικήσεις του γιὰ τὸ Βορειοηπειρωτικὸ Ζήτημα. Γιὰ παράδειγμα ἡ δημιουργία καὶ ἵδρυση τῆς Σ.Φ.Ε.Β.Α. (Συντονιστικῆς Φοιτητικῆς Ἕνωσης Βορειοηπειρωτικοῦ Ἀγώνα), τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἐπιτελοῦσε. Συγκέντρωσε δίπλα του νέους ἀνθρώπους, ποὺ δυναμικὰ στήριξαν τὸν ἀγώνα ποὺ ἔκανε γιὰ τὸ Βορειοηπειρωτικὸ Ἐθνικὸ Ζήτημα, πρωτοστατώντας δυναμικὰ σὲ συλλαλητήρια, πορεῖες κ.τ.λ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Σεβαστιανός, σὲ κάθε εὐκαιρία ἀναφερόταν στὰ «ἡρωικὰ παλληκάρια τῆς Σ.Φ.Ε.Β.Α.», κάνοντας μάλιστα ἰδιαίτερη μνεία στὴ Διαθήκη του.

Παρ’ ὅλο ὅμως ποὺ ὁ τρόπος ποὺ ὁ Σεβαστιανὸς ὀργανώνει τὸν ἀγώνα του γιὰ τὸ Βορειοηπειρωτικό, ἔχει πολιτικὰ χαρακτηριστικά, ἐν τούτοις σὲ κάθε περίπτωση – ὅπως ἄλλωστε εἶναι καὶ φυσικὸ – ὁ χειρισμὸς τῶν ἀποφάσεων γιὰ τὴ διευθέτηση τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ζητήματος, ἦταν πάντοτε στὰ χέρια τῆς ἐπίσημης ἑλληνικῆς πολιτείας.

Ὁ Σεβαστιανός, στὴν προσπάθειά του νὰ προωθήσει τὸ ζήτημα τῆς Βορείου Ἠπείρου, καὶ ἐφαρμόζοντας τὸν Παύλειο λόγο «τοῖς πάσι γέγονα τὰ πάντα, ἴνα πάντως τινὰς σώσω», ἐπιλέγει νὰ ἐμπλακεῖ μὲ τοὺς πολιτικούς, γιὰ νὰ καταφέρει νὰ ἐπαναφέρει τὸ Βορειοηπειρωτικὸ στὸ πολιτικὸ προσκήνιο τῆς Ἑλλάδας. Ἐπικροτεῖ κάθε προσπάθεια ἀνάδειξης τοῦ ζητήματος, καταδικάζει κάθε ἀντίθετη προσπάθεια. Βρίσκεται ἀπέναντι σὲ ὅσους ἐξ ὁρισμοῦ εἶναι ἀντίθετοι στὴν ἐπίλυση τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ζητήματος, γιατί ἁπλὰ ἐξ ἰδεολογίας θεωροῦν ὅτι αὐτὸ δὲν ὑφίσταται, καὶ συνομιλεῖ μὲ ἐκείνους ποὺ δείχνουν προθυμία νὰ συνδράμουν στὴν ἐπίλυσή του, ἀκόμη καὶ ὅταν βλέπει πὼς ἡ προθυμία αὐτὴ μπορεῖ νὰ κρύβει καὶ λόγους σκοπιμότητας (πολιτικὰ ὀφέλη).

Μὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ πορεύτηκε ὁ Σεβαστιανός. Μὲ συνεχεῖς ὀχλήσεις προσπάθησε νὰ «ἀναστήσει» στὴν νεοελληνικὴ κοινωνία τὸ ζήτημα τῆς Βορείου Ἠπείρου, καὶ νὰ κινητοποιήσει λαὸ καὶ πολιτικοὺς σὲ ἕνα ἀγώνα γιὰ τὴν ἐξασφάλιση γιὰ τὸν ἑλληνισμὸ τῆς Βορείου Ἠπείρου, τοῦ αὐτονόητου, γιὰ ὅλο τὸν ὑπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο, σεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων.

Σ’ αὐτὴν τὴν προσπάθειά του ὁ Σεβαστιανὸς ἀπέκτησε ἀρκετοὺς συνοδοιπόρους, πολλοὺς φίλους καὶ ὁρκισμένους «ἐχθρούς». Φίλους ποὺ στάθηκαν δίπλα του σὲ κάθε προσπάθεια καὶ μὲ κάθε θυσία, ἀλλὰ καὶ ἀντιπάλους - ἀκόμη καὶ μέσα ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας - ποὺ ἐναντιώθηκαν στὶς ἐπιλογές του καὶ ἀμφισβήτησαν τὴν ἁγνότητα τῶν ἐλατηρίων καὶ τήν ἀνιδιοτέλεια τῶν ἐπιλογῶν του.

Ὁ ἴδιος σημειώνει χαρακτηριστικὰ στὴ Διαθήκη του: «Ζητῶ, τώρα, συγγνώμην ἀπὸ ὅλους, ὅσους ἐλύπησα ἢ ἐπίκρανα καθ’ οἱονδήποτε τρόπον. Παρέχω δὲ καὶ ἐγὼ τὴν ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας μου συγχώρησιν εἰς ὅσους, ἄθελά τους, μὲ ἐλύπησαν καὶ μάλιστα ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνικοῦ θέματος τῆς Β. Ἠπείρου. Τώρα, ἀσφαλῶς, ὅπως ἐξελίχθησαν τὰ πράγματα, ὅλοι, ὑποθέτω, θὰ ἀντελήφθησαν τὴν ἁγνότητα τῶν  προθέσεών μου».».

Ὁ Σεβαστιανὸς ἀπὸ τὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὸ Βορειοηπειρωτικὸ Ζήτημα οὔτε χρήματα ἀπέκτησε, οὔτε πολιτικὴ ἀναγνώριση, ἀλλὰ οὔτε καὶ κάποια ἐκκλησιαστικὴ ἐξέλιξη ἐπιζήτησε. Ἡ δήλωσή του στὸν τότε δημοσιογράφο τῆς «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ» καὶ μετέπειτα Ὑπουργό, Πάνο Παναγιωτόπουλο ὅτι τὴν Μητρόπολη στὴν Κόνιτσα «δὲν τὴν ἀλλάζω μὲ καμία ἄλλη σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα. Μία μόνο κίνηση δέχομαι. Νὰ φύγω ἀπὸ τὴν Κόνιτσα καὶ νὰ μεταφέρω τὴν ἕδρα μου ἐκεῖ πού ἦταν καὶ πρίν. Στὸ Ἀργυροκάστρο!» δείχνει γιὰ μία ἀκόμη φορᾶ ὅτι γιὰ τὸν Σεβαστιανὸ τὸ Βορειοηπειρωτικὸ ἦταν ζήτημα ἠθικῆς, ἐθνικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς τάξης. Τίποτε περισσότερο. Τίποτε λιγότερο.

Αὐτὸν τὸν «ὑψιπέτη ἀετό», τὸ «φωτεινὸ ἀστέρι» ποὺ λάμπρυνε τὸ Ἔθνος καὶ τὴν Ἐκκλησία μας, χρεωστικῶς τιμοῦμε καὶ σήμερα, 26 χρόνια ἀπὸ τὴν εἰς Κύριον ἐκδημία του, ἐμεῖς ποὺ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἀξίωσε νὰ τὸν ἔχουμε Ποιμένα καὶ Πνευματικό μας Πατέρα.

Φωτογραφία: Προφήτης Ἠλίας Φούρκας 20-07-1978 

e-konitsa