Μνήμη της αγίας Ερμιόνης, μιας των τεσσάρων θυγατέρων Φιλίππου του αποστόλου (4 Σεπτεμβρίου)
Από τις τέσσερες θυγατέρες του αποστόλου Φιλίππου του διακόνου, οι οποίες κατά την μαρτυρία των Πράξεων των Αποστόλων (21,8-9) ήσαν παρθένοι, και προφήτιδες, η Ερμιόνη και η Ευτυχίς πήγαν στην Έφεσο, για να συναντήσουν τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Επειδή όμως ο ηγαπημένος απόστολος είχε ήδη μεταστεί στους ουρανούς, ακολούθησαν τον μαθητή του Πετρώνιο. Η Ερμιόνη, η οποία γνώριζε την ιατρική τέχνη, έμαθε κοντά του να θεραπεύει και τις ψυχές των ανθρώπων.
Τον καιρό εκείνο, διερχόμενος ο Τραϊανός από την Έφεσο για την εκστρατεία κατά των Πάρθων(114), άκουσε πολλά για τις θαυματουργίες και προφητείες της Ερμιόνης και διέταξε να...
του την παρουσιάσουν. Στην αρχή δοκίμασε να την εξαναγκάσει να αρνηθεί τον Χριστό, αλλά δεν την έπεισε και πρόσταξε να την ραπίσουν στο πρόσωπο. Η αγία έβλεπε τον Χριστό να κάθεται στο κριτήριο με το σχήμα του Πετρωνίου και δεχόταν με χαρά τα ραπίσματα. Όταν δε του προφήτευσε ότι και τους Πάρθους θα νικήσει και μετά από εκείνον δεν θα πάρει άλλος τον θρόνο αλλά ο γαμβρός του από την θυγατέρα του, ο Τραϊανός την άφησε ελεύθερη. Από τότε η Ερμιόνη ίδρυσε στην Ασία φιλόπτωχο πανδοχείο, στο οποίο εύρισκαν οι ξένοι ψυχική και σωματική παρηγοριά.Όταν το 117, σύμφωνα με την προφητεία, έλαβε την βασιλεία ο Αδριανός, πληροφορήθηκε για την αγία και έστειλε να του την φέρουν. Στις ερωτήσεις του για την ηλικία και την καταγωγή της η Ερμιόνη αποκρίθηκε: «Ο Χριστός μου γνωρίζει πόσων ετών είμαι και από ποια πατρίδα κατάγομαι». Ο βασιλεύς οργισμένος από την τόλμη της διέταξε να γυμνωθεί, να μαστιγωθεί αλύπητα και να ριφθεί σε λέβητα γεμάτο από κοχλάζουσα πίσσα, θειάφι, άσφαλτο και μολύβι. Μόλις η Ερμιόνη εισήλθε, η φωτιά σβήσθηκε και η μάρτυς φαινόταν σαν να στέκεται μέσα σε δροσιά. Θέλοντας ο Αδριανός να βεβαιωθεί για τα παράδοξα που έβλεπε, πλησίασε και άγγιξε τον λέβητα με το χέρι του. Αμέσως αποσπάσθηκε το δέρμα του και έπεσαν τα νύχια του. Τότε η Ερμιόνη του φώναξε μέσα από το χάλκωμα: «Μέγας είναι ο Θεός των χριστιανών». Κατησχυμμένος ο βασιλεύς πρόσταξε να την ρίξουν γυμνή σε μεγάλο πυρακτωμένο τηγάνι. Ο άγγελός της όμως την προστάτευσε και διασκόρπισε την φωτιά, κατακαίοντας όσους ευρίσκοντο κοντά.
Μετά τα θαυμαστά αυτά σημεία, η μάρτυς προσποιήθηκε ότι θέλει να προσφέρει θυσίες στους θεούς και οδηγήθηκε σε ειδωλολατρικό ναό. Με την προσευχή της έριξε στην γη και κατασυνέτριψε όλα τα αγάλματα. Ο Αδριανός φέροντας βαρέως τον τελευταίο αυτόν εμπαιγμό την παρέδωσε στους δημίους Θεότιμο και Θεόδουλο, να την αποκεφαλίσουν έξω από την πόλη.
Καθώς εκείνοι όρμησαν να εκτελέσουν την εντολή, τα χέρια τους παρέλυσαν. Φωτίσθηκε τότε ο νους τους, πίστευσαν στον Χριστό και την ίδια στιγμή θεραπεύθηκαν. Παρεκάλεσαν δε την αγία να προσευχηθεί γι’ αυτούς και παρέδωσαν εν ειρήνη το πνεύμα τους. Έχοντας διαφύγει όλα τα τεχνάσματα του διαβόλου, παρέδωσε έπειτα και η αγία Ερμιόνη τη ψυχή της στο Θεό και ετάφη στην Έφεσο.
(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Σεπτέμβριος, εκδ. Ίνδικτος, σ.48-49)