ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ



>Αποτέλεσμα εικόνας για μοναχος
>       
>                
>                
>         Του Στέφανου
> Δορμπαράκη
> Η καμπάνα
> μόλις είχε σημάνει για το
> κάλεσμα των μοναχών στην εωθινή
> ακολουθία. Ο μοναχός Ησύχιος για
> ακόμη μία φορά έμπαινε με αρκετή
> δυσκολία στο καθολικό του ναού
> σέρνοντας, όπως συνήθιζε άθελά
> του τα τελευταία χρόνια, τα
> λεπτοκαμωμένα γερασμένα πόδια
> του προκαλώντας έτσι την
> αναστάτωση των περισσοτέρων
> μοναχών. Ορισμένοι τον κοίταξαν
> περιφρονητικά. Άλλοι δεν
> καταδέχτηκαν ούτε το βλέμμα τους
> να του ρίξουν, αρκούμενοι στο να
> μουρμουρίζουν κάτι μέσα από τα
> δόντια τους. Δεν ήταν αυτή όμως
> η κύρια αιτία αναστάτωσης.
> Εκείνο που προκαλούσε
> περισσότερο τους άλλους
> μοναχούς ήταν η έντονη μυρωδιά
> του τσιγάρου που αναδυόταν από
> τα βρωμισμένα ράσα του και από τη
> λευκοκιτρινισμένη γενειάδα του.
> Δεν μπορούσαν να ανεχτούν οι εν
> Χριστώ αδελφοί του ότι καλόγερος
> τέτοιας μεγάλης ηλικίας –
> ογδόντα τεσσάρων ετών και ...
με
> έκδηλα τα σημάδια της φθοράς του
> χρόνου πάνω του – ήταν
> μπλεγμένος μ’ ένα τέτοιο πάθος,
> που οδηγούσε κάποιους πιο
> ασθενείς στη συνείδηση να
> ξεπερνούν τα όρια της αποστροφής
> του και να φτάνουν μερικές φορές
> στον εμπαιγμό και την προσβολή
> του προσώπου του. Τι κι αν που ο
> Ησύχιος ήταν από τους
> παλαιοτέρους στο μοναστήρι; Η
> βρωμιά που άφηνε πίσω του είχε
> κάνει πολλούς όχι μόνο να μην τον
> αποδέχονται, αλλά και να μην τον
> σέβονται καθόλου. Εκείνος δεν
> μιλούσε ποτέ. Έβλεπε την όλη
> ατμόσφαιρα γύρω του, έσκυβε το
> κεφάλι, ψιθύριζε προσευχές και…
> έδινε ευχές. Είχε καταφέρει σ’
> ένα βαθμό να κάνει βίωμα ό,τι
> έλεγε το όνομά του.Κανείς βεβαίως δεν
> γνώριζε την πραγματική ζωή και
> τον μεγάλο αγώνα που έκανε
> καθημερινά. Ούτε καν και ο νέος
> ηγούμενος του μοναστηριού, ο
> οποίος από παλιά τον κρατούσε σε
> κάποια απόσταση, κι όταν έγινε
> ηγούμενος απορροφήθηκε από τα
> διοικητικά βαριά καθήκοντά του.
> Μη γνωρίζοντας μάλιστα την
> πνευματική κατάστασή του,
> θεωρούσε καλό να κρατά
> «διακριτική» στάση απέναντί του,
> με σεβασμό μεν προς το γήρας του,
> αλλά και με την ενδόμυχη
> προσμονή, που δεν ήθελε ούτε στον
> εαυτό του να την ομολογήσει, πότε
> θα αναχωρήσει από τον κόσμο
> αυτόν για να γλιτώσει από τις
> πιέσεις και τα σχόλια των άλλων
> μοναχών.Ένα σύνηθες
> φαινόμενο ήταν το γεγονός ότι
> πολλοί νεώτεροι μοναχοί κάθε
> φορά που περνούσαν έξω από το
> μικρό κελί του, τού χτυπούσαν
> δυνατά την μικρή ξύλινη πορτούλα
> του προσβάλλοντάς τον πολύ
> άσχημα, λέγοντας χαρακτηριστικά
> πως η μυρωδιά που έβγαινε από
> μέσα θα τον έκαιγε στην
> κόλαση…Η αλήθεια όμως
> ήταν πως γεννήθηκε από δύο
> γονείς λάτρεις του τσιγάρου,
> αφού σ’ αυτούς ανήκε μία από τις
> μεγαλύτερες καπνοβιομηχανίες
> εκείνη την εποχή στην Ελλάδα.
> Έτσι, είτε το ήθελε είτε όχι, ο
> Ησύχιος (κατά κόσμον Παύλος) 
> μεγάλωσε μέσα στο εργοστάσιο των
> γονιών του, με αποτέλεσμα ο
> καπνός να μην λείπει καμία ώρα
> της ημέρας ούτε από το σπίτι αλλά
> ούτε και από το χώρο εργασίας
> όπου τον έπαιρναν μαζί τους από
> πολύ μικρό. Ως εκ τούτου, ο Παύλος
> από την παιδική του ηλικία είχε
> εθιστεί στην μυρωδιά αυτή, 
> πράγμα που τον έκανε πολύ
> φανατικό καπνιστή…Η
> έντονη κλίση του όμως στην
> Εκκλησία – κατάλοιπο από τη
> συναναστροφή του με την ευλαβή
> γιαγιά του – κι ένα
> συγκλονιστικό γι’ αυτόν γεγονός
> που το θεώρησε ως επέμβαση του
> Θεού στη ζωή του, οδήγησε τα
> βήματά του εδώ κι αρκετές
> δεκαετίες στις μοναχικές τάξεις
> της ιστορικής μονής του αγίου
> Νεκταρίου. Ο αγώνας του έκτοτε να
> επιβεβαιώνει την κλίση του στην
> καλογερική με την τήρηση των
> αγίων εντολών του Χριστού ήταν
> μεγάλος.Εκεί όμως που
> έδινε τις μάχες του καθημερινά,
> εκεί που φαινόταν άλλοτε να
> κερδίζει και άλλοτε να πνίγεται
> και να χάνει ήταν με την
> «οικογενειακή» μυρωδιά. Το
> τσιγάρο φάνταζε ο απόλυτος
> όγκος, το βουνό που μπροστά
> του  διαπίστωνε ότι ίσως ποτέ
> δεν θα πατούσε την κορυφή του. 
> Πραγματικά το τσιγάρο ήταν σαν
> δεύτερη τροφή του. Καλύτερα: η
> πρώτη τροφή του! Δεν μπορούσε να
> κάνει τίποτα χωρίς
> αυτό.Κι όμως η
> προσπάθεια που κατέβαλε όλα αυτά
> τα χρόνια ήταν αξιοθαύμαστη.
> Είχε καταφέρει όλο αυτό το
> διάστημα να μειώσει κατά πολύ το
> κάπνισμα και μάλιστα είχε φτάσει
> στο σημείο να καπνίζει μόνο
> ένα-δύο τσιγάρα τη μέρα. Γεγονός
> πάντως ήταν ότι παρόλο τον
> περιορισμό, το πάθος ήταν
> ενεργό. Αυτός βεβαίως που
> ήξερε τον πνευματικό αγώνα του
> ήταν  ο γέροντάς του, με τον
> οποίο συνδέθηκε πολύ αφότου
> εισήλθε στη μοναχική ζωή. Αυτός
> τον ενίσχυε, τον κατανοούσε, τον
> παρηγορούσε, τον προστάτευε… Η
> αναχώρησή του όμως για την
> ουράνιο βασιλεία έριξε πολύ το
> πνευματικό σθένος του Ησύχιου. Ο
> νέος Γέροντάς του, κατά πολύ
> νεώτερός του, δεν μπορούσε να
> κατανοήσει σε βάθος ακόμη την
> εσωτερική του ζωή, ενώ, όπως
> είπαμε, ο νέος ηγούμενος ακόμη
> περισσότερο δεν είχε και τον
> χρόνο καν να ασχοληθεί με τον
> γέροντα μοναχό.Ο καιρός περνούσε
> και τα καψώνια των νεωτέρων προς
> τον φιλήσυχο μοναχό
> συνεχίζονταν παίρνοντας στο
> εξής και μορφή μίσους, καθώς
> κάποιοι ενοχλούνταν ακόμα κι από
> την σιωπή του ηλικιωμένου αυτού
> μοναχού…‘Ήταν
> ανήμερα των αγίων
> Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου
> και Παύλου όταν μία ευωδία είχε
> διαχυθεί σ’ όλο το μοναστήρι.
> Όλοι αναστατωμένοι προσπαθούσαν
> να ανακαλύψουν την πηγή αυτής
> της άρρητης ευωδίας, η οποία
> μπορούσε ίσως να συγκριθεί μόνο
> με το πιο μεθυστικό λουλούδι στο
> περβόλι του Παραδείσου… Κι όμως
> κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει
> πως αυτή η θεϊκή και άγια ευωδία
> προερχόταν από το μικρό και
> ταπεινό κελί του μοναχού
> Ησυχίου.Άπαντες έτρεξαν να
> δουν τι είχε συμβεί… Το μυστήριο
> λύθηκε σύντομα. Ο μοναχός
> Ησύχιος βρισκόταν μέσα στην
> αγκαλιά του αγαπημένου του
> Πατέρα. Είχε μόλις αναχωρήσει
> για την ουράνια πολιτεία των
> αγγέλων. Ο πολυαγαπημένος του
> γέροντας θα ήταν στο εξής πολύ
> περήφανος για τον καλό
> υποτακτικό του ο οποίος έστω και
> την έσχατη στιγμή κατάφερε να
> ξεπεράσει το πάθος
> του…Ο Ησύχιος την
> τελευταία μέρα πριν την
> αναχώρησή του για τους ουρανούς,
> νίκησε τον πειρασμό του και
> αγωνιζόμενος μέχρι τέλους δεν
> κάπνισε καθόλου. Η επιβράβευση
> ίσως του Θεού για όλα τα χρόνια
> του πνευματικού του αγώνα, πολύ
> περισσότερο κατά του μεγάλου του
> πάθους, επήλθε με την ευωδία του
> σκηνώματός του, η οποία έγινε
> αφορμή για μετάνοια όλων των
> μοναχών αλλά και του νέου
> ηγουμένου του
> μοναστηριού…Όλοι τώρα ήξεραν
> ότι ο γέρων Ησύχιος θα
> εξακολουθούσε να είναι μαζί τους
> και θα συνέχιζε να τους «μιλάει»
> με την ιερή σιωπή του, όπως
> άλλωστε έκανε μέχρι τότε,
> πρεσβεύοντας πια για
> εκείνους…
>