(†) ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΖΩΣΙΜΑΣ
~ Αφού εκοιμήθη ό Γέροντας, την άλλη ήμερα ό π. Ζωσιμάς έφυγε από τον ανιψιό του και εγκαταστάθηκε σ’ ένα σπίτι στο Χαλάνδρι.
Για το νέο ξεκίνημα της ζωής του μας έλεγε:
-Από την στιγμή πού έφυγε ό Γέροντας μου φάνηκε σαν να έχασα το φως μου. Μετά όμως από λίγο ένιωσα μέσα μου ότι ό π. Σίμωνας είναι Άγιος και όταν τον επικαλούμαι με βοηθάει σ’ όλα.
Ή δοκιμασία του Γέροντα τελείωσε ωραία. Σήκωσε καλά τον Σταυρό του αγογγύστως μέχρι το τέλος. Ή δικιά μου δοκιμασία άρχιζε από τώρα. Δεν την φοβόμουν όμως. Έμαθα από τον Γέροντα πολλά πράγματα και όχι μόνο αυτό αλλά αισθάνομαι, όπου πηγαίνω, να είναι δίπλα μου. Προσπαθούσα να θυμάμαι κάθε φορά τα λόγια του και αγωνιζόμουν να τα τηρώ και να κάνω υπακοή.
Ό Γέροντας μου είχε πει πριν κοιμηθεί:
-Μην κοιμάσαι ξαπλωτός αλλά καθιστός στην πολυθρόνα και να είσαι έτοιμος ντυμένος και με τα παπούτσια, διότι ό Μοναχός δεν πρέπει να κοιμάται πολύ και να άγαπάει τον ύπνο. Όπως λένε οι πατέρες της Εκκλησίας μας, αυτός πού κοιμάται πολύ δεν του δίνει θησαυρό ό Κύριος, διότι του τον κλέβουν οι κλέφτες. Από τις δώδεκα ή ώρα πρέπει να ξυπνάς και να κάνεις τα καθήκοντα σου, γιατί, όταν έλθει ό Νυμφίος, πρέπει να είσαι έτοιμος για να μπεις μαζί του στον Παράδεισο. Θα είναι πολύ δύσκολο, όταν κοιμάσαι πολύ, μπορεί να μην ακούσεις και την φωνή Του.
Ό Γέροντας πάντα μου προέλεγε και μετά από λίγο πραγματοποιείτο αυτό πού μου έλεγε και μου το έλεγε πολλές φορές για να προσέχω.
Ένα βράδυ ήταν δώδεκα ή ώρα, όπως καθόμουν στην πολυθρόνα ντυμένος, έτοιμος με την στολή μου και τα παπούτσια, σκεφτόμουν τα λόγια του Γέροντα και ήμουν σε αγωνία να μην με πιάσει ό ύπνος, να ξυπνήσω στις δώδεκα για να κάνω τον κανόνα μου, τα μοναχικά μου καθήκοντα. Σκεφτόμουν μην και έλθει ό Νυμφίος και δεν ακούσω την Φωνή Του.
Όπως σκεφτόμουν όλα αυτά, με πήρε ό ύπνος και είδα ένα όνειρο, ότι βρέθηκα στην έρημο των ασκητών και...