«᾿Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α´ Θεσσαλ. ε´ 17)
᾿Απὸ ᾿Επιστολὴ τοῦ ῾Αγίου Θεοφάνους
Γράφετε: «Μὲ ἐπισκέφθηκε μία εὐλαβὴς γυναίκα καὶ συζητήσαμε πνευματικὰ θέματα. Κάποια στιγμὴ μιλήσαμε γιὰ τὸ θέμα τῆς προσευχῆς καὶ ἐξεπλάγην ποὺ ἄκουσα τὴν ἐπισκέπτριά μου νὰ ἐπιμένει, ὅτι ὅσοι ζοῦν στὸν κόσμο ὄχι μόνο δὲν ἔχουν δύναμη γιὰ προσευχὴ τῆς καρδιᾶς, ἀλλὰ ὅτι αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε κατάλληλη γι᾿ αὐτούς. Εἶπα ὅ,τι μπόρεσα, ἀλλὰ θὰ ἤθελα νὰ ζητήσω ἕναν λόγο ἀπὸ σᾶς σχετικὰ μὲ αὐτό».
῾Η ἐπισκέπτριά σας ἦταν λανθασμένη στὴν σκέψη της. ῞Οποιος δὲν ἔχει προσευχὴ τῆς καρδιᾶς δὲν ἔχει προσευχή, διότι μόνον ἡ προσευχὴ τῆς καρδιᾶς εἶναι ἀληθινὴ προσευχή, ἀποδεκτὴ καὶ εὐάρεστη στὸν Θεό. Αὐτὴ πρέπει νὰ ἀποτελεῖ τὴν οὐσία καὶ τῆς κατ᾿ ἰδίαν προσευχῆς καὶ τῆς προσευχῆς στὸν Ναό· μόλις αὐτὴ χαθεῖ, τότε ἔχουμε μόνον ἕνα ὁμοίωμα προσευχῆς, ἀλλὰ ὄχι τὴν οὐσία της.
Διότι, τί εἶναι προσευχή; Προσευχὴ εἶναι ἡ ἀνύψωση τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς στὸν Θεὸ – πρὸς ἔπαινο καὶ εὐχαριστία καὶ ἱκεσία Του γιὰ ἀγαθὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. ῾Η οὐσία λοιπὸν τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ νοερὰ ἄνοδος στὸν Θεὸ ἀπὸ τὴν καρδιά. ῾Ο νοῦς στέκεται στὴν καρδιὰ συνειδητὰ ἐνώπιον τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ καί, γεμᾶτος μὲ τὴν δέουσα καὶ ἀναγκαία εὐλάβεια, ἀρχίζει νὰ ἐκχέει τὴν καρδιά του ἐνώπιόν Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ προσευχὴ τῆς καρδιᾶς! Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ ἰσχύει γιὰ ὅλες τὶς προσευχές.
῾Η ἀνάγνωση προσευχῶν, στὸ σπίτι ἤ στὸν Ναό, μᾶς δίδει μόνον τὰ λόγια, τὴν μορφή· τὴν ψυχὴ ἤ τὴν καρδιὰ τῆς προσευχῆς τὴν φέρει ὁ καθένας μέσα του, στὸν νοῦ του καὶ στὴν καρδιά του. ῞Ολη ἡ τάξη τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας προσευχῶν, ὅλες οἱ προσευχὲς ποὺ συνετέθησαν γιὰ χρήση στὸ σπίτι, ἐπιτελοῦνται μὲ μία νοερὰ στροφὴ στὸν Θεό. ῞Οποιος ἐπιτελεῖ αὐτὲς τὶς προσευχὲς ἔστω καὶ μὲ ἐλάχιστη προσοχή, δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφύγει αὐτὴ τὴν νοερὰ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἐκτὸς κι ἄν εἶναι ἐντελῶς ἀσυνείδητος σὲ αὐτὸ ποὺ κάνει.
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ κάνη χωρὶς νοερὰ προσευχή. Δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ ἀνυψωθοῦμε στὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς, διότι ἡ πνευματική μας φύση τὸ ἀπαιτεῖ αὐτό. Καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ μὲ ἄλλον τρόπο, παρὰ διὰ τῆς ἐνεργείας τῆς διανοίας, διότι ὁ Θεὸς εἶναι Πνεῦμα. Βέβαια, ὑπάρχει νοερὰ προσευχὴ ποὺ προφέρεται, ἤ ποὺ ἐπιτελεῖται ἐξωτερικὰ στὸν Ναὸ ἤ στὸ σπίτι· ὅμως, ὑπάρχει ἐπίσης καὶ νοερὰ προσευχή, ἡ ὁποία δὲν ἔχει ἐξωτερικὴ μορφὴ ἤ ἔκφραση· ἡ οὐσία καὶ τῆς μιᾶς καὶ τῆς ἄλλης εἶναι ἡ ἴδια. Καὶ οἱ δύο τύποι εἶναι ἀναγκαῖοι ἐπίσης καὶ γιὰ ὅσους ζοῦν στὸν κόσμο.
῾Ο Σωτήρας μας ἔδωσε τὴν ἐντολή: «Εἴσελθε εἰς τὸ ταμεῖόν σου καὶ πρόσευξαι τῷ Πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ» [Ματθ. 6, 6]. Τὸ ταμεῖον, σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώβ, δηλώνει τὴν καρδιά. Συνεπῶς, ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου μᾶς ὑποχρεώνει νὰ προσευχώμεθα στὸν Θεὸ μυστικά, μὲ τὸν νοῦ στὴν καρδιά. Αὐτὴ ἡ ἐντολὴ ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανούς.
Τί ἐντέλλεται ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος, ὅταν λέει ὅτι πρέπει νὰ προσευχώμεθα πάντοτε διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως ἐν Πνεύματι [διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι] (᾿Εφεσ. στ´ 18); Μᾶς προτρέπει στὴν προσευχὴ τῆς καρδιᾶς -τὴν πνευματικὴ προσευχή- καὶ ἀπευθύνει τὴν προτροπή του σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς χωρὶς διάκριση.
Πάνω ἀπ᾿ ὅλα, προτρέπει ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς νὰ προσεύχωνται ἀδιαλείπτως [᾿Αδιαλείπτως προσεύχεσθε] (Α´ Θεσσαλ. ε´ 17). Τὸ νὰ προσεύχεσαι ὅμως ἀδιαλείπτως εἶναι δυνατὸν μόνον διὰ τῆς προσευχῆς τῆς καρδιᾶς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ προσευχὴ τῆς καρδιᾶς εἶναι ἀναγκαία γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, καὶ ἐφ᾿ ὅσον εἶναι ἀναγκαία κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει, διότι ὁ Θεὸς δὲν ζητεῖ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει. Βέβαια εἶναι δύσκολη, ἀλλὰ τὸ νὰ πεῖς, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει εἶναι λάθος. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα, κάθε καλὸ εἶναι δύσκολο, καὶ πολὺ περισσότερο αὐτὸ μπορεῖ νὰ εἰπωθεῖ γιὰ τὴν προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι ἡ πηγὴ γιὰ μᾶς κάθε καλοῦ καὶ ἡ σταθερή του ὑποστήριξη.
Εἶναι δυνατὸν κάποιος νὰ ρωτήσει:
– Καὶ πῶς γίνεται αὐτή;
Πολὺ ἁπλά: ᾿Απόκτησε τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. ῾Ο φόβος τοῦ Θεοῦ, ὡς συναίσθημα, θὰ ἑλκύσει τὴν προσοχὴ καὶ τὴν συναίσθηση στὴν καρδιά, καὶ ὡς φόβος, θὰ ἀναγκάσει τὴν προσοχὴ καὶ τὴν συναίσθηση νὰ σταθοῦν στὴν καρδιὰ μὲ εὐλάβεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. ᾿Ιδοὺ λοιπὸν ἔχεις νοερή παράσταση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἰδού, ἔχεις νοερὰ προσευχή! ῞Οσο ὑπάρχει φόβος Θεοῦ στὴν καρδιά, αὐτὴ ἡ νοερή παράσταση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ ἀφήσει τὴν καρδιά. ᾿Ιδού, ἔχεις τὸν κατάλληλο τρόπο γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς προσευχῆς τῆς καρδιᾶς.
῞Ομως, θὰ ρωτήσει κάποιος,
– τί γίνεται ὅταν ἔχουμε δραστηριότητες ποὺ ἀποσποῦν τὴν προσοχή; Δὲν θὰ τὴν ἀποσποῦν;
Ἀπόκτησε μόνον τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι τὰ πράγματα ἤ οἱ δραστηριότητες ποὺ παρενοχλοῦν τὴν παράσταση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἤ τὴν ἐνθύμιση τοῦ Θεοῦ, παρὰ μόνον οἱ μάταιοι καὶ ἀνόητοι περισπασμοί. Παράτησε ὅτι εἶναι ἄδειο, κακό, καὶ κράτησε μόνον ὅ,τι εἶναι ἀναγκαῖο -ὄχι σύμφωνα μὲ τὸν κόσμο, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο- καὶ θὰ δεῖς ὅτι ἡ ἐκπλήρωση τέτοιων ὑποχρεώσεων ὄχι μόνον δὲν ἀποσπᾶ ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀντίθετα ἑλκύει τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ πρὸς τὸν Θεό…
Μόλις ἐγερθεῖς τὸ πρωΐ, στάσου πιὸ σταθερὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά σου, στὴν πρωϊνή σου προσευχή, καὶ κατόπιν ἐπιτέλεσε τὴν ἐργασία σου -ἡ ὁποία σοῦ ἀνατέθηκε ἀπὸ τὸν Θεό- χωρὶς νὰ ἀπομακρύνεις ἀπὸ Αὐτὸν τὰ αἰσθήματά σου ἤ τὴν συναίσθηση σου. Καὶ ἔτσι θὰ τελειώσεις τὴν δουλειά σου μὲ τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός σου, ἐνῶ θὰ παραμένεις ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου.
Εἶναι λάθος νὰ σκεφθεῖς, ὅπως κάνουν μερικοί, ὅτι ἡ προσευχὴ τῆς καρδίας ἀπαιτεῖ νὰ καθίσεις κάπου κρυμμένος καὶ ἐκεῖ νὰ διανοῆσαι τὸν Θεό. Δὲν χρειάζεται νὰ κρυφτεῖ κανεὶς πουθενά, παρὰ μόνον στὴν καρδιά του, καὶ παραμένοντας ἐκεῖ νὰ καθορᾶ τὸν Κύριον ἐνώπιόν του, σὰν νὰ βρίσκεται στὰ δεξιά του, ὅπως ἔκανε ὁ Βασιλέας Δαβίδ [προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν (Ψαλμ. 15, 7)].
Λένε, ὅτι
– ἡ ἀπομόνωση εἶναι βοηθητικὴ στὴν καλλιέργεια τῆς προσευχῆς τῆς καρδιᾶς· ἑπομένως, πῶς μποροῦν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ζοῦν στὸν κόσμο νὰ ἀπομονωθοῦν; – εἶναι συνεχῶς ἀπασχολημένοι κάνοντας κάτι, συνεχῶς τρέχουν πίσω ἀπὸ τὰ προβλήματα.
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ἡ ἀπομόνωση εἶναι ἀναγκαία κατὰ καιροὺς γιὰ προσευχὴ τῆς καρδιᾶς. ῞Ομως, ὑπάρχουν δύο εἴδη ἀπομονώσεως: μία εἶναι ἡ πλήρης καὶ συνεχής, ὅταν κάποιος ἀποσύρεται στὴν ἔρημο καὶ ζεῖ μόνος· ἡ ἄλλη εἶναι ἀτομική, εὐκαιριακή. ῾Η πρώτη βέβαια δὲν ταιριάζει στοὺς λαϊκούς, ὅμως ἡ δεύτερη εἶναι ὄχι μόνον δυνατὴ σὲ αὐτούς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔχουν. ῞Ολοι ἔχουν λίγο χρόνο κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας ποὺ μένουν μόνοι, ἔστω κι ἄν δὲν ἔχουν συνειδητὰ προγραμματίσει νὰ ὁρίσουν κάποιο χρόνο γιὰ ἀπομόνωση. Καὶ μποροῦν νὰ χρησιμοποιήσουν αὐτὸν τὸν χρόνο γιὰ νὰ καλλιεργήσουν, δυναμώσουν καὶ ἐνεργοποιήσουν στὸν ἑαυτό τους τὴν προσευχὴ τῆς καρδιᾶς.
Συνεπῶς, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ δικαιολογηθεῖ γιὰ ἔλλειψη καταλλήλων συνθηκῶν γιὰ τὴν ἐξάσκηση τῆς προσευχῆς τῆς καρδιᾶς. ῎Ας βρεῖς ἕναν τέτοιο χρόνο καὶ ἄς ἀποτραβηχθεῖς ἐντὸς τοῦ ἑαυτοῦ σου. ᾿Απόδιωξε ὅλες τὶς φροντίδες σου, στάσου νοερῶς στὴν καρδιά σου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκχυσε τὴν ψυχή σου ἐνώπιόν Του. Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἀπομόνωση, ὑπάρχει ἐπίσης καὶ ἡ ἐσωτερικὴ ἀπομόνωση…
῞Ολοι γνωρίζουν ἐκ πείρας, ὅτι ὅταν κάποιος πονάει στὴν καρδιά του γιὰ κάτι, δὲν ἔχει καθόλου σημασία ἄν βρίσκεται καὶ στὴν πιὸ εὔθυμη παρέα, δὲν ἀκούει τίποτε, δὲν βλέπει τίποτε· ἀντίθετα, κάθεται μόνος μὲ τὸν ἑαυτό του στὴν καρδιά του. ῎Αν αὐτὸ ἰσχύη γιὰ τὰ ἐπίγεια πράγματα, τότε γιατί νὰ μὴ εἶναι δυνατὸ ἐπίσης καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή; ῞Οταν κάποιος ἔχει πληγεῖ ἀπὸ πόνο στὴν καρδιὰ σχετικὰ μὲ αὐτὴ τὴν ἐγκόσμια ζωή, τί μπορεῖ νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ νὰ διατρίβει στὸν πόνο αὐτὸ στὴν ἀπομόνωση τῆς καρδιᾶς του; ᾿Απὸ αὐτὸ συνεπάγεται, ὅτι ἀπαιτεῖται μόνον ἡ ἐγκαθίδρυση αὐτῆς τῆς ἐσωτερικῆς ἀπομονώσεως, γιὰ νὰ εἶναι κανεὶς μόνος. Καὶ ἀπὸ αὐτὸ δὲν εἶσαι μακρυά.
Διέγειρε τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ δοκιμάσεις τὸν πιὸ συντετριμμένο πόνο τῆς καρδιᾶς, ὁ ὁποῖος θὰ συγκολλήσει τὴν προσοχὴ καὶ τὰ αἰσθήματα σὲ αὐτὸ τὸ ἕνα «οὗ ἔστι χρεία», καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ φθάσουμε καὶ θὰ ἐμφανισθοῦμε ἐνώπιον τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. ᾿Ιδού, λοιπόν, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπομόνωση!
῾Υπάρχει ἀκόμη μία περιπλοκότητα: στὴν ἐπιτέλεση τῆς προσευχῆς τῆς καρδιᾶς πρέπει κάποιος νὰ ἔχη ἕναν ὁδηγό. Ποῦ νὰ βρῆ τέτοιον ἕνας λαϊκὸς ἐκεῖ στὸ κόσμο, μεταξὺ τῶν πνευματικῶν πατέρων καὶ ἴσως μεταξὺ τῶν λαϊκῶν; Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλο καὶ λιγότεροι ἄνθρωποι ὑπάρχουν, στοὺς ὁποίους νὰ μπορεῖς μὲ ἐμπιστοσύνη νὰ ἀπευθυνθεῖς γιὰ συμβουλὴ στὴν πνευματικὴ ζωή.
᾿Αλλὰ ὅμως πάντοτε ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν καὶ αὐτὸς ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ τοὺς βρεῖ, θὰ τοὺς βρῆ μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. ῾Η πνευματικὴ ζωὴ εἶναι μιὰ ζωὴ στὸν Θεό, καὶ ὁ Θεὸς δείχνει ἰδιαίτερη φροντίδα γιὰ ὅσους τὴν ἀναζητοῦν. Μόνον νὰ ἔχεις ζῆλο – καὶ θὰ βρεῖς ὅ,τι εἶναι ἀναγκαῖο πλησίον σου.
Καὶ ἔτσι βλέπουμε, ὅτι εἴτε τὸ θέλουν εἴτε ὄχι, οἱ λαϊκοὶ δὲν δικαιολογοῦνται νὰ ἀποφεύγουν τὴν προσευχὴ τῆς καρδιᾶς. ῎Ας τὴν ξεκινήσουν καὶ θὰ μάθουν.
Περιοδικό Άγιος Κυπριανός. Αριθμός 324, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2005, σελ. 141-143.
Μετάφραση από την εφημερίδα »Orthodox America», Vol. IX, No 7 (87), February 1989.
https://greekdownloads.wordpress.com
http://paterikos.blogspot.com/2022/08/blog-post_940.html