Για σένα που ψάχνεις τη χαρά (σε λάθος χάρτες)

 Έχεις λύπη;

Ο Χριστός σού λείπει!


Προσπαθείς να καταλάβεις γιατί λυπάσαι. Νιώθεις μέσα στην ψυχή σου μια σκοτεινή τρύπα, ένα κενό το οποίο ρουφάει κάθε προσπάθειά σου, κάθε όρεξή σου για να δράσεις θετικά. Σκύβεις στην ψυχή σου να δεις τι γίνεται. Αναζητάς τα 'γιατί' μα απαντήσεις δε βρίσκεις. Ψάχνεις σε βιβλία ψυχαναλύσεων και θεωριών παραδείγματα για να ταυτιστείς. Μα άδικα. Δεν μπορείς να δεις το βυθό μιας λίμνης αν στην επιφάνεια υπάρχουν ρεύματα κι αέρηδες και καταιγίδες.

Τα εγχειρίδια για να'σαι ευτυχισμένος δεν σε αγγίζουν όσο θα'θελες. Τελικά αρχίζεις μέσα σου να νιώθεις ότι αλλού είναι το νόημα. Ψάχνεις για δροσιά εκεί όπου δροσιά δεν υπάρχει. Οι χάρτες της ψυχής όσο κι αν οι επιστήμες προχωρήσουν πάντα θα 'χουν ένα κομμάτι ανεξερεύνητο. Εκείνο το 'κάτι' που τελικά έχει την ουσία.

Φίλε μου, ψάξε την ουσία σ'Εκείνον τον Ένα. Που ήρθε κι ανέτρεψε τα πάντα. Που έσπασε taboo, προκαταλήψεις και ...

Το «Κύριε ελέησον» κάνει θαύματα…

Το «Κύριε ελέησον» κάνει θαύματα...

 Το «Κύριε ελέησον» κάνει θαύματα…

…Το συνιστώ κ’ εγώ σ’ εσάς. Δεν κάνεις μεγάλες προσευχές, δεν είσαι διαρκώς στην εκκλησία; Λέγε, εκεί που είσαι, το «Κύριε, ελέησον».

Κάθεσαι να φας, «Κύριε, ελέησον».

Βράδιασε, «Κύριε, ελέησον».

Ξημέρωσε, «Κύριε, ελέησον».

Πας στη δουλειά, «Κύριε, ελέησον».

Σκάβεις τη γη «Κύριε, ελέησον».

Βόσκεις τα ζώα, «Κύριε, ελέησον».

Είσαι εργάτης, «Κύριε, ελέησον».

Είσαι αξιωματικός, «Κύριε, ελέησον».

Είσαι...

Ο μοναχός κι ο άγγελος


 Ο μακαριστός γέροντας Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης († 1959), προσπαθώντας να στηρίξει ένα νέο μοναχό, που τον πολεμούσαν λογισμοί φυγής κι επιστροφής στους γονείς του, διηγήθηκε το ακόλουθο θαυμαστό γεγονός:

Λίγο πριν έρθω εδώ, στα Κατουνάκια, εκοιμήθη κάποιος μοναχός, υποτακτικός σ’ ένα τυφλό γέροντα. Άκουσε τι έγινε κάποτε μ’ αυτόν:

Μια μέρα πέρασε από το κελλί τους ένας κοσμικός.

– Από που είσαι; ρώτησε ο μοναχός.

Από την απάντηση κατάλαβε πως ήταν χωριανός του, αλλά δεν του συστήθηκε.

– Τι γίνεται ο τάδε; ξαναρώτησε ο μοναχός, εννοώντας τον πατέρα του.

– Πέθανε, απάντησε ο ξένος, κι άφησε τη γυναίκα και τρία κορίτσια ορφανά στους δρόμους. Είχανε κι ένα γιο, αλλ’ αυτός είχε φύγει από χρόνια και δεν ήξεραν τι απέγινε.

Μόλις τ’ άκουσε ο μοναχός, σαν να ...