Ο μακαριστός γέροντας Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης († 1959), προσπαθώντας να στηρίξει ένα νέο μοναχό, που τον πολεμούσαν λογισμοί φυγής κι επιστροφής στους γονείς του, διηγήθηκε το ακόλουθο θαυμαστό γεγονός:
Λίγο πριν έρθω εδώ, στα Κατουνάκια, εκοιμήθη κάποιος μοναχός, υποτακτικός σ’ ένα τυφλό γέροντα. Άκουσε τι έγινε κάποτε μ’ αυτόν:
Μια μέρα πέρασε από το κελλί τους ένας κοσμικός.
– Από που είσαι; ρώτησε ο μοναχός.
Από την απάντηση κατάλαβε πως ήταν χωριανός του, αλλά δεν του συστήθηκε.
– Τι γίνεται ο τάδε; ξαναρώτησε ο μοναχός, εννοώντας τον πατέρα του.
– Πέθανε, απάντησε ο ξένος, κι άφησε τη γυναίκα και τρία κορίτσια ορφανά στους δρόμους. Είχανε κι ένα γιο, αλλ’ αυτός είχε φύγει από χρόνια και δεν ήξεραν τι απέγινε.
Μόλις τ’ άκουσε ο μοναχός, σαν να ...
χτυπήθηκε από κεραυνό. Αμέσως άρχισαν να τον προσβάλλουν οι λογισμοί της φυγής.– Θα φύγω, λέει στό γέροντά του. Θα πάω να τους προστατέψω.
Ο γέροντας δεν του έδωσε ευλογία. Τον συμβούλεψε κλαίγοντας. Εκείνος επέμενε. Τελικά δεν μπόρεσε να τον μεταπείσει και τον άφησε στο θέλημά του.
Ο υποτακτικός έφυγε. Αφού βγήκε από το Όρος, κάθισε στη σκιά ενός δέντρου να ξεκουραστεί. Εκεί καταφτάνει σε λίγο ιδρωμένος ένας άλλος μοναχός, και κάθεται κοντά του.
– Σε βλέπω ταραγμένο, αδελφέ. Τι έχεις;
– Άφησε, πάτερ, έπαθα συμφορά, αποκρίθηκε ο άλλος, και του διηγήθηκε το περιστατικό.
Τότε ο καλός οδοιπόρος του λέει:
– Αν θέλεις, αδελφέ, να μ’ ακούσεις, γύρισε πίσω στο γέροντά σου, και θ’ αναλάβει ο Θεός να προστατέψει τους οικείους σου. Εσύ υπηρέτησε το γέροντά σου, αφού είναι μάλιστα και τυφλός.
Ο άλλος όμως δεν τον άκουγε. Ο πρώτος του έφερε πολλά παραδείγματα, αλλά ο ανυπάκουος μοναχός σηκώθηκε για να συνεχίσει την πορεία του για τον κόσμο.
– Λοιπόν, δεν μ’ ακούς να γυρίσεις πίσω;
– Όχι.
– Ε, τότε άκουσε! Εγώ είμαι άγγελος Κυρίου. Μόλις πέθανε ο πατέρας σου, ο Θεός με πρόσταξε να πάω κοντά στην οικογένειά σου, για να τους φυλάω και να γίνω προστάτης τους. Αφού όμως δεν μ’ ακούς και θέλεις να πας εσύ, εγώ τους αφήνω και φεύγω.
Αμέσως ο άγγελος έγινε άφαντος.
Τότε συνήλθε ο μοναχός και, μεταμελημένος, γύρισε γρήγορα στο γέροντά του. Τον βρήκε να προσεύχεται γι’ αυτόν…
Από το βιβλίο: ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2013, σελ. 257.