«Ωραίος αυτός ο παπάς, θα ξανάρθω!»


Εσύ θα ήθελες, να κάνεις οικογένεια σαν κι αυτή που ζεις;



ΜΙΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΝΑΧΗ ΠΟΡΦΥΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΩΗΝ TAXI– DRIVER!
Εννέα η ώρα το βράδυ, βρίσκομαι στην πλατεία Παγκρατίου. Ένα παιδί γύρω στα 17 με σταματάει.
– Καλησπέρα, στα VILLAGE.
Από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου έχει αρχίσει το απόδειπνο. Το παιδί, που κάθισε δίπλα μου, μου λέει:
– Δεν βγάζεις τον παπά, να βάλεις τραγούδια;
– Γιατί, αγόρι μου, δεν σου αρέσει η ακολουθία;
– Η ακολουθία δεν με νοιάζει… Τους παπάδες δεν θέλω να ακούω.
– Γιατί, τι σου έκαναν οι παπάδες;
– Εμένα τίποτε… Ο πατέρας μου τους βρίζει, γι’ αυτό δεν τους θέλω.
– Ο πατέρας σου γιατί τους βρίζει;
– Δεν ξέρω.
– Έχεις πάει ποτέ σου στην Εκκλησία;
– Όχι! Ποτέ!
– Καλά, στην Ανάσταση δεν πάτε; Τα Χριστούγεννα δεν πάτε;
– Όχι!
– Σε γάμους, σε βαφτίσια, πάτε;
– Ναι, πάμε.
– Η μανούλα σου δεν σου έχει μιλήσει για τον Θεό;
– Όχι!
– Ούτε το σταυρό σου κάνεις;
– Όχι!
Χριστέ μου, δεν είναι δυνατόν!
– Αγόρι μου γλυκό, στο σχολείο θρησκευτικά δεν κάνετε;
– Ε, κάνουμε κάτι λίγο.
– Άκουσε να σου πω, αγόρι μου, ο Θεός είναι η ζωή, η Εκκλησία είναι το σπίτι του Θεού και ο παπάς είναι για να μας μεταφέρει τα λόγια του Θεού. Χωρίς τον Θεό είμαστε νεκροί!
– Νεκροί;
– Ναι! Χωρίς Θεό είμαστε πνευματικά νεκροί. Στο σπίτι σας είστε ευτυχισμένοι, οι γονείς σου είναι αγαπημένοι;
– Μμ!! όχι.
– Γιατί; Τι συμβαίνει;
– Ο πατέρας μου είναι νευρικός, όλο μαλώνει με την μάννα μου και με μας. Όλα του φταίνε.
– Βλέπεις πως μακριά από τον Θεό είμαστε δυστυχισμένοι; Ενώ, όταν είμαστε κοντά Του, είμαστε χαρούμενοι και ήρεμοι, δεν νευριάζουμε, ξέρουμε να συγχωρούμε, είμαστε γεμάτοι από αγάπη. Εσύ θα ήθελες, όταν θα μεγαλώσεις και παντρευτείς, να κάνεις οικογένεια σαν και αυτή που ζεις;
– Όχι, γιατί δεν μ’ αρέσει.
– Για να κάνεις καλύτερη οικογένεια, πρέπει να πλησιάσεις τον Θεό.
– Πώς θα τον πλησιάσω;
– Να, θα σε πάω τώρα να μιλήσεις με έναν παπά, όπως τους λες εσύ. Πάμε;
– Όχι, όχι, δεν θέλω!
– Σε παρακαλώ, σε ικετεύω, του είπα πολύ γλυκά, πολύ τρυφερά. Πήγαινε μόνο μια φορά και μην ξαναπάς ποτέ σου, σε παρακαλώ. Και εγώ θα έρθω μαζί σου και ύστερα θα σε πάω στα, VILLAGE, χωρίς χρήματα.
Αυτό του άρεσε και μου λέει:
– Το λόγο σου;
– Το λόγο μου!
 Βιαζόμουν να προλάβω, πριν φύγει ο ιερέας από την Εκκλησία. Ευτυχώς πρόλαβα. Το παλληκάρι μπήκε για εξομολόγηση. Όταν μετά από μισή ώρα βγήκε, ήταν τόσο αλλαγμένος, που με ευχαρίστησε και μου είπε: «Ωραίος αυτός ο παπάς, θα ξανάρθω!»
Μετά τον πήγα στα VILLAGE. όπως του είχα υποσχεθεί. Η χαρά μου ήταν απερίγραπτη· το παιδί ξεκινούσε μία νέα σωτήρια πορεία.   
μοναχή Πορφυρία, Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης, εκδ. «Παναγόπουλος Νεκτάριος».