Στόν στρατιώτη Σβέτισλαβ Κ., πού ρωτᾶ πῶς γίνεται ὁ Θεός νά βρίσκεται μέσα στόν ἄνθρωπο.


Ρώτησες κάποιον ποῦ βρίσκεται ὁ Θεός! Καί ἔλαβες τήν ἀπάντηση, ὅτι ὁ Θεός βρίσκεται μέσα σου. Καί ἀναρωτιέσαι πῶς γίνεται αὐτό; Ἔτσι, περίπου, σάν τό φῶς στό δωμάτιο, ἤ σάν τή φωτιά στή σόμπα. Ὅταν αἰσθανθεῖς τόν Θεό μέσα σου, θά αἰσθάνεσαι καί θά ξέρεις ὅτι Αὐτός βρίσκεται μέσα σου, ἀλλά δέν θά μπορεῖς εὔκολα νά τό ἐξηγήσεις σέ ἄλλον. Ἀλλά θά ψάχνεις εἰκόνες καί ὁμοιότητες στή φύση, καί θά πεῖς σέ ἄλλον ὅπως καί ἐγώ λέω σέ σένα: «Ὁ Θεός εἶναι μέσα μου σάν τό φῶς στό δωμάτιο, ἤ σάν φωτιά στή σόμπα, ἤ σάν ἀέρας στά πνευμόνια, ἤ σάν ζωή στό ζωντανό πλάσμα, ἤ σάν δύναμη καί ἀγάπη καί σκέψη μέσα στόν ἄνθρωπο». Βέβαια, αὐτές εἶναι μόνο οἱ εἰκόνες καί παρομοιώσεις, καί ὅλα αὐτά δέν μποροῦν νά ἐκφράσουν ἐκεῖνο πού ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται, ὅταν κατοικήσει ὁ Θεός μέσα του μέ τήν πληρότητα Του.
Ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ, ὁ πνευματικός μας πατέρας Παῦλος, προσεύχεται γιά τούς πιστούς «ἵνα πληρωθῆτε εἰς πᾶν πλήρωμα τοῦ Θεοῦ» 
(Ἐφ. γ΄: 19).Ὁ Θεός ἐνεργεῖ ἀπό τά ἔσω τοῦ ἀνθρώπου μέ δυό τρόπους: βοηθώντας ἤ κυριεύοντας. Βοηθώντας ὁ Θεός ἐνεργεῖ στόν ἄνθρωπο τῆς μεσαίας ἤ ἀδύναμης πίστης, ὁ ὁποῖος θυμᾶται τόν Θεό ποῦ καί ποῦ καί μόνο μερικῶς τηρεῖ τίς ἐντολές Του. Ὁ Θεός δέν τόν ἐγκαταλείτει, ἀφοῦ καί αὐτός δέν ἐγκαταλείπει ἐντελῶς τόν Θεό. Τόν ἄνθρωπο ὅμως τῆς μεγάλης πίστης, ὁ ὁποῖος ἄνοιξε την πόρτα τῆς ψυχῆς πλατιά γιά τόν Δημιουργό του κυριολεκτικά τόν κυριεύει ὁ Θεός. Καί γράφει: «Ἰδού ἕστηκα ἐπί τήν θύραν, καί κρούω· ἐάν τις ἀκούση τῆς φωνῆς μου καί... ἀνοίξῃ τήν θύραν καί κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν, καί εἰσελεύσομαι πρός αὐτόν» (Ἀπ. γ΄: 20).  Τέτοιος ἄνθρωπος δέν βασίζεται καθόλου στόν ἑαυτό του ἀλλά γιά ὅλα βασίζεται μόνο στόν Ὕψιστο. Αἰσθάνεται τήν παρουσία καί τήν ἐνέργεια μόνο τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μέσα του καί ἔχει μεγάλη ἀγάπη γιά τόν Κύριό του. Καί σ᾿ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ τόν Θεό ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός, ὅτι ὁ Θεός θά κατοικήσει μέσα του. «Ἐάν τις ἀγαπᾷ μέ, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾿ αὐτῷ ποιήσωμεν» (Ἰωάν. ιδ΄: 23). Μέ τίποτα δέν θά μπορέσεις αὐτό νά τό κατανοήσεις, ἐάν ξεχάσεις ὅτι ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα, καί μπορεῖ παντοῦ νά εἰσέλθει καί ὅλα νά τά διαπεράσει κατά τή δύναμη καί τή βούλησή Του. Αὐτός εἶναι ὑψηλά ἐπάνω ἀπ᾿ ὅλα τά δημιουργήματα, παρόμοια μέ τόν ἥλιο ὁ ὁποῖος βρίσκεται ψηλά πάνω ἀπό τή γῆ ὅμως μέ τό φῶς του μπορεῖ νά μπεῖ παντοῦ ὅπου εἶναι ἀνοιχτά. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: «Εἷς Θεός καί πατήρ πάντων, ὁ ἐπί πάντων, καί διά πάντων, καί ἐν πᾶσιν ἡμῖν» (Ἐφ. δ΄: 6). Αὐτό γράφει γιά τούς ἅγιους καί τούς πιστούς.

Ἀλλά ὅταν κάποιος πετάξει τόν Θεό καί ἀρχίσει νά σκέφτεται ἄσχημα καί νά μιλᾶ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, καί ὁ Θεός τόν ἐγκαταλείπει. Ὅπως ἐάν κάποιος ἔχτιζε τά παράθυρα στό δωμάτιο καί ἐμπόδιζε τό φῶς νά μπεῖ καί νά φωτίσει. Στόν αὐτόβουλο βασιλιά Σαούλ εἶπε ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ Σαμουήλ: «Ἐξουδένωσας τό ρῆμα Κυρίου καί ἐξουδενώσει σε Κύριος τοῦ μή εἶναι βασιλέα ἐπί τόν Ἰσραήλ» 
(Α΄ Βασ. ιε΄: 26) «Καί πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α΄ Βασ. ιστ΄:14). Ὅμως καί ὅταν ὁ Θεός ἐγκαταλείπει τήν ψυχή ἑνός ἐπίμονου ἀνθρώπου, Αὐτός ἐπί μακρόν δέν σταματᾶ νά ἐνεργεῖ πάνω του ἀπ᾿ ἔξω, ἔτσι ὅπως ἐνεργει ἐπάνω στό νερό καί στήν πέτρα καί στό ξύλο. Ὅμως ἐάν ὁ ἄνθρωπος παραμείνει ἐπίμονος καί θεομάχος ἕως τό τέλος καί δέν μετανιώσει μέ τίποτα, τότε ὁ Θεός ἐπιτρέπει στό κακό πνεῦμα νά μπεῖ μέσα του. Ὅπως γράφει γιά τόν Σαούλ, ὅταν τόν ἄφησε τό πνεῦμα τοῦ Κυρίου: «Καί ἔπνιγεν αὐτόν πνεῦμα πονηρόν παρά Κυρίου» (Α΄ Βασ. ιστ΄: 14). Ἤ, ὅπως γράφει, ἀκόμα χειρότερα, γιά τόν Ἰούδα τόν προδότη: «Εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ σατανᾶς» (Ἰωάν. ιγ΄: 27). 
Τέτοιοι ἄνθρωποι, πού ξεσηκώνται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, βέβαια, δέν μποροῦν ποτέ νά αἰσθανθοῦν τόν Θεό μέσα τους, οὔτε νά ποῦν: «Ὁ Θεός βρίσκεται μέσα μας». Ἐνῶ ἐκεῖνοι πού ἀγαποῦν τόν Θεό, καί Τόν ἐπιθυμοῦν, καί Τόν ἀναζητοῦν, καί προσεύχονται σ᾿ Ἐκεῖνον νά ἔρθει, ἐκεῖνοι αἰσθάνονται τόν Θεό μέσα τους, καί αὐτοί μποροῦν νά ποῦν: «Ὁ Θεός βρίσκεται μέσα μας μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα Του». Μακάριες τέτοιες ἅγιες ψυχές, ἀφοῦ αἰώνια θά βασιλεύουν στό βασίλειο τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σ᾿ ἐκείνους πού Τόν ἀγαποῦν λέγοντας: «Πάλιν ἔρχομαι καί παραλήψομαι ὑμᾶς πρός ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμί ἐγώ, καί ὑμεῖς ἦτε»
 (Ἰωάν. ι δ΄: 3).