Μια αληθινή ιστορία…
Ανήμερα της γιορτής του Προφήτη Ηλία ένας νέος, ο Ηλίας, έμπαινε στην εκκλησία, κρατώντας μια μεγάλη λαμπάδα. Θα την άναβε εκεί στο μανουάλι ανάμεσα στην εικόνα της Παναγίας και του Προφήτη που βρισκόταν εκεί. Το είχε τάμα αφού η γιορτή της ημέρας είχε τριπλό νόημα για εκείνον. Είχε γενέθλια, την ονομαστική του εορτή και ένα θαύμα που του συνέβη όταν ήταν νεότερος…
Δεκαέξι χρονών, την ημέρα της γιορτής του, ξύπνησε καταστρώνοντας σχέδια για το που θα γιορτάσει το βράδυ, με τους φίλους του. Μαζί με αυτή την σκέψη του ήρθε άλλη μία. Μόνο που αυτή ήταν βλάσφημη. Ήταν ένα αισχρό “δίστιχο” που του καρφώθηκε στο μυαλό και έκανε ρίμα με το όνομα της Παναγίας. Προχωρούσε η μέρα και τα βλάσφημα λόγια δεν σταματούσαν. Το είδε σαν παιχνίδι. Όσο το έλεγε φωναχτά, τόσο του άρεσε, και έτσι λέγοντας το ξανά και ξανά έφτασε απόγευμα.
Εκεί συνέβη κάτι που του άλλαξε τα πάντα και τον άλλαξε για πάντα.
Σκόνταψε… Σιγά το γεγονός. Εκατοντάδες φορές σκοντάφτουμε όλοι και πέφτουμε ειδικά όταν είμαστε παιδιά. Και όμως αυτή η πτώση είχε κάτι το διαφορετικό… Είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα. Δεν έπεσε απλώς. Έπεσε χτυπώντας με το πηγούνι του και με τα δόντια του έκοψε την γλώσσα του, η οποία τώρα κρεμόταν από ένα μικρό πετσάκι που την συγκρατούσε ίσα-ίσα ακόμα μέσα στο στόμα του…
Παναγιά μου φώναξε… τί έκανα ο άθλιος… και έμεινε βουβός για έξι ολόκληρους μήνες. Τόσο απλά. Δεν μπορούσε να μιλήσει και βέβαια ούτε κατά διάνοια να σκεφτεί αυτό που μέχρι πριν από λίγο ξεστόμιζε.
Και όμως η γλώσσα του δεν χρειάστηκε ράμματα ούτε άλλη γιατρειά. Του την κόλλησε πίσω η Παναγία και ο ίδιος θεώρησε πλέον μεγάλη ευεργεσία την 6μηνη αυτή δίκαια υποχρεωτική αφωνία που του “επέβαλλε” η Θεοτόκος.
Έξι μήνες χωρίς φωνή, έξι μήνες χωρίς γλώσσα, αλλά μετά η γλώσσα ψέλλιζε μόνο το “Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς”.
Δεκαπενταύγουστο έφτασε στη Μεγαλόχαρη της Τήνου, με δάκρυα στα μάτια, γεμάτος ευγνωμοσύνη, όχι γιατί τον έκανε καλά, αλλά γιατί ήρθε στα συγκαλά του.
Με την πτώση εκτός από την γλώσσα του έσπασε και ένα μπροστινό δόντι. Δεν το έφτιαξε ποτέ, για να είναι εκεί, να του θυμίζει και να μαρτυρεί πως κάποτε ένα προσωπικό θαύμα βίωσε: Αυτό της επιστροφής. Το μεγαλύτερο θαύμα…
Έτσι συμβαίνει στους ανθρώπους που έχουν αγαθή προαίρεση, μέσα από μια αμαρτία, μια πτώση, επιτρέπει ο Θεός να σώζονται και να γίνονται παράδειγμα και στους άλλους, γιατί έκτοτε ο Ηλίας δεν έπαψε να διηγείται παντού και μέχρι σήμερα, την προσωπική του αυτή εμπειρία, νουθετώντας με ιδιαίτερη αγάπη, εκείνους που ακούει να βρίζουν την Θεοτόκο, την Μητέρα του Θεού και του κόσμου όλου.
Έτσι από βλάσφημος, έγινε αγγελιοφόρος. Από διώκτης έγινε Χριστιανός. Από αχάριστος έγινε ευγνώμων.
Και τώρα ο Ηλίας με ευλάβεια έφερνε την λαμπάδα του, για να την ανάψει εκεί στο μανουάλι, εκεί που το γλυκό βλέμμα της Παναγίας συναντά τον κάθε πληγωμένο από τα βέλη της αμαρτίας και τον αγκαλιάζει με τρόπο συγχωρητικό, μητρικό, στοργικό, μα πάνω από όλα Σωτήριο…
Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν.