Πολλές φορές εκεί που βρισκόμασταν πολλοί γύρω του και μας διηγόταν πράγματα θαυμαστά, ο π. Γεράσιμος έλεγε: “Πού είναι το κασσετόφωνο; Εγώ θα πεθάνω κι δεν πρέπει να χαθούν.”
“Μη κακό, πατέρα Γεράσιμε, μή κακό”, ξεσπούσαμε εμείς.
“Η φυσική πορεία, παιδάκι μου. Εκεί είναι η πατρίδα μας, εκεί είναι το σπίτι μας.”
Ούτε που έβαζε ο νους μας, βέβαια, τέτοια εξέλιξη. Είχε στενοχώριες, είχε κούραση, αλλά είχε και τόση ζωντάνια, της Σαμαρείτιδος περπάτησε από το Κάστρο στα Σίσσια, νομίζω 17 χμ., κι έπειτα συνέχισε το πρόγραμμα του με βάπτιση στο Αργοστόλι. Ποιος το περίμενε;
“Να τα γράψετε, να μην χαθούν, αλλά όταν εγώ φύγω”.
Το επανέλαβε πολλές φορές.
(Γι αυτό συγχωρέστε μας, υπακοή στο θέλημα του Γέροντά μας κάνουμε).
Ήθελε να ομολογείται το θαύμα προς δόξα Θεού. Μια φορά είχε έρθει ένα κινηματογραφικό συνεργείο από τη Σερβία για ένα ντοκυμανταίρ σχετικά με τον Άγιο Γεράσιμο. Ο ίδιος μίλησε εκτεταμένα για τον Άγιο, αλλά στενοχωρήθηκε πολύ, όταν κάποιος που ο Άγιος θεράπευσε, δεν θέλησε να μιλήσει.
Επίσης ο π. Γεράσιμος έλεγε:
Και του Αγίου μας τα νέα θαύματα πρέπει να ...
καταγραφούν, να ξέρουν, να συνειδητοποιούν οι άνθρωποι ότι οι άγιοί μας είναι ζωντανοί.
καταγραφούν, να ξέρουν, να συνειδητοποιούν οι άνθρωποι ότι οι άγιοί μας είναι ζωντανοί.
Να, ακούστε αυτό το συγκλονιστικό, σας παρακαλώ!
Πριν λίγες μέρες ήμουνα πάνω στο μοναστήρι στην παλαιά εκκλησία του Αγίου. Η λάρνακα ανοικτή και μεταξύ των προσκυνητών πρόσεξα ένα νέο μοντέρνο, με μακρυά μαλλιά, ρούχα μοτοσυκλετιστή και ύφος ερευνητικό. Στάθηκε σοβαρός, συγκεντρωμένος μπροστά στον Άγιο και τον κοίταζε ακίνητος για κάποια λεπτά. Έπειτα, χωρίς να προσκυνήσει, έφυγε...
Ωστόσο, δεν άργησε να γυρίσει πίσω. Αυτή τη φορά με διαφορετικό ύφος. Στο πρόσωπό του ζωγραφιζόταν ο θαυμασμός, η έκπληξη, και η κατάνυξη ακόμη! Ήρθε σε μένα.
“ Πάτερ, κάτι συγκλονιστικό μου συνέβη”.
“Τι παιδάκι μου;” έκανα εγώ.
“Πάτερ, είχα αμφισβήτηση μέσα μου. Στάθηκα μπροστά στον Άγιο Γεράσιμο και από μέσα μου είπα:
Τώρα, εσύ τι είσαι, άγιος ή μούμια;
Μα αν είσαι άγιος, θέλω σημάδι. Μπορείς να κάνεις αυτό τον καταγάλανο καλοκαιρινό ουρανό να βρέξει; Μόνο αν το κάνεις, θα πιστέψω ότι είσαι άγιος.
Και πάτερ μου, δεν πρόλαβα με τη μηχανή μου να φτάσω μέχρι τον πλάτανο και ένιωσα σταγόνες στο πρόσωπό μου.
Σταμάτησα, σήκωσα τα μάτια μου ψηλά και τι βλέπω; Ένα συννεφάκι, μόνο στο γαλανό του ουρανού, ένα συννεφάκι, ακριβώς από πάνω μου, να ρίχνει τη βροχή του ... Ένιωσα να ντρέπομαι, σαν να είχα βλασφημήσει, αλλά και συνάμα χάρηκα! Έκανα στροφή και γύρισα, πάτερ μου, να σας το ομολογήσω, να ζητήσω συγνώμη και να προσκυνήσω τον Άγιο Γεράσιμο, που καταδέχθηκε να μου δώσει, τόσο άμεσα, σημάδι!”
Πήγε ο Γέροντας μου, ο Ιερόθεος Ύδρας στη Σηλυβρία, εκεί που ήταν το σπίτι του Αγίου Νεκταρίου, και έψαχνε κάτι να βρει από τον προστάτη Άγιό του, κάτι να ακούσει, κάτι να μάθει.
Τότε ένας Τούρκος τον πλησίασε και του είπε:
“Κάθε δειλινό, εδώ σ' αυτή την πέτρα έρχεται και κάθεται ένας παπάς, ένας γέρος παπάς και μόλις πάω να τον πλησιάσω χάνεται ...”
Τότε ο Δεσπότης έβγαλε μια φωτογραφία και του έδειξε:
“Μήπως είναι αυτός;”
“ Ναι, ακριβώς, αυτός είναι”.
Και ο Γέροντάς μου γεμάτος συγκίνηση ψέλλισε:
“ Ο Άγιος Νεκτάριος”, γονάτισε και φίλησε τη πέτρα.