Σύμφωνα με την Αγία Γραφή ο Άγιος Ιωάννης o θεολόγος και ευαγγελιστής δεν έχει γευθεί σωματικό θάνατο..


Σύμφωνα με την Αγία Γραφή και πολλούς Αγίους Πατέρες μας, ο ΕυαγγελιστήςΙωάννης δεν έχει γευθεί θάνατο, γι  αὐτό και η Εκκλησία μας, δεν εορτάζεικοίμηση του Αγίου Ιωάννη αλλά Μετάσταση.
Στο βίο του Αγίου Ιωάννου, διαβάζουμε σχετικά με την Μετάστασή του:

«Αφού επεστρέψαμεν εις την Έφεσον από την εξορίαν, διεμείναμεν εις αυτήνέτη είκοσιν εξ· εμείναμεν δε και εις την νήσον Πάτμον έτη δέκα πέντε· και προ της εξορίας ημών διετρίψαμεν εξ Ιεροσολύμων ετών πεντήκοντα. Και αφούσυνεπληρώθησαν είκοσιν εξ έτη από της επιστροφής ημών εκ της εξορίας εις την Έφεσον, μίαν ημέραν παραλαβών ο Ιωάννης εμέ και ετέρους εξ μαθητάς αυτού, είπε· “Λάβετε σκαπτήρια εις τας χείράς σας και ακολουθήσατέ με”·ελάβομεν δε δύο σκαπτήρια και ακολουθήσαντες αυτόν εξήλθομεν της πόλεως· φθάσαντες δε εις ένα τόπον, είπε προς ημάς ο Ιωάννης· “Καθήσατεενταύθα”· και εκαθήσαμεν, αυτός δε επροχώρησεν ολίγον δια να έχη ησυχίαν, και εκεί προσηύχετο· ήτο δε ώρα του όρθρου, νυξ δηλαδή αρκετή προ τηςανατολής του ηλίου. Και μετά την ευχήν ελθών προς ημάς λέγει· Σκάψατε εις την γην εις μέτρον του αναστήματός μου σταυροειδώς.
Αφού λοιπόν ημείς εσκάψαμεν, προσηύξατο ο Ιωάννης· και μετά την ευχήν εισήλθεν εις τον τάφον τον οποίον εσκάψαμεν, και εκείθεν είπε προς με· “Τέκνον Πρόχορε, να υπάγης εις τα Ιεροσόλυμα· διότι εκεί πρέπει να τελειώσης τον βίον”· διδάξας δε ημάς και ασπασάμενος, είπε· “Σύρατε το χώμα της μητρός μου γης και σκεπάσατέ με”· ημείς δε ασπασάμενοι αυτόν, και σύραντες χώμαεσκεπάσαμεν μέχρι των γονάτων. Πάλιν εκείνος ασπασάμενος ημάς, είπε· “Σύραντες χώμα σκεπάσατέ με έως του τραχήλου”· και ασπασάμενοι αυτόνεποιήσαμεν ούτω· είτα δε πάλιν είπε προς ημάς· “Φέρετε λεπτόν πανίον και σκεπάσατε δι  αὐτοῦ το πρόσωπόν μου, και ασπάσασθέ με δια τελευταίαν φοράν· διότι δεν θα με ίδητε πλέον εις την ζωήν ταύτην”. Και ποιήσαντες ούτως, ησπασάμεθα αυτόν πάλιν κλαίοντες· αυτός δε δους εις ημάς την ειρήνην απέλυσεν ημάς. Και ούτω κλαίοντες πικρώς εσκεπάσαμεν όλον το σώμά του. Τότε και ο ήλιος ανέτειλε, και αυτός παρέδωκε το πνεύμά του.
Επιστρέψαντες ημείς εις την πόλιν ηρωτήθημεν παρά των αδελφών· “Που ευρίσκεται ο Διδάσκαλος ημών;” ημείς δε διηγήθημεν προς αυτούς λεπτομερώς πάντα τα γεγονότα· και εκείνοι παρεκάλεσαν ημάς ίνα δείξωμεν εις αυτούς τον τόπον. Απελθόντες όθεν μετά των αδελφών εις τον τόπον εκείνον, τον μενΙωάννην δεν εύρομεν, εύρομεν δε μόνον τα υποδήματα αυτού. Και τότεενεθυμήθημεν τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον είπε προς τον Πέτρον περί του Αποστόλου τούτου, ότι “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;” και εδοξάσαμεν δια ταύτα πάντα τον Πατέρα και τον Υιόν και το ΆγιονΠνεύμα τον ένα Θεόν· ω πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».[81]
Διαβάζουμε ακόμη στην Καινή Διαθήκη ότι, όταν ο Απόστολος Πέτρος ρώτησε τον Χριστό μας περί του Ιωάννη «ούτος δε τι; δηλαδή, αυτός τι θα απογίνει; καλά, εμένα μου είπες τι θα γίνω, αλλά ο Ιωάννης; Ο Κύριός μας απήντησε: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22) δηλαδή· «εάν εγώ θέλω να τον κρατήσω ζωντανό μέχρι που θα ξαναέλθω, στην Δεύτερη Παρουσία μου, εσένα τι σε νοιάζει; τι σε ενδιαφέρει; αυτό είναι θέμα δικό μου».
Γι  αὐτό και οι Απόστολοι, άρχισαν να ...
πιστεύουν και να το συζητούν μεταξύ τους, ότι ο Ιωάννης δεν πρόκειται να αποθάνει· «εξήλθεν ουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 23).
Όμως, ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, μας διευκρινίζει τα λόγια του Κυρίου μας, λέγοντας ότι ο Χριστός δεν είπε ότι δε θα αποθάνει, αλλά εάν θέλει να τον κρατήσει ζωντανό μέχρι να ξαναέλθει.
Πότε όμως θα έλθει ξανά ο Κύριός μας; Φυσικά στη Δευτέρα παρουσία Του. Δεν έχουμε άλλους ερχομούς η παρουσίες του Χριστού μας. Μόνο δύο. Την πρώτη, όταν έγινε άνθρωπος και εσταυρώθη για τη σωτηρία του κόσμου, και την Δεύτερη, όταν θα έλθει στο τέλος του κόσμου για να κρίνει ζώντες και νεκρούς.
Άρα, αφού ο ίδιος ο Ιωάννης βεβαιώνει ότι σίγουρα θα πεθάνει, όπως όλοι οιάνθρωποι της γης, δύο εκδοχές υπάρχουν·
Ή πέθανε τότε, κανονικά, όταν ζούσε στην εποχή του Χριστού, ή θα πεθάνει στο τέλος του κόσμου.
Εάν όμως πάρουμε την πρώτη εκδοχή, ότι δηλαδή πέθανε τότε, τότε προς τι ολόγος του Κυρίου μας «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22).
Πως θα ερμηνεύσουμε το· «μένειν έως έρχομαι;»
Το «έως έρχομαι» σημαίνει την Δευτέρα Παρουσία Του, άρα θα τον κρατάει πεθαμένο μέχρι να ξανάρθει; Δεν ευσταθεί.
Εάν υποθέσουμε πάλι ότι πέθανε και στη συνέχεια τον ανέστησε, όπως και την Παναγία μας, και τον έχει κοντά Του, τότε και πάλι το «μένειν έως έρχομαι» πως θα το εξηγήσουμε; Αφού είναι ήδη κοντά Του ανεστημένος και θα είναι πάντοτε πλέον, εις τους αιώνας των αιώνων, πως θα τον κρατήσει μέχρι να ξανάρθει;
Μόνο λοιπόν αυτή η εξήγηση, κατά την ταπεινή μας άποψη, ταιριάζειαπόλυτα. Ότι θα μείνει ζωντανός, μέχρι την Δευτέρα Παρουσία Του, καιέπειτα θα αποθάνει και μάλιστα με μαρτυρικόν θάνατον, «και ουκ είπεν αυτώο Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ  ἐάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 23).
Τον κράτησε λοιπόν στη ζωή ο Θεός, προφανώς λόγω της μεγάλης αγάπης που είχε στον Θεό και τους ανθρώπους· για να ξαναέλθει και να κηρύξει, στηρίξει και βοηθήσει τους πιστούς της εποχής μας· οι οποίοι θα παραπαίουν από τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και από τα τεχνάσματα και τις πανουργίες του διαβόλου και του Αντιχρίστου, και στη συνέχεια να αποθάνη, όπως κάθεάνθρωπος επί της γης.
Μην ξεχνάμε, ότι είναι και ο κατ  εξοχήν μαθητής της Αγάπης. Τα λιγοστά λόγια, που έλεγε τα τελευταία χρόνια στους μαθητάς του ήταν: «Τεκνία,αγαπάτε αλλήλους»· «Παιδιά μου, να αγαπάτε ειλικρινά ο ένας τον άλλον».
Ίσως ακόμη, και την ώρα που διετάχθη να καταπιεί το βιβλίο τηςΑποκαλύψεως, ενώ στην αρχή ένοιωσε μια γλυκιά γεύση στο στόμα του, προφανώς από την αίσθηση της αποκαλύψεως των θαυμασίων και των μυστηρίων του Θεού, στη συνέχεια, όταν το βιβλίο κατέβηκε στην κοιλίαν του,όταν το «χώνεψε» δηλαδή, όταν άρχισε και το επεξεργαζόταν και συνειδητοποιούσε όλα εκείνα τα οποία επρόκειτο να περάσουν οι άνθρωποι τηςέσχατης γενιάς, ένιωσε μια πίκρα, μια στεναχώρια μέσα του· «και έλαβον το βιβλίο εκ της χειρός του αγγέλου και κατέφαγον αυτό, και ην εν τω στόματί μου ως μέλι γλυκύ· και ότε έφαγον αυτό, επικράνθη η κοιλία μου» (Αποκ. ι’, 10) και ίσως, λέγω ίσως, εκείνη την ώρα να ζήτησε και να παρακάλεσε από τον Θεό, να τον αφήσει να ζήσει μέχρι την εποχή εκείνη, δηλαδή τη δικιά μας, για να μπορέσει να βοηθήσει και να εμψυχώσει τους πιστούς.
Ή ακόμη, μπορεί, ανακαλύπτοντας ότι ο Θεός τον είχε διαλέξει να ξαναέλθει στα έσχατα, προς στιγμήν ένιωσε θλίψη, στεναχώρια και πίκρα που θα έμενε ακόμη τόσα πολλά χρόνια κάτω στη γη, μακριά από τον Κύριο και Θεό Του που τόσο πολύ αγάπησε και πίστεψε, όπως και ο Απόστολος Παύλος, αλλά και πολλοί άλλοι άγιοι, που παρακαλούσαν να φύγουν γρήγορα από αυτή τη ζωή για να πάνε κοντά στο Θεό.
Αλλά και όταν κάποτε τα δύο αδέλφια, Ιάκωβος και Ιωάννης, μη έχοντας ακόμη συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα (διότι δεν είχε έλθει ακόμη ηΠεντηκοστή και δεν είχαν λάβει το Πνεύμα το Άγιον, όπου τους μεταμόρφωσε και τους έκανε άλλους ανθρώπους, Χριστοφόρους, Θεοφόρους, Πνευματοφόρους), ζήτησαν από τον Κύριο, όταν θα έλθει στη γήϊνη Βασιλεία Του, να βάλει τον ένα εκ δεξιών και τον άλλον εξ ευωνύμων, ο Χριστός τουςαπήντησε· «Δεν γνωρίζετε τι ζητάτε, διότι η Βασιλεία η δική μου, δεν είναι εδώστη γη. Μπορείτε να πιείτε το ποτήριον με τις θλίψεις, τις δοκιμασίες και τους διωγμούς που ήπια εγώ και να βαπτισθείτε με το βάπτισμα (τον θάνατον) τον δικό μου;» Και εκείνοι απήντησαν· «Μπορούμε Κύριε». Και ο Χριστός τουςαπαντά, ότι πράγματι έτσι θα γίνει. Δηλαδή θα περάσουν όλα αυτά που πέρασε εκείνος και στο τέλος θα μαρτυρήσουν για την πίστη τους (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ο Ιάκωβος πράγματι εμαρτύρησε, όπως γνωρίζουμε από τη βιογραφία του·«…Τόσον δε πολύ ηγάπησεν αυτούς ο Δεσπότης Χριστός (τον Ιάκωβον και τονΙωάννην δηλαδή), ώστε εις μεν τον ένα αδελφόν, τον Ιωάννην, προσέφερε το στήθος του, ίνα ανακλιθή επ  αὐτοῦ, εις δε τον άλλον αδελφόν, τούτον δηλαδή τον θείον Ιάκωβον, έδωκε την τιμήν να πίη το ποτήριον του θανάτου, τοοποίον Αυτός ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έπιεν… Τα περί του μακαρίου τούτου Ιακώβου, πληροφορούμενος ο Ηρώδης ο Αγρίππας, ο τουΑριστοβούλου υιός, του οποίου θείος ήτο ο Ηρώδης ο θανατώσας τον Πρόδρομον και μη υποφέρων να βλέπη αυτόν μετά τόσης παρρησίας διδάσκοντα το Ευαγγέλιον μετά το Πάθος και το σωτήριον κήρυγμα του Χριστού, εθανάτωσεν αυτόν δια μαχαίρας εν έτει από Χριστού μδ’ (44ω). Ούτω μετά τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον δεύτερον Μάρτυρα έστειλε τούτον προς τον Χριστόν, ως γράφεται εις το βιβλίον των Πράξεων (ιβ’, 1-2): «Κατ  ἐκεῖνον δε τον καιρόν επέβαλεν Ηρώδης ο βασιλεύς τας χείρας κακώσαί τινας των απότης εκκλησίας. ανείλε δε Ιάκωβον τον αδελφόν Ιωάννου μαχαίρα».82Ο Ιάκωβος λοιπόν, ο αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου εμαρτύρησε, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου μας.
Ο Ιωάννης; δεν πρέπει και αυτός όχι μόνον να πεθάνει ως άνθρωπος, αλλά και να ΜΑΡΤΥΡΗΣΕΙ όπως προεφήτευσε ο Χριστός μας;
Φυσικά και έτσι θα γίνει· Είναι αδύνατον να διαψευστεί ο ΘεάνθρωποςΙησούς· «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι» (Ματθ. κδ’, 35).
Πρέπει λοιπόν λογικά, να «ξαναέλθει» για να πεθάνει και μάλιστα με μαρτυρικό θάνατο.
Αλλά και εις την Αποκάλυψιν διαβάζουμε: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επίλαοίς και έθνεσι και γλώσσαις και βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Του λέει ο Άγγελος να καταπιεί το βιβλίο της Αποκαλύψεως, προφανώς για να το χωνέψει και κατανοήσει απόλυτα επειδή του έχει ορίσει πάλι ο Θεός να ξαναπροφητεύσει στα έσχατα χρόνια, σε πολλούς βασιλείς, λαούς, φυλές, γλώσσες και έθνη σε όλο τον κόσμο.
Άλλωστε, ποιός θα ήτο καταλληλότερος του Ιωάννου, για να ερμηνεύσει καιεξηγήσει όλα εκείνα τα διαδραματισθέντα εις την «Αποκάλυψη», τα οποία τουαπεκάλυψε ο ίδιος ο Θεός και έχουν σχέση με τον Αντίχριστο, το σφράγισμα, τα σχέδιά του και την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας;Η γνώμη βέβαια αυτή, δεν είναι μόνον ιδική μας, ούτε και τα επινοούμε εμείς όλα αυτά.
«Ταύτα δε διδάσκομεν, ουχ ευρεσιλογούντες, αλλ  ἐκ των θείωνεκκλησιαζομένων Γραφών…»[83] (Αγίου Κυρίλλου).
Πολλοί Πατέρες έχουν καταγράψει τα ανωτέρω πολύ όμορφα, γλαφυρά και ξεκάθαρα. Ας δούμε μερικούς
Μαρτυρίες Αγίων Πατέρων σχετικές με το ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν έχει κοιμηθεί
1. Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων
«Το δε ειπείν τον άγγελον προς αυτόν, δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς καιέθνεσι και λοιπά, βεβαιοί το παρ  ἡμῖν τοις Γραικοίς δόγμα περί τούτου τουαγίου και ενδόξου Ευγγελιστού Ιωάννου, ότι ουκ απέθανε θάνατον κατά διάζευξιν ψυχής εκ του σώματος, αλλά μετέστη εν χώρω, ον είδε μόνος οΚύριος, και ζη ως και ο Ηλίας, ίνα πάλιν έλθη επί του αντιχρίστου μετά τουΗλιού και Ενώχ, και διδάξη τους ανθρώπους α εκελεύσθη σφραγίσαι μέχρι του τηνικαύτα καιρού· τω γαρ γένει των ανθρώπων τρεις νόμους δέδωκεν ο Θεός, τον φυσικόν λέγω, ον ενομοθέτησεν ο Θεός τω Αδάμ εν τω παραδείσω, και αυτοδίδακτον τη ημών εκάστου ενεκόλαψε φύσει, και τον γραπτόν, ον δια του Μωϋσέως δέδωκε τοις Ισραηλίταις εν τω Σινά, και τον ευγγελικόν, ον δια τωναγίων Αποστόλων παρέδωκεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν Ιερουσαλήμ. Δει ουν εν εσχάτοις καιροίς παραγενέσθαι και μάρτυρας τούτων· όθεν του μεν φυσικού, ελεύσεται ο Ενώχ, του δε Μωσαϊκού, ο Ηλίας, του δε ευαγγελικού, οπαρών Ευαγγελιστής, όστις και συναποκτανθήσεται τω Ενώχ και τω Ηλία επί αντιχρίστου· είρηται γαρ αυτώ και τω ομαίμονι αυτού Ιακώβω παρά του Κυρίου· “Το ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα, ο εγώ βαπτίζομαι, βαπτισθήσεσθε” (Μαρκ. ι’, 39)· δηλούντος τον δια μαρτυρίου θάνατον· και ομεν Ιάκωβος υπό Ηρώδου ανηρέθη, και έπιε το ποτήριον του Χριστού, καιεβαπτίσθη κατά τον θάνατον αυτού· ο δε Ιωάννης ούπω του τοιούτου τετύχηκε τέλος. Εικότως ουν λέγομεν, ότι αποκτανθήσεται επί αντιχρίστου, καιαμφοτέροις πληρωθήσεται το του Κυρίου λόγιον».[84]
2. Αγίου Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας
«Έστοντας να ακούση ο Πέτρος, λέγουσιν, ότι μέλλει να αποθάνη δια τον Χριστόν, είπεν, αλλά ο Ιωάννης τι; δεν θέλει αποθάνει και αυτός; ο δε Χριστός δεν το απηγόρευσε τούτο, δηλαδή δεν το εβεβαίωσε να ειπή, ότι δεν αποθαίνει· διότι κάθε άνθρωπος που θα γεννηθή, είναι βέβαιο ότι και θα αποθάνη. Είπε δε το, εάν θέλω αυτόν μένειν, δηλαδή να ζη, έως της συντελείας του κόσμου, και τότε να μαρτυρήση δι  ἐμέ. Δια τούτο και λέγουσιν, ότι ζη αυτός, πρόκειται δε να φονευθή υπό του Αντιχρίστου μαζί με τον Ηλίαν, κηρύττοντες τον Χριστόν.Εάν δε και το μνήμα αυτού φαίνεται, τι προς αυτό; διότι ζωντανός μεν εισήλθεν εις αυτό, και έπειτα μετεστάθη. Καθώς και ο Ενώχ και ο Ηλίας.Ανατρέπει λοιπόν ο Ευαγγελιστής την ψευδή δόξαν, δηλαδή εμποδίζει τον ψεύτικον λογισμόν εκείνων οπού νομίζουν, ότι δεν αποθαίνει ο μαθητής αυτός,αλλά θέλει είναι αθάνατος· διότι κατά αλήθειαν ψευδές είναι, το να είναιάνθρωπος αθάνατος. Διότι αν και ο Ενώχ, και ο Ηλίας δεν απέθαναν, αλλ ὅμως πρόκειται στο μέλλον να αποθάνουν· έτσι λοιπόν και αυτός, εάν και δεναπέθανεν, αλλά θέλει αποθάνει. Το δε λεγόμενον και λογιζόμενον ότι δεν θααποθάνει ποτέ, δηλαδή, το ότι θα είναι αθάνατος, είναι ψεύδος…»[85]
3. Αγίου Ιππολύτου
«Η μεν πρώτη Παρουσία του Κυρίου μας είχε Πρόδρομον τον ΒαπτιστήΙωάννη, η δε Δευτέρα Παρουσία, εις την οποία πρόκειται να έλθει με μεγάλη δόξα, θα έχει Προδρόμους τον Ενώχ, τον Ηλίαν και Ιωάννην τον Θεολόγον».
[86]
4. Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου
«Επειδή θα είναι ολίγοι αυτοί που θα μπορέσουν να αντέξουν και να γλυτώσουν από τις παγίδες του Αντιχρίστου, ο Θεός θα στείλει τον Ηλία και τον Ενώχ, ίσως και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, δεν το γνωρίζουμε αυτό, προκειμένου να βοηθήσουν την αδύνατη και ασθενή ανθρώπινη φύση μας, ωςπρωτοστάτες και αθλοφόροι στον αγώνα και ομολογία τους υπέρ της νίκης του Χριστού και κατά του Αντιχρίστου».[87]
5. Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού
«…Το συγκεκριμένο «εάν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να ξανάρθω, εσένα τι σε νοιάζει;» έχει λεχθεί για τον Ιωάννη τον Θεολόγον, ο οποίος δεν έχει γευθεί θάνατον και διαμένει ζωντανός μέχρι την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας. Αυτή είναι η σωστή ερμηνεία που έχουν δώσει πολλοί από τους σοφούς αγίουςμας στο ανωτέρω χωρίον».[88]
6. Μεγάλου Φωτίου
«…Μάρτυρες αδιάψευστοι ότι οι άνθρωποι, εάν δεν αμάρτανε ο Αδάμ, δεν θα πέθαιναν και θα είχαν τα σώματά τους αιώνια, είναι οι τρεις άνθρωποι Ενώχ,Ηλίας και Ιωάννης ο Θεολόγος, που ο Θεός κράτησε ζωντανούς. Έναν απόκάθε εποχή. Ο Ενώχ, ως ζήσας προ του Νόμου· ο Ηλίας μετά τον Νόμον· και ο Ιωάννης μετά την Χάριν.
Απόδειξη δε ότι είναι ζωντανός και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο λόγος του Κυρίου μας στο Ευαγγέλιο που λέγει “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;”. Όχι ότι δεν θα αποθάνει όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι, αλλά ότι ο Θεός τον έχει φυλάξει ζωντανό για να ξαναέλθει ως Πρόδρομος στην Δευτέρα Παρουσία Του μαζί με τον Ηλία και τον Ενώχ…».[89]
Έτσι λοιπόν καταλήγοντας, ταπεινή μας γνώμη είναι, ότι ο δεύτερος Μάρτυρας και Προφήτης δεν θα είναι ο Ενώχ, αλλά ο Ιωάννης ο Θεολόγος.Εάν βέβαια μιλάμε για δύο Μάρτυρας και Προφήτας, όπως λέγει η ιερή Αποκάλυψις. «Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέραςχιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαικαι αι δύο λυχνίαι αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι» (Αποκ. ια’, 3-5).
Εάν είναι τρεις οι Μάρτυρες και Προφήτες, τότε θα είναι και ο Ενώχ.
Η Αποκάλυψις όμως, είναι σαφής. Μιλάει για δύο ΜΑΡΤΥΡΑΣ και ΠΡΟΦΗΤΑΣ και όχι για τρεις· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου…» (Αποκ. ια’, 3).
Βέβαια, και ο Ενώχ δεν πρέπει να έχει γευθεί θάνατον σύμφωνα με τη Γραφή και τους Πατέρες, αλλά «μετέστη» επειδή ήτο δίκαιος και ενάρετος και πιστός στον Θεόν· «και ευηρέστησεν Ενώχ τω Θεώ και ουχ ευρίσκετο, ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός» (Γεν. ε’, 24).
Όμως δεν υπάρχει κάτι άλλο στη Γραφή και στους Πατέρες, που να μαρτυρεί τον ερχομόν του. Καμμία, μα καμμία, αγιογραφική μαρτυρία, εκτός επαναλαμβάνω από τη συγκεκριμένη αυτή αναφορά της Αγίας Γραφής. Αυτήόμως, και μόνον αυτή. Για το συγκεκριμένο αυτό θέμα γράφει και οΜακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, τα εξής:
«Περί μεν του Ηλία συμφωνούν οι ερμηνευτές ότι πρόκειται ακριβώς περί αυτού και όχι περί του Ενώχ (υπάρχει και μία τέτοια άποψη αφού ο Ηλίας καιο Ενώχ είναι δύο μοναδικοί άνθρωποι στην ιστορία του κόσμου οι οποίοι δεν γνώρισαν θάνατο). Το γεγονός λοιπόν αυτό, οδηγεί στην επιλογή του Ενώχ ωςτου δευτέρου μάρτυρος, στη θέση δηλαδή του Μωϋσέως, χωρίς όμως ναυπάρχει καμμιά άλλη σαφής μαρτυρία στην Αγία Γραφή».[90]
Αναφορές για τον Προφήτη Ηλία
Για τον Προφήτη Ηλία υπάρχουν πολλές αναφορές και μάλιστα ονομαστικές.
Όπως· Στον Προφήτη Μαλαχία: «και ιδού εγώ αποστελώ υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή», (Μαλαχία δ’, 4).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Ηλίας μεν ελθών πρώτον αποκαθιστά πάντα» (Μαρκ. θ’, 12).
Στον Ευαγγελιστή Λουκά: «εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου» (Λουκ. α’, 17).
Στον Ευαγγελιστή Ματθαίον: «ηρώτα τους μαθητάς αυτού (ο Ιησούς) λέγων· τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου; οι δε είπον· οι μενΙωάννην τον βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν η ένα των προφητών» (Ματθ. ιστ’, 13-14). Που από εδώ βγαίνει, ότι οι τότε Ιουδαίοιπερίμεναν τον Ηλία να έλθει, ως Πρόδρομο του Μεσσία τους.
Στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομον, ο οποίος ερμηνεύοντας διάφορα χωρία της Γραφής, λέγει τα εξής:«Και ο Ηλίας θα έρθει τότε για ν  ἀσφαλίσει τους πιστούς (Μαλαχ. δ’, 5). Και αυτό το λέγει ο Χριστός· “έρχεται ο Ηλίας και θ  ἀποκαταστήσει τα πάντα” (Μαρκ. θ’, 12). Γι  αὐτό έχει λεχθεί για τον Ιωάννη το “με δύναμη και πνεύμα του Ηλία” (Λουκ. α , 17). Γιατί ο Ιωάννης δεν έκαμε σημείο, όπως ο Ηλίας, ούτε θαύματα· γιατί λέγει “ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα σημείο, όλα όμως όσα είπε ο Ιωάννης γι  αὐτόν, ήταν αληθινά” (Ιω. ι , 41). Πως λοιπόν “με δύναμη και πνεύμα του Ηλία;” Δηλαδή θ  ἀναλάβει την ίδια διακονία. Όπως ακριβώς εκείνος υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας, έτσι και αυτός θα είναι πρόδρομος της δεύτερης και ένδοξης παρουσίας αυτού, και γι  αὐτό το σκοπό φυλάσσεται. Ας μη φοβηθούμε λοιπόν…»[91] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Αναφορές για τον Ιωάννη τον Θεολόγο
Για τον Ευαγγελιστή Ιωάννη επίσης, υπάρχουν πολλές αναφορές.
Στην Αποκάλυψη: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και γλώσσαις και βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Στο Ευαγγέλιο του: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; εξήλθενουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 22-23).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος και Ιωάννηςυιοί Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν ποιήσηςημίν. ο δε είπεν αυτοίς· τι θέλετε ποιήσαί με υμίν; οι δε είπον αυτώ· δος ημίν ίναεις εκ δεξιών και εις εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξη σου. ο δε Ιησούςείπεν αυτοίς· ουκ οίδατε τι αιτείσθε. δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι; οι δε είπον αυτώ· δυνάμεθα· ο δεΙησούς είπεν αυτοίς· το μεν ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα ο εγώβαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε» (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ορισμένοι λένε, ότι ο Ιωάννης, στο συγκεκριμένο χωρίο της Αποκαλύψεως (ια , 3) αναφέρει δύο και όχι τρεις από ταπείνωση. Και στο Ευαγγέλιο του, λένε, πολλές φορές δεν αναφέρει το όνομά του, από ταπείνωση, αλλά λέει· «ομαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιω. κα’, 20) ή «ο άλλος μαθητής» (Ιω. ιη’, 15 και 16) ή κάτι παρόμοιο.
Λυπάμαι, αλλά έχουν πέρα για πέρα άδικο. Διότι αφ  ενός το ομολογούν και οιίδιοι, ότι ο ίδιος ο Ιωάννης αναφέρει «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» η «ο άλλος μαθητής». Άρα μπορεί να μην αναφέρει το όνομά του, κάνει όμως νύξη και αναφορά στο πρόσωπό του, δεν το παραλείπει. Γιατί λοιπόν να μην κάνει το ίδιο και εδώ, στο συγκεκριμένο χωρίο της Αποκαλύψεως, αναφέροντας είτε, «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» είτε «ο άλλος μαθητής» είτε ο,τιδήποτε άλλο;Αφ  ἑτέρου εδώ, δεν τίθεται καν θέμα ταπεινώσεως και μετριοφροσύνης, διότι δεν αναφέρει ονόματα για τους δύο προφήτας και μάρτυρας, ώστε απόταπείνωση να παραλείπει το δικό του. Εδώ, μιλάει αριθμητικά και όχι ονομαστικά. Λέει· θα αποστείλλει ο Θεός τους δύο προφήτας και μάρτυράς του.
Τι να έγραφε δύο, όπως έγραψε, τι να έγραφε τρεις. Τι θα άλλαζε; Με το δύο θα έδειχνε ταπείνωση, ενώ με το τρεις υπερηφάνεια; Μα αφού, ούτε στο δύοαναφέρει ονόματα, ούτε στο τρεις θα ανέφερε ονόματα.
Δεν ευσταθεί λοιπόν, καθόλου, το επιχείρημά τους.
Έτσι λοιπόν για τον Προφήτη Ηλία και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη υπάρχουνπολλές αναφορές της Αγίας Γραφής. Για τον Ενώχ όμως, δεν υπάρχει καμμίαάλλη αναφορά εκτός της συγκεκριμένης που ήδη αναφέραμε.
Ας είναι όμως, εγώ δεν είμαι ούτε άγιος, ούτε προφήτης για να γνωρίζωακριβώς την αλήθεια, γύρω από το συγκεκριμένο θέμα.
Ζήτημα δευτερεύον και θεολογούμενον
Αν οι άγιοί μας, μιλώντας για το θέμα αυτό δεχόταν και το ένα και το άλλο,όπως ήδη έχουμε αναφέρει και δει σε πολλά κείμενα των αγίων μας και εάν για το ίδιο θέμα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος γράφει, ότι ο ένας από τους δύο Προφήτας θα είναι ο Προφήτης Μωϋσής, καταλήγοντας όμως  ότι: «Πολλοί ερμηνευτές βεβαίως θεωρούν ότι είναι λεπτομέρεια το ποιοί θα είναι οι δύο μάρτυρες της Αποκαλύψεως. Εκείνο όμως το οποίο εμάς κυρίως μας ενδιαφέρει και το οποίο πρέπει να τονίσουμε είναι αυτό που αναφέραμεπροηγουμένως ότι δηλαδή στον καιρό της μεγάλης δοκιμασίας και της δεινής καταστάσεως εις βάρος των πιστών ο Θεός δεν θα μας αφήσει μόνους καιαβοήθητους…» [92] πόσο μάλλον η ταπεινότης μου.
Άλλωστε το συγκεκριμένο θέμα, όπως λέει και ο Μέγας Φώτιος, δεν είναι θέμα πίστεως η δογματικό, ώστε να μην έχει κανείς δικαίωμα να προσθέσει ή να αφαιρέσει κάτι χωρίς τον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί αιρετικός,αλλά είναι θέμα δευτερεύον και «θεολογούμενον» όπως λέγεται και γι  αυτό,απλώς, σας εξωτερικεύω τις σκέψεις μου και σας καταθέτω τηνάποψή μου, όχι δογματικά και αποφαντικά, αλλά ερμηνευτικά και ταπεινά, «ο δε χρόνος και η πείρα τοις νήφουσιν»[93], όπως λέγει και ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας, σύντομα θα δείξει τι απ  όλα αυτά θα γίνει.
«Εκείνο δε δήλον, ως το παρόν ζήτημα, (η έλευσις ή όχι του Ιωάννου) καν τηςαληθείας παρασφαλή, ου φέρει ψυχής κίνδυνον. Η μεν γαρ περί πίστεωςέρευνα της αληθείας παρατραπείσα ναυάγιον μέγα τη ψυχή προξενεί, διο δη και βραχείας της εις αυτήν τελούσης αντέχεσθαι δει συλλαβής· η δε ζήτησις των παρά την ευσέβειαν προβλημάτων καλόν μεν ει προς το της αληθείας καταλήγει τέλος· ει δε γε ταύτης αστοχήσει, ου καλόν μεν, όμως όλεθρον ψυχής ου φέρει». [94] (Μεγάλου Φωτίου)
Όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις
Ορισμένοι, βέβαια, ίσως αναρωτηθούν. Καλά, είναι δυνατόν να ζει άνθρωπος, τόσα πολλά χρόνια;
Κάτω από κανονικές και φυσιολογικές συνθήκες, φυσικά και δεν είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο. Αν και εις τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης, οιάνθρωποι ζούσαν πολύ περισσότερα χρόνια, απ  ὅ,τι ζουν σήμερα. Ζούσαν 200, 300, 500, έως και χίλια χρόνια.
Ο Αδάμ π.χ., έζησε 930 έτη.
Ο Νώε, έζησε 950.
Ο Μαθουσάλας έζησε τα περισσότερα χρόνια που έζησε άνθρωπος επάνω σ αὐτήν τη γη, 969 χρόνια.
Προσοχή, κάνουμε μια διευκρίνιση. Δεν υπήρχε άλλη μονάδα μετρήσεως τωνετών, όπως νομίζουν και πιστεύουν κάποιοι από άγνοια, η ισχυρίζονται καιυποστηρίζουν κάποιοι άλλοι, αναπόδεικτα.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι, πάνω από όλους τους Νόμους της φύσεως και πάνωαπό όλα τα δημιουργήματα, είναι ο Νομοθέτης και ο Δημιουργός.
Εκείνος όπου εδημιούργησε τα πάντα από το πουθενά, και έθεσε τους φυσικούς νόμους.
Εκείνος όπου, «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγε».
Εκείνος όπου, «όταν βούλεται νικάται φύσεως τάξις».
Εκείνος όπου, «ουκ αδυνατεί παρά τω Θεώ παν ρήμα».
Δεν υπάρχει ΤΙΠΟΤΑ που δεν μπορεί, εάν θέλει, να το κατορθώσει ο Θεός.
Γιατί ο Θεός θα στείλει τους δύο προφήτας Του
Έτσι λοιπόν και εδώ. Θέλησε ο Θεός και κράτησε ζωντανούς, μέχρι και σήμερα, τους Προφήτες Ηλία και Ιωάννη, για να παίξουν σημαντικό ρόλο στην περίοδο του Αντιχρίστου.
Μια που προφανώς τότε, οι περισσότεροι από εμάς, αλλά δυστυχώς και οι περισσότεροι κληρικοί, οι φύσει και θέσει φρουροί και ταγοί της Πίστεως και της Πατρίδος μας θα έχουν «προδώσει», άλλοι εν γνώσει η εν αγνοία, άλλοι εκούσια η ακούσια, δεν έχει σημασία, τον Θεό, την Εκκλησία και το Λαό Του, και θα ακολουθούν τον Αντίχριστο και το σύστημά του, σύμφωνα με τους λόγους των αγίων μας.