Ο Θεός μακροθυμεί και αναμένει τη μετάνοιά μας – Κυριακή ΙΓ’ Ματθαίου

 Θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο»

Σήμερα στις εκκλησίες ανεγνώσθη η παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-42). Θα σταθούμε σε ένα από τα αρκετά σημεία της περικοπής:

Αφού ο γεωκτήμων δημιούργησε το αμπέλι, το εμπιστεύθηκε στους γεωργούς «και απεδήμησεν». Ο ευαγγελιστής Λουκάς, που όμοια παραθέτει την παραβολή, προσθέτει ένα ακόμη δεδομένο. «Αποδήμησε χρόνους ικανούς», γράφει (20.9).

Τούτο, το ότι αποτραβήχθηκε, και μάλιστα για σειρά ετών, και δεν έδωσε σημεία ζωής, καθώς θα λέγαμε, υπονοεί τη μακροθυμία του Θεού.

Η μακροθυμία αποτελεί θυγατρική αρετή της αγάπης. Διαλαλεί ο Παύλος (Α’ Κορ. 13.4) ότι «η αγάπη μακροθυμεί» – τούτο επί ανθρώπων, τούτο και επί Θεού. Στη δεύτερη περίπτωση η μακροθυμία συνιστά κρίκο της ουράνιας αλυσίδας, που λέγεται αγάπη του Θεού, και που μας κρατάει πιο ψηλά από τον Άδη. Χωρίς αυτή θα είχαμε καταβαραθρωθεί στα έγκατά του.

Μακροθυμώ σημαίνει μακρύνω, εκτείνω και αναβάλλω τον θυμό. Αυτή ιδίως ήταν η πρώτη, αρχαία έννοια της λέξεως. Στη χριστιανική όμως ορολογία προσαπέκτησε και μιαν ακόμη έννοια, την κυρίως έννοια: Ο άνθρωπος αναβάλλει το ξέσπασμα του θυμού, και με τις συνεχείς υπερθέσεις και την αυτοσυγκράτηση τον πραΰνει, ώστε καταλήγει στην ανεξικακία.

Λοιπόν «οικτίρμων και...

ελεήμων ο Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλεος» (Ψαλμ. 102.8).

Η επί μακρό χρονικό διάστημα φαινομενική αδράνεια του Κυρίου δεν είναι αποτέλεσμα αδιαφορίας Του, δεν στοιχειοθετεί αμέλειά Του. Απλώς δεν θέλει να μας τιμωρεί, καίτοι διαπράττουμε αμέτρητα αξιόποινα, καθώς παρατηρεί ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Αν εμείς δεν θέλουμε να πάσχουμε, περισσότερο δεν θέλει ο Θεός, ώστε μακροθυμεί, ενώ άλλοτε προσπαθεί να μας νουθετήσει μόνο με απειλές (Προς Σταγήριον Γ’, ΕΠΕ τόμ. 29, σελ. 288).

Ο Θεός δεν βιάζεται στις ενέργειές του. Δουλεύει με υπομονή, με τακτική, ώσπου να μας βρεί σε καμιά γωνία! Γι’ αυτό μακροθυμεί ο Θεός· όχι ότι δεν Τον νοιάζει.

Το δίδαξε και το παρέστησε εναργώς ο Ιησούς στην παραβολή του ασώτου (Λουκ. 15.11-32). Το δίδαξε επιπλέον και με την παραβολή της άκαρπης συκιάς (Λουκ. 13.6-9).

Συναφώς αναφέρεται και η Παλαιά Διαθήκη, αλληγορικά επίσης. Έτσι στον προφήτη Ησαΐα πάλι, ο Θεός αιτιάται τον απειθή λαό Του και δύστροπο. «Όλη την ημέρα» είχε ανοιχτή την αγκαλιά Του περιμένοντάς τον να γυρίσει κοντά Του· «όλη την ημέρα», δηλαδή διαρκώς μακροθυμούσε (Ησ. 65.2).

Έχοντας κατανοήσει οι ασκητικοί Πατέρες την αλήθεια αυτή, μιλούσαν για το «πιπτέγειρε». Τί σημαίνει ο όρος; Σημαίνει – «Έπεσες; Να εγερθείς. – Σηκώθηκα, αλλά ξανάπεσα. – Ξανασήκω. – Ξανασηκώθηκα, αλλά ξανάπεσα πάλι. – Πάλι σήκω. Ο Θεός αναμένει μακροθυμώντας».

Άπειρες οι φορές που ο Κύριος μακροθυμεί ανεχόμενος απίστους μα και μας τους πιστούς.

Συνεπώς ο Κύριος σκόπιμα και όχι λόγω αμελείας βραδύνει να επέμβει. Αν και «τινες βραδυτήτα [από αδιαφορία] ηγούνται, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη βουλόμενός τινας απολέσθαι, αλλά πάντας εις μετάνοιαν χωρήσαι», κατά τον κορυφαίο Πέτρο (Β’ Πέτρ. 3.9). Εκ των υστέρων θ’ αντιληφθείς το νόημα της μακροθυμίας Του. «Και θα πεις εκείνη την ημέρα: Θα σε ευλογήσω, Κύριε, γιατί μου οργίσθηκες [αλλά] και απέστρεψες τον θυμό Σου, και με ελέησες» (Ησ. 12.1).

Ταυτόσημο είναι και το θάμβος που εκφράζεται στα λεγόμενα του Ελιούς, ενός αινιγματικού προσώπου που παρεμβαίνει στη συνομιλία του Ιώβ με τους φίλους του. Διαπιστώνει ο Ελιούς: «Έπειτα [στο τέλος], τότε θα καταμεμφθεί ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του λέγοντας: Τί πράγματα έκανα και [ο Θεός] δεν με εξέτασε [και παίδεψε] αντάξια αυτών που αμάρτησα!» (33.27).

Αληθινά, το διαπίστωσαν πολλοί, πάμπολλοι. Για παράδειγμα ο πρώην απηνής διώκτης Παύλος το είχε κατανοήσει και διακήρυττε: «Δια τούτο ηλεήθην, ίνα εν εμοί πρώτω ενδείξηται Ιησούς Χριστός την πάσαν μακροθυμίαν, προς υποτύπωσιν των μελλόντων πιστεύειν» (Α’ Τιμ. 1.16).

Έχει σκοπιμότητα η θεία μακροθυμία· δεν συνιστά τυχαία και παθητική στάση. Ας δούμε πού κατατείνει ανάλογα με τις ποικίλες κατηγορίες των ανθρώπων.

Ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην Καθολική επιστολή του (5.7-11) αναφέροντας τη μακροθυμία την παραλληλίζει με την προσδοκία του καλλιεργητή: «Ιδού ο γεωργός εκδέχεται τον τίμιον καρπόν της γης, μακροθυμών επ’ αυτώ έως λάβη υετόν πρώϊμον και όψιμον». Στη συνέχεια προβάλλει τη μακροθυμία των προφητών «οι ελάλησαν τω ονόματι Κυρίου» – πρόκειται για τους δούλους που απέστειλε ο κτηματίας στους κακούς αμπελουργούς. Τελικά ο απόστολος προβάλλει και τη θανάτωση του Κυρίου – του γιού του κτηματία.

Ο Κύριος περιμένει τους καλοπροαίρετους να δραστηριοποιηθούν, να μετανοήσουν και να ευφορήσουν καρπό δικαιοσύνης.

Άλλοτε ο Θεός παραβλέπει και κάνει τον κωφό, και αναίσθητο, θα λέγαμε, όχι μπροστά στις ανομίες, αλλά μπροστά στις επίμονες προσευχές μας. Τεκμήριο η Χαναναία, που ο Ιησούς δεν της έδινε σημασία – μα αρχικά μόνο (Ματθ. 15.21-28).

Έχουμε εδώ – έχει ο Θεός – μιαν ανάστροφη, ανάποδη μακροθυμία. Πλην δεν είναι ανάποδη, είναι ορθή, αφού πάλι έχει τον στόχο της, που είναι κυρίως «το δειν πάντοτε προσεύχεσθαι… και μη εκκακείν», να μην αποκάμνουμε (Λουκ. 18.1).

Στην Αποκάλυψη υπάρχει κάποια άλλη ερμηνεία, κάποια άλλη αποκάλυψη των αιτίων της θείας μακροθυμίας. Είδε ο Ιωάννης σε όραμα τις ψυχές «των εσφαγμένων δια τον λόγον του Θεού και δια την μαρτυρίαν του αρνίου ην είχον· και έκραξαν φωνή μεγάλη λέγοντες· έως πότε, ο δεσπότης ο άγιος και ο αληθινός, ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών εκ των κατοικούντων επί της γης;»

Τους δόθηκε τότε δόξα και ευτυχία και η απάντηση να αναμείνουν λίγο, έως ότου συμπληρωθεί ο αριθμός των εκλεκτών από τους λοιπούς χριστιανούς, που μέλλουν να μαρτυρήσουν επίσης (6.9-11).

Ο Θεός με άλλα λόγια μακροθυμεί στην υπ’ όψη περίπτωση και ανέχεται τους πωρωμένους αντίθεους, για να τελειωθούν οι δικοί Του με την υπομονή τής μαρτυρίας Του. Δεν εκδικείται πάραυτα τις ψυχές των «εσφαγμένων» και «πεπελεκισμένων» (20.4) δούλων Του, τους οποίους σκότωσαν οι κακοί γεωργοί. Λαμβάνει πρόνοια για τους αδελφούς των, και ας παρουσιάζεται ότι δεν ευαισθητοποιείται αλλά επινεύει στην επικράτηση της ασύδοτης κακότητος.

Εμείς όμως, συχνά δεν Τον καταλαβαίνουμε. Γιατί αφήνει πολλές φορές ελεύθερους τους διεφθαρμένους να πορεύονται κατά τις άπρεπες επιθυμίες τους και να καλοπερνούν;

Ερμηνεύει μια πλευρά του θέματος ο Χρυσόστομος (Προς Σταγήριον Α’ ΕΠΕ τομ. 29 σελ. 64). Οι αμετανόητοι επειδή εκούσια στέρησαν από τους εαυτούς των την αιώνια ζωή, χαίρονται τουλάχιστον εδώ στην πρόσκαιρη ζωή όσα παρέχει ο Θεός σε όλους ανεξαιρέτως, ανατέλλοντας τον ήλιο και βρέχοντας χάριν δικαίων και αδίκων (Ματθ. 5.45).

Μα όχι λίγες φορές, όχι μόνο υφίσταται ισότης μεταξύ δικαίων και αδίκων, αλλά αντίθετα οι μεν δυσσεβείς ευπραγούν, οι δε ευσεβείς δυσπραγούν. Τι γίνεται εδώ;

Αποτελεί κοινό τόπο των Πατέρων το ότι και οι άνομοι έχουν κάνει στη ζωή τους κάποια μικρά καλά, οπότε απολαμβάνουν την ανταπόδοσή τους στην πρόσκαιρη μηδαμινή γη μας, πριν αποπεμφθούν στον ατελεύτητο, αβάσταχτο Άδη.

Αντίστοιχα οι ενάρετοι έχουν κάνει μικρές αμαρτίες, που με τις δοκιμασίες τους τις ξεπλένουν στην παρούσα ζωή, για να πορευθούν καθαροί και χωρίς κρατούμενα στην αθάνατη, άφραστη μακαριότητα.

Ιερομόναχος Ιουστίνος

πηγή: koinoniaorthodoxias

https://simeiakairwn.