Σήμερα η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει την μνήμη πάντων των Αγίων, όσοι από κτίσεως κόσμου γεννήθηκαν και αγίασαν, και μέχρι συντελείας του αιώνος όσοι θα αγιασθούν. Η εορτή αυτή είναι η μεγαλύτερη από όλες τις εορτές (εκτός των Δεσποτικών), διότι δεν εορτάζει ένας Άγιος ούτε δέκα ούτε εκατό ούτε χίλιοι ούτε δύο χιλιάδες ή εκατό χιλιάδες, αλλά εκατομμύρια.
Όλα τα εκατομμύρια των Αγίων σήμερα εορτάζουν, και σ’ αυτή την εορτή είναι μαζί και η εορτή της Βασίλισσας των ουρανών, της Παναγίας Μητέρας του Θεού, όλων των αγγελικών ταγμάτων, όλων των Προφητών, των Αποστόλων, των Μαρτύρων, των Ιερομαρτύρων, των Ομολογητών και πάντων των Οσίων. Και επομένως κάθε πιστός σήμερα τελεί την εορτή του, διότι όλοι οι πιστοί χριστιανοί έχουν ονόματα Αγίων.
Ο Κύριος, ο πάντα προς το συμφέρον του πλάσματός Του οικονομών, οικονόμησε και εξέλεξε από το ανθρώπινο γένος τους Αγίους Του, τους οποίους εθαυμάστωσε δια θαυμάτων και σημείων και τους κατέστησε μαζί με τη Μητέρα Του μεσίτες, προστάτες, φύλακες και σκεπαστές των ανθρώπων, των Χριστιανών.
Είναι μεγάλη αυτή η οικονομία και φιλανθρωπία του Θεού· να εκλέξει δηλαδή από τον κόσμο αγίους ανθρώπους, και μαζί με όλους την υψηλοτέραν των ουρανών και καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών, την ανωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ και πάντων των Αγίων και των Αγγέλων, τη Μητέρα Του, την Υπεραγία Θεοτόκο. Αν δεν ήταν η Μητέρα του Θεού να μεσιτεύει, να παρακαλεί, να δέεται προς τον Υιό Της, ο Θεός, ως δίκαιος, θα ...
είχε εξαλείψει κάθε ανθρώπινη υπόσταση. Δεν θα υπήρχε άνθρωπος επί της γης.Ο Θεός ως μακρόθυμος και πολυέλεος και πολυεύσπλαχνος υπομένει τους ανθρώπους, υπομένει τις αμαρτίες, υπομένει τις βλασφημίες τους, αλλά επειδή είναι και δίκαιος, και αγαπά τη δικαιοσύνη, η δικαιοσύνη Τον αναγκάζει να τιμωρήσει τους ασεβείς, τους άδικους, τους βλάσφημους, τους αμαρτωλούς, τους αισχρούς, τους διεφθαρμένους, τους κλέφτες, τους ληστές και κάθε άνθρωπο αμαρτωλό. Και αυτό είναι δίκαιο σ’ έναν Θεό δικαιότατο και φιλανθρωπότατο, εφόσον στο ανθρώπινο γένος μεταχειρίσθηκε κάθε τρόπο και μέσο που μπορούσε να μεταχειρισθεί για τη σωτηρία του.
Έπειτα απ’ όλες τις ευεργεσίες που έκανε στον άνθρωπο, καταδέχθηκε, ως Θεός, να γίνει άνθρωπος, να σαρκωθεί εκ των αγίων αιμάτων της Αγίας Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας. Μέσω δε του σταυρικού Του θανάτου και της έκχυσης του πολύτιμου Αίματός Του πλήρωσε το χρέος των αμαρτωλών. Τιμωρήθηκε Αυτός ο ανεύθυνος, ο αθώος, ο άκακος. Γιατί; Για τον άνθρωπο τον αμαρτωλό, τον κακούργο, τον αγνώμονα, τον αχάριστο. Έπαθε τόσα φρικτά βάσανα και δεινά, για να πληρώσει το χρέος των αμαρτωλών, να τους ελευθερώσει από την αιώνια καταδίκη που είχαν καταδικαστεί για την παράβαση και παρακοή, από τα δεσμά του Άδη και της φθοράς, και να τους επαναφέρει στον Παράδεισο, στην πρώτη μακαριότητα, στην πρώτη ευτυχία, στην πρώτη δόξα και τιμή, την οποία αρχικά τους έδωσε αλλά δεν τη φύλαξαν.
Επειδή οι άνθρωποι φάνηκαν αχάριστοι, γι’ αυτό ο Ίδιος ο Θεός παραπονιόταν και, σαν να μην υπήρχε άνθρωπος για να ακούσει το παράπονό Του, παραπονιόταν στον ουρανό και στη γη. «Άκουε», λέει, «ουρανέ, και ενωτίζου γη». Άνοιξε τα αυτιά σου, ουρανέ και συ γη, και ακούστε: «Υιούς εγέννησα και ετίμησα, αυτοί δε με ηθέτησαν». Έκανα, λέει, τους ανθρώπους παιδιά μου, τους ύψωσα, τους τίμησα, τους δόξασα, τους έδωσα όλα τα αγαθά, και αυτοί όχι μόνο δεν με άκουσαν, αλλά και με ατίμασαν. Με βλασφήμησαν με τα βρομερότερα και αισχρότερα λόγια.
Το βόδι, λέει, και το γαϊδούρι και κάθε κτήνος γνωρίζουν τον αφέντη τους και είναι ευχαριστημένα να τον υπηρετούν, για λίγη τροφή που τους δίνει. Για ένα κομμάτι ψωμί, που του δίνει του σκύλου, αναγνωρίζει τον αφέντη του και τον φυλάει, τον τιμά, και πολλές φορές πεθαίνει για τον κύριό του. Ο άνθρωπος όμως δεν κατάλαβε την τιμή και τη δόξα που του έδωσε ο Θεός και έγινε χειρότερος. Έγινε όμοιος με τα κτήνη και χειρότερος ακόμη.
Λοιπόν, οι ευεργεσίες τις οποίες λάβαμε από τον Θεό είναι τόσο μεγάλες, που όταν αμαρτάνουμε, έπειτα από τόσες ευεργεσίες που μας έκανε, η δικαιοσύνη Τον αναγκάζει, προς παιδαγωγία, να τιμωρεί τους ανθρώπους με διάφορες τιμωρίες, με πολέμους, με σεισμούς, με ασθένειες, με πείνα και με άλλες συμφορές, για την αχαριστία των ανθρώπων, την αναισθησία και ασυνειδησία. Αλλά πολλές φορές η Παναγία, την οποία Αυτός εξέλεξε από όλους τους ανθρώπους και την τίμησε για την καθαρότητα, την αγιότητα και περισσότερο για την υψοποιό ταπείνωσή Της, με τις μητρικές εκτενείς δεήσεις της μας λυτρώνει από τη δίκαιη οργή του Κυρίου.
Επειδή η Κυρία Θεοτόκος ήταν ταπεινή, γι’ αυτό την εξέλεξε και γεννήθηκε απ’ Αυτήν, για να σώσει το ανθρώπινο γένος δι’ Αυτής. Η Κυρία Θεοτόκος πάντοτε σκέπει και φυλάει το ανθρώπινο γένος, αλλά και αυτούς ακόμη τους αμαρτωλούς. Και γι’ αυτούς ακόμη παρακαλεί. Και αν δεν υπήρχε η Κυρία Θεοτόκος, θα παθαίναμε εκείνο που έπαθαν τα Σόδομα και Γόμορρα. Θα μας έκαιγε. Θα έριχνε φωτιά να μας κάψει όλους. Η Κυρία Θεοτόκος βαστάει την οργή και την αγανάκτηση του Θεού.
***
Η Παναγία με τους Αγίους Πάντες βαστούν τον θυμό του Θεού, συγκρατούν την οργή, αλλά έως πότε; Οι άνθρωποι, αντί να μετανοήσουν, γίνονται χειρότεροι. Καιρός να ξυπνήσουμε, διότι έφθασε η οργή του Θεού. Στο χέρι μας είναι, αν θέλουμε, να σωθούμε και στο χέρι μας είναι, αν θέλουμε, να απωλεσθούμε. Και η απώλεια δεν είναι λίγη, δεν είναι μικρή, διότι αν η οργή του Θεού έλθει και μας βρει ανέτοιμους, στην αμαρτία, θα καταδικαστούμε στην αιώνια κόλαση, από την οποία δεν έχουμε ποτέ ελπίδα, ποτέ, να λυτρωθούμε.
Λοιπόν, ας σκεφτούμε καλά και ως λογικοί άνθρωποι να μετανοήσουμε. Μια μετάνοια σαν των Νινευϊτών, σαν τη μετάνοια του ληστή, σαν τη μετάνοια του ασώτου, σαν τη μετάνοια της πόρνης και άλλων αμαρτωλών, θα μας σώσει από τον μέγα κίνδυνο, τη μεγάλη οργή του Θεού. Γι’ αυτό σας παρακαλώ να μετανοήσουμε, διότι έφτασε η οργή του Θεού. Αν μετανοήσουμε θα σωθούμε, αν δεν μετανοήσουμε θα απωλεσθούμε. Το είπε το στόμα του Κυρίου.
Εύχομαι η χάρη του παναγάθου Θεού, δια πρεσβειών της παναχράντου Μητρός Του και πάντων των Αγίων να δυσωπήσουν τον Κύριο, να καταπαύσουν την οργή και τον θυμό Του και να μας ελεήσει και ευσπλαχνισθεί, ως φιλάνθρωπος και ελεήμων, και να μας αξιώσει να σωθούμε από τον παρόντα κίνδυνο και να αξιωθούμε των αιωνίων αγαθών και της Βασιλείας των Ουρανών. Αμήν.
[Ομιλία του π. Φιλοθέου Ζερβάκου στον Ι. Ναό των Αγίων Πάντων της Πάρου το 1965 (αποσπάσματα). Από το περιοδικό «Όσιος Φιλόθεος της Πάρου» 29, Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σελ. 21]
(Πηγή ψηφ. κειμένου: koinoniaorthodoxias.org)