ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ




Κάθε φορά που στους Ιερούς μας Ναούς εορτάζουμε την Κυριακή της Ορθοδοξίας, την νίκη δηλαδή της Εκκλησίας μας εναντίον των ποικίλων εχθρών της, ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν το κορμί μας. Και τούτο, όχι μόνο διότι η Εκκλησία βγήκε νικήτρια εναντίον των εχθρών της στο παρελθόν, αλλά και διότι αυτή η ηρωική και νικηφόρα πορεία της, θα συνεχιστεί έως το τέλος των αιώνων!

Βεβαίως, το ιστορικό γεγονός που εορτάζουμε την Α΄ Κυριακή των Νηστειών, είναι η «ανάμνησις της αναστηλώσεως των Αγίων και Σεπτών Εικόνων, γενομένης παρά των αειμνήστων αυτοκρατόρων Κων/πόλεως Μιχαήλ του Γ΄ και της μητρός αυτού Θεοδώρας, επί της πατριαρχείας του Αγίου και Ομολογητού Μεθοδίου».

Ομολογουμένως, θα χρειάζονταν σελίδες ολόκληρες για να περιγραφεί η όλη διαμάχη και η εξέλιξη της εικονομαχίας και της τελικής νίκης της Ορθοδόξου Εκκλησίας.


Ας σημειώσουμε συνοπτικώς, τα καίρια σημεία, τα οποία αποτέλεσαν και την ιστορική ουσία της διαμάχης, που ως γνωστόν κράτησε από το 720 έως και το 843 και προκάλεσε βαθύτατο διχασμό στον χριστιανικό κόσμο.

Στις 17 Ιανουαρίου του 730 ο Λέων ο Γ΄ είχε συγκαλέσει συνέλευση για να καθαιρεθούν οι εικόνες. Ο πατριάρχης Γερμανός ο Α΄ αρνήθηκε να υπογράψει και παραιτήθηκε. Την θέση του κατέλαβε ο εικονομάχος Αναστάσιος και έτσι ο Λέων ο Γ΄ εξέδωσε το διάταγμα για την καθαίρεση των Ιερών εικόνων. Άνοιξε λοιπόν ο δρόμος για την μεγάλη ταλαιπωρία της Αυτοκρατορίας. Χειρότερος του Λέοντος υπήρξε ο υιός του Κων/νος ο Ε΄ ο οποίος πλην των φοβερών και τρομερών διωγμών τους οποίους εξαπέλυσε, προσπάθησε να περιβάλει και με δογματικό κύρος την εικονομαχία, συγκαλέσας την σύνοδο της Ιέρειας το 754 από 380 αρχιερείς. Οι διωγμοί υπήρξαν εντονότατοι και πάρα πολλοί βρήκαν μαρτυρικό θάνατο, κυρίως από τις τάξεις των μοναχών. Οι συναξαριστές της Εκκλησίας μας, στην περίοδο αυτή, είναι πράγματι συγκλονιστικοί στις περιγραφές αλλά και πολύ διδακτικοί.

Μετά τον θάνατο του Κων/νου του Ε΄, η φοβερή ένταση και οι σκληροί διωγμοί κοπάζουν και επί Κων/νου του ΣΤ΄ και της μητέρας του Ειρήνης της Αθηναίας, συγκαλείται η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος το 787 η οποία και λύνει δογματικά το θέμα. 

Η σύνοδος αυτή ήταν σπουδαία και πολύ αναγκαία, γιατί απέδωσε στην Εκκλησία την κοσμιότητά της, όρισε το χαρακτήρα της τιμής που οφείλεται προς τις σεπτές άγιες εικόνες, και ειρήνευσε την Εκκλησία που είχε διαταραχθεί. Με την αναστύλωση των εικόνων, καταπολεμήθηκε ένας νεωτερισμός εντελώς ξένος προς την Εκκλησία του Χριστού, και ένα λανθασμένο φρόνημα που υπονόμευε την Ορθοδοξία της Εκκλησίας. Γιατί ο πόλεμος εναντίον των εικόνων, δεν ήταν μόνο απειλή κατά του σεβασμού προς αυτές, αλλά και του σεβασμού προς τα λείψανα των αγίων. Ακόμα ήταν απειλή κατά του σεβασμού προς τα άγια κειμήλια και τα αγιάσματα και γενικώς προς κάθε τι σεβαστό που είχε σχέση ή προς το πρόσωπο του Σωτήρος Χρηστού ή της Θεοτόκου ή των Αποστόλων ή των Αγίων. Με τον πόλεμο αυτό, επεδίωκαν μια μεταρρύθμιση μέσα στην Εκκλησία, που είχε σκοπό ν’ αποβάλλει κάθε  σεβασμό προς τις ιερές αρχαίες παραδόσεις, να τις απαρνηθεί, ν’ απογυμνωθεί από κάθε αισθητικό Ιερό και να περιοριστεί μόνο στην υπέρ αίσθηση λατρεία του Τριαδικού Θεού. Αν θα πετύχαιναν την επιζητούμενη μεταρρύθμιση, θα καταπρόδιδαν την Ορθοδοξία της Εκκλησίας, θα την έκοβαν πάλι σε μέρη, θα διαμορφώνονταν νέα σχίσματα και αιρέσεις, και θα συνέβαινε σ΄ αυτήν ό,τι συνέβη στους Διαμαρτυρομένους οι οποίοι ξεκίνησαν από λίγο και έφθασαν στο απροχώρητο. Η σπουδαιότητά της λοιπόν, έγκειται σε αυτό, στο ότι δηλ. προφύλαξε την Εκκλησία από καινούργια σχίσματα και αιρέσεις και εξασφάλισε έτσι την Ορθοδοξία, αφού εννοείται καθιερώθηκε και ο δογματικός όρος της πίστεως της Εκκλησίας για τις Ιερές εικόνες!

Η ηρεμία όμως και η γαλήνη δεν διήρκεσε για αρκετό χρονικό διάστημα.

Το 815 ο αυτοκράτωρ Λέων ο Ε΄ με  σύνοδο, στο ναό της Αγίας Σοφίας, ανανεώνει τον πόλεμο κατά των εικόνων. Η ίδια κατάσταση συνεχίζεται και με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο. Η άνοδος όμως στον θρόνο του υιού του Μιχαήλ του Γ΄ το 842, με την επιτροπεία της μητέρας του Θεοδώρας, επαναφέρει την γαλήνη στην Εκκλησία και την αυτοκρατορία. Καθαιρείται ο εικονομάχος πατριάρχης Ιωάννης ο Γραμματικός και προχειρίζεται πατριάρχης ο Έλληνας μοναχός, από την Σικελία, Άγιος Μεθόδιος ο Ομολογητής. Τέλος, τον Μάρτιο του 843, συνέρχεται στην Κων/πολη σύνοδος η οποία αναστηλώνει τις Ιερές Εικόνες και στις 11 Μαρτίου 843 εκδίδει το «Συνοδικό της Ορθοδοξίας», το οποίο είναι έργο του Πατριάρχου Μεθοδίου. Το καταπληκτικό αυτό κείμενο, μέρος του οποίου απαγγέλουμε στους ναούς μας, με θριαμβευτικό τόνο κατά την συγκινητική τελετή της περιφοράς των ιερών εικόνων,αποτελεί ένα πολύτιμο πνευματικό διαμάντι μέσα στον θησαυρό της Αγίας μας Πίστεως!

Βεβαίως, αργότερα, στο «Συνοδικό της Ορθοδοξίας», προστέθηκε και ο όρος πίστεως των ησυχαστικών συνόδων του 14ου αιώνα. Έτσι λοιπόν, το κείμενο αυτό, περιλαμβάνει τόσο τις αποφάσεις της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, όσο και των Συνόδων του 14ου αιώνα, οι οποίες έχουν όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία των Οικουμενικών Συνόδων. Στις συνόδους αυτές, επί της ουσίας καταδικάζονται οι πλάνες και οι αιρέσεις του παπισμού.

Ο θρίαμβος λοιπόν της Ορθοδοξίας μας, μας δίνει την βεβαιότητα ότι η Εκκλησία του Χριστού (δηλ. η Ορθοδοξία μας) είναι αήττητη.

Θα κλείσουμε με την χρυσή σάλπιγγα της Εκκλησίας μας, δηλ. τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Είναι ένα καταπληκτικό απόσπασμα από την «Προς Ευτρόπιον» ομιλία του.

«Εκκλησίας ουδέν ίσον. Μη μοι λέγε τείχη και όπλα. Τείχη μεν γαρ το χρόνω παλαιούνται, η Εκκλησία σε ουδέποτε γηρά.  Τείχη βάρβαροι καταλύουσιν, Εκκλησίας δε ουδέ δαίμονες περιγίνονται. Και ότι ού κόμπος τα ρήματα, μαρτυρεί το πράγμα. Πόσοι επολέμησαν την Εκκλησίαν, και οι πολεμήσαντες απώλοντο. Αύτη δε υπέρ των ουρανων αναβέβηκεν.

Τοιούτον έχει μέγεθος η Εκκλησία. Πολεμουμένη νικά, επιβουλευομένη περιγίνεται. Υβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται. Δέχεται τραύματα, και ού καταπίπτει υπό των ελκών. Κλυδωνίζεται, αλλ’ ού καταποντίζεται. Χειμάζεται, αλλά ναυάγιον ούχ υπομένει. Παλαίει, αλλ’ ουχ ηττάται. Πυκτεύει, αλλ΄ ού νικάται».

Το απόσπασμα αυτό, ομολογουμένως είναι ένα αριστούργημα που μόνο ένας Χρυσόστομος, με το ύφος που τον διέκρινε θα μπορούσε να το απαγγείλει.

Όμως, για τους απλούστερους αδελφούς, θα αποδώσουμε και τη μετάφρασή του.

“Τίποτε δεν είναι ίσο με την Εκκλησία. Μη μου λέγεις τα τείχη και τα όπλα, διότι τα τείχη με τον χρόνο παλαιώνουν, ενώ η Εκκλησία ποτέ δε γερνά. Τα τείχη οι βάρβαροι τα γκρεμίζουν, την Εκκλησία όμως ούτε οι δαίμονες δεν την νικούν. Και ότι αυτά τα λόγια δεν είναι μεγάλη καύχηση, το μαρτυρούν τα πράγματα. Πόσοι πολέμησαν την Εκκλησία; Και αυτή οι ίδιοι που την πολέμησαν χάθηκαν. Η Εκκλησία όμως ανέβηκε πάνω από τους ουρανούς. Τέτοιο είναι το μεγαλείο της Εκκλησίας. Όταν την πολεμούν, νικάει. Όταν την επιβουλεύονται, θριαμβεύει. Όταν την βρίζουν, γίνεται λαμπρότερη. Δέχεται τραύματα και δεν πέφτει από τις πληγές. Κλύδωνίζεται, αλλά δεν παθαίνει ναυάγιο. Παλεύει, αλλά μένει αήττητη. Αγωνίζεται, αλλά δεν νικιέται”!

Ταύτα δε προς γνώσιν και συμμόρφωσιν προς κάθε κατεύθυνση και προς κάθε αφελή , που μπορεί να φανταστεί ότι η Εκκλησία θα παύσει να υφίσταται. Αμήν.



Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Κόνιτσα.