(Ιωάν. Θ΄ 1-38)
Όταν
ο άνθρωπος θελήσει να ρίξει μια ματιά στον εαυτό του, θα διαπιστώσει με θλίψη
ότι, εκτός από τις αρετές και τα χαρίσματα, διαθέτει μεγάλα πάθη και μεγάλες
αδυναμίες. Και τέτοιο φοβερό πάθος, το πάθος του φθόνου αποκαλύπτεται με την
ευαγγελική περικοπή του τυφλού, στα πρόσωπα των Φαρισαίων.
Όχι ότι δεν γνώριζαν τον «ποτέ τυφλόν»
(δηλ. τον πρώην τυφλό), όχι ότι δεν έβλεπαν και δεν διαπίστωναν με τα ίδια τους
τα μάτια το καταπληκτικό θαύμα του Κυρίου Ιησού, όχι ότι είχαν ανάγκη την
μαρτυρία των γονέων του…
Τίποτε απ’ όλα αυτά. Το μεγάλο πρόβλημα για τους τότε
αλλά και της κάθε εποχής Φαρισαίους ήταν και παραμένει ο φθόνος. Δικαίως δε από
τους αγίους της Εκκλησίας μας έχει χαρακτηριστεί ως το ολεθριότερο απ’ όλα τα
πάθη και απ’ όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες. Δεν είναι μόνο ότι τον πικραίνει
και τον δηλητηριάζει με το φαρμάκι του, τον δύστυχο άνθρωπο που θρέφει το φθόνο
μέσα στην καρδιά του, αλλά ταυτοχρόνως τον κάνει να παραλογίζεται και να
καταντά σε πράξεις καθαρώς δαιμονικές. Τέλος δε, τον εξευτελίζει και τον
γελοιοποιεί ενώπιον των συνανθρώπων του, αφού μετά βεβαιότητος του
«εξασφαλίζει» το εισιτήριο για την «λίμνη
του πυρός την καιομένη».(Αποκ. ΙΘ΄20).
Και ναι μεν, οι Φαρισαίοι,
εξευτελίστηκαν από τις ίδιες τους τις ερωτήσεις, καθ΄ότι ο τέως τυφλός, διά των
απαντήσεών του, αφ’ ενός μεν ομολογεί
την πίστη του στον Χριστό, αφ’ ετέρου δε αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι αυτοί (που
τελικώς κατάντησαν Χριστοκτόνοι), ήταν οι πραγματικά τυφλοί, αφού τους
οφθαλμούς της διανοίας, τους είχε καταστρέψει το δηλητήριο της κακίας και το
σαράκι του φθόνου.
Αλλ’ αδελφοί μου, το ίδιο δεν βλέπουμε και
μετά τόσους αιώνες να συμβαίνει και σήμερα στην κοινωνία μας, όσον αφορά τον
φθόνο των συγχρόνων Γραμματέων και Φαρισαίων, έναντι του Θεανδρικού προσώπου
του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού;
Αναμφιβόλως, οι σύγχρονοι αυτοί
κακούργοι Γραμματείς και Φαρισαίοι, βρίσκονται σε πολύ χειρότερη μοίρα από
αυτούς της Ευαγγελικής Περικοπής, αφού οι τόσοι αιώνες που προηγήθηκαν
απέδειξαν περίτρανα το τι ακριβώς είναι ο Χριστός και το Σώμα Του, η Ορθοδοξία
μας δηλαδή.
Οπωσδήποτε, το μόνο βέβαιο είναι ότι
όπως και σε κάθε περίπτωση και σε κάθε εποχή, έτσι και τώρα, αλλά και έως το
τέλος των αιώνων, τα ίδια αποτελέσματα αυτής της καταστάσεως, θα έρθουν να επιβεβαιώσουν
ότι όσοι φθονούν τον Χριστό, γίνονται καταγέλαστοι.
Αλήθεια, που είναι οι εχθροί του
Ιησού της κάθε εποχής; Πού οι παρανοϊκοί
Νέρωνες και οι φθονεροί Διοκλητιανοί; Πού οι απαίσιοι και διεστραμμένοι διώκτες
της Εκκλησίας του, όπως ο Στάλιν και όλο το κακό συναπάντημα του δαιμονικού
φθόνου;
Πόσο πραγματικός αποδεικνύεται και
στην περίπτωση αυτή ο αψευδής λόγος του Θεού: «είδον
τον ασεβή υπερυψούμενον και επαιρόμενον ως τας κέδρους του Λιβάνου, και
παρήλθον και ιδού ουκ ην, και εζήτησα αυτόν, και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού»
(Ψαλμ. ΛΣΤ΄ 35-36). Δηλ. Είδα τον
ασεβή να υψώνεται και να υπερηφανεύεται σαν τους κέδρους του Λιβάνου (τα πιο
ψηλά δένδρα της περιοχής). Όταν εγώ δε πέρασα απ’ εκεί, αυτός δεν βρισκόνταν
πλέον. Δεν υπήρχε, τον ανεζήτησα και δεν βρέθηκε, ούτε ο τόπος που αυτός ήταν
προηγουμένως. Είχαν χαθεί τα ίχνη του. Αυτό ήταν το τέλος του.
Και για να μη νομίσει κανείς ότι
μεροληπτούμε έναντι ορισμένων παραρτημάτων του Άδου, να τονίσουμε ότι το ίδιο
κατάντημα θα έχουν και όσοι φθονούν τον Χριστό και την αλήθεια, ανήκουν όμως σε
διαφορετικές «μαύρες» παρατάξεις που φαινομενικά παρουσιάζονται ότι δήθεν έχουν
κάποιο θρησκευτικό συναίσθημα και εκκλησιαστικό κάλυμμα ή εμφανίζονται (για
τους αφελείς βεβαίως) ότι μέσα στους κόλπους τους υφίστανται και «καλοί
Χριστιανοί».
Στο σημείο όμως αυτό είναι ανάγκη,
αγαπητοί μου, να επισημάνουμε δύο βασικές αλήθειες που δεν φαίνεται να είναι
απ’ όλους γνωστές. Α) Εάν ένας
ισχυρίζεται ότι είναι πιστός Χριστιανός και ταυτοχρόνως ανήκει σε κόμματα ή
παρατάξεις που φθονούν είτε φανερά, είτε κρυφά τον Χριστό (και ο νοών νοείτω),
οι άνθρωποι αυτοί ή δεν γνωρίζουν τι θα πει Χριστιανική πίστη ή αγνοούν τι
ακριβώς πρεσβεύουν οι παρατάξεις και οι «ιδεολογίες» στις οποίες ανήκουν. Β) δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός, ότι όλες
αυτές οι παρατάξεις, κόμματα, ιδεολογίες κ.λ.π. που εχθρεύονται τον Χριστό και
φθονούν τους πραγματικά πιστούς, μπορεί
να έχουν μεταξύ τους τεράστιες διαφορές
και πράγματι να παρουσιάζουν εντελώς αποκλίνουσες πορείες. Όμως, υφίστανται δύο
βασικότατοι στόχοι που τους ενώνουν και τους κάνουν να σχηματίζουν ενιαίο
μέτωπο. Πρώτον: Ότι
αρνούνται συνειδητά την Θεότητα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (όπως οι
Γραμματείς και οι Φαρισαίοι), και δεύτερον,
ότι χτυπούν με πείσμα, με λύσσα θα λέγαμε, οτιδήποτε το Ρωμαίικο, οτιδήποτε
δηλ. το Ελληνικό, όπως ακριβώς και οι Σιωνιστές! Και άνευ αντιρρήσεως, θα
πρέπει κανείς να διαθέτει μεγάλη δόση αφελείας για να δεχθεί ότι αυτή η ρίζα
και η πηγή, αυτός ο συνδυασμός, ως και το αποτέλεσμα των εχθρών του Χριστού
είναι όλως τυχαία!...
Είχαν τόσο φθόνο οι Ιουδαίοι εναντίον
του Χριστού που «εβουλεύσαντο ίνα και τον Λάζαρον
αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν ... επίστευον εις τον Ιησούν» (Ιωάν. ιβ΄
10-11). Δηλ.Οι αρχιερείς αποφάσισαν να
σκοτώσουν και τον Λάζαρο, επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν
αυτούς και πίστευαν στον Ιησού.
Όντως, ο πατέρας τους ο διάβολος, τον
οποίον υπηρετούν, τους ενώνει ακριβώς στο να χτυπούν την Ορθόδοξη Εκκλησία μας
και την Ελλάδα μας.
Δεν χρειάζεται για να διαπιστωθεί του
λόγου το αληθές, παρά να ρίξει μια απλή ματιά κανείς στις προγραμματικές
δηλώσεις ορισμένων κομμάτων (περί καταργήσεως πρωϊνής προσευχής, εκκλησιασμού,
παρελάσεων κ.τ.λ.) αλλά και στα
καταχθόνια σχέδια των «ποικίλλων στοών».
Φαίνεται πως κάποιοι, θέλοντας και μη,
έχουν βάλει σκοπό στη ζωή τους να αποδεικνύουν την αδιάσπαστη συνέχεια του
φθόνου που έτρεφαν και τρέφουν οι Εβραίοι
και όσοι υποτάσσονται σ΄ αυτούς, εναντίον του Χριστού.
Και πάλι ο θεόπνευστος ψαλμωδός
καταγράφει την πραγματικότητα αυτή με ένα συγκλονιστικό ερώτημα που αποδεικνύει
τον συνασπισμό της κολάσεως αλλά ταυτοχρόνως το επαίσχυντο τέλος, των όσων
φθονούν τον Χριστό και την Εκκλησία του: «Ίνα τι
εφρύαξαν έθνη και λαοί εμελέτησαν κενά; Παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι
άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού... Ο
κατοικών εν ουρανοίς εκγελάσεται αυτούς, και ο Κύριος εκμυκτηριεί αυτούς»
(Ψαλμοί Β΄ 1-4). Δηλ. Γιατί φρύαξαν τα
έθνη και οι λαοί σκέφθηκαν μάταια πράγματα; Οι βασιλείς της γης παρατάχθηκαν
απειλητικά και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν μετά από συμφωνία στον ίδιον τόπο
εναντίον του Κυρίου και εναντίον του χριστού αυτού, του Μεσσία... Αυτός όμως,
που κατοικεί στους Ουρανούς, ο Θεός, θα γελάσει περιφρονητικά σ’ αυτούς (για
τις ενέργειές τους αυτές) και ο Κύριος θα τους χλευάσει και θα τους περιπαίξει.
Τώρα, να περιμένει κανείς αγάπη από
τους ανθρώπους αυτούς; Να περιμένει δηλ. την Χριστιανική τελειότητα της αγάπης,
απ’ όσους είναι βυθισμένοι, οι ταλαίπωροι, μέσα στην κόλαση του φθόνου; Όλα τ’
άλλα μπορεί να τα περιμένει κανείς, πλην όμως αυτού.
Γιατί πώς μπορεί κανείς ν’ αγαπήσει
τον συνάνθρωπό του, τον συγγενή του και φίλο του, όταν αυτός ο ίδιος φθονεί την
αλήθεια; Πώς να έχει χαρούμενο πρόσωπο όταν μέσα στην καρδιά του μεγαλώνει τα
φίδια της κακίας και μέσα στις φλέβες του ρέει το πύον του φθόνου, για τις
εικόνες του Θεού;
Ας μην ξεγελιόμαστε, αδελφοί μου. Ο
ζωντανός λόγος του Θεού είναι απόλυτος και ξεκάθαρος: «Ημείς αγαπώμεν αυτόν, ότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς. Εάν
τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον αδελφόν αυτού μισή, ψεύστης εστίν. Ο γαρ
μη αγαπών τον αδελφόν, ον εώρακε, τον Θεόν ον ούχ εώρακε πώς δύναται αγαπάν;
Και ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτού, ίνα ο αγαπών τον Θεόν, αγαπά και τον
αδελφόν αυτού» (Α’ Ιωαν. Δ’ 19-21). Δηλ.
Εμείς τον αγαπούμε (τον Θεό), διότι αυτός μας αγάπησε πρώτος. Εάν κάποιος πει,
«Αγαπώ τον Θεό» αλλά μισεί τον αδελφό του, είναι ψεύτης. Διότι, όποιος δεν
αγαπά τον αδελφό, τον οποίο έχει δει, πώς δύναται ν΄ αγαπά τον Θεό, τον οποίο
δεν έχει δει; Άλλωστε, αυτή την εντολή έχουμε απ’ αυτόν, όποιος δηλ. αγαπά τον
Θεό, ν΄ αγαπά και τον αδελφό του.
Αλήθεια, μπορεί κανένας λογικός
άνθρωπος, να έχει αντίρρηση με αυτά που γράφει ο Ευαγγελιστής της αγάπης; Αυτή
είναι η πραγματικότητα, είτε θέλει να την δεχθεί κανείς είτε όχι. Και φυσικά,
σε καμμία των περιπτώσεων δεν μπορεί να προβληθεί η δικαιολογία ότι δεν
γνωρίζουμε.
Ας μη λησμονούμε δε ποτέ, ότι «το σκοτάδι, δεν μπορείς να το καταπολεμήσεις με σκοτάδι.
Μόνο το φως μπορεί να το κάνει αυτό». «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός»!
Αδελφοί, ΧΡΙΣΤΟΣ
ΑΝΕΣΤΗ – ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
π. Ιωήλ
Κόνιτσα
ioil.konitsa@gmail.com