[κλικ στην εικόνα για να πάρετε το power-point]
Ακολουθεί το κείμενο για τις 40 διαφάνειες.
Anthony Bloom
(Metropolitan of Sourozh (1914- 2003),
΄΄Ναταλία ΄΄ (Διασκευή) ( δ.1)
Το μικρό επαρχιακὸ
χωριουδάκι, κάπου στην Ρωσία, ( δ. 2 ) µόλις είχε αλλάξει χέρια µεταξὺ των εµπολέµων. Χρόνια δύσκολα για τον τόπο. Εποχὴ του
Α΄ Παγκοσµίου Πολέµου ( δ. 3 ) και του εµφυλίου
πολέµου στη Ρωσία, ( δ. 4 ) τότε που η χώρα αυτὴ είχε
εµπλακεί σε πολεµικὲς επιχειρήσεις εντὸς και εκτὸς των
συνόρων της.
Μια
νέα γυναίκα ( δ. 5 ) εικοσιεπτά περίπου ετών είχε παγιδευτεί µε τα δυο της παιδιά
στο χωριό αυτό . Ο άντρας της ήταν µε το στρατό που είχε αποχωρήσει. ( δ. 6 ) Εκείνη
δεν είχε κατορθώσει να ξεφύγει εγκαίρως και έµενε κρυµµένη ( δ. 7 )
προσπαθώντας να σώσει τις ζωὲς των παιδιών της ( δ. 8 ) και τη δική της.
Πέρασε µια µέρα ( δ. 9 ) και µια νύχτα µεγάλου τρόµου ( δ. 10 ), ώσπου το απόγευµα της εποµένης η πόρτα του κρυψώνα της άνοιξε ( δ.11 ) και µια συγχωριανή, στην ηλικία της, µπήκε µέσα. ( δ. 12 ) . Ήταν απλή, χωρὶς κάτι το ξεχωριστό στο παρουσιαστικό της. Της είπε: «Αυτὸ είναι τ’ ονοµά σου;» Η µητέρα απάντησε, κατατροµαγµένη: «Ναι». «Σε ανακαλύψανε, και θα ’ρθουν απόψε να σε σκοτώσουν. Πρέπει να φύγεις !». Η νεαρή µητέρα κοίταξε τα παιδιὰ της και είπε: ( δ. 13 )«Και πού να πάω, πώς µπορώ να φύγω µ’ αυτὰ εδώ τα παιδιά; Δεν είναι δυνατὸ νὰ περπατήσουν ούτε πολὺ µακριὰ ούτε γρήγορα, για να µπορέσουµε να γλιτώσουµε».
Πέρασε µια µέρα ( δ. 9 ) και µια νύχτα µεγάλου τρόµου ( δ. 10 ), ώσπου το απόγευµα της εποµένης η πόρτα του κρυψώνα της άνοιξε ( δ.11 ) και µια συγχωριανή, στην ηλικία της, µπήκε µέσα. ( δ. 12 ) . Ήταν απλή, χωρὶς κάτι το ξεχωριστό στο παρουσιαστικό της. Της είπε: «Αυτὸ είναι τ’ ονοµά σου;» Η µητέρα απάντησε, κατατροµαγµένη: «Ναι». «Σε ανακαλύψανε, και θα ’ρθουν απόψε να σε σκοτώσουν. Πρέπει να φύγεις !». Η νεαρή µητέρα κοίταξε τα παιδιὰ της και είπε: ( δ. 13 )«Και πού να πάω, πώς µπορώ να φύγω µ’ αυτὰ εδώ τα παιδιά; Δεν είναι δυνατὸ νὰ περπατήσουν ούτε πολὺ µακριὰ ούτε γρήγορα, για να µπορέσουµε να γλιτώσουµε».
Και τότε η συγχωριανὴ έγινε ξαφνικὰ ο
πλησίον ( δ. 14) µ’ όλη την ευαγγελικὴ
σηµασία τῆς λέξης. Πλησίασε
τη µητέρα και χαµογελώντας της είπε: ( δ. 15) «Δε θα σ’ ακολουθήσουν, γιατὶ θα µείνω εγὼ στη
θέση σου». Η µητέρα φώναξε: «Μα θα σκοτώσουν εσένα !». Και η άλλη της απάντησε
γλυκά: «Ναι, µα εγὼ δεν έχω παιδιά. Εσὺ πρέπει να γλιτώσεις». Και η µητέρα έφυγε. ( δ.16)
Η νεαρὴ συγχωριανὴ της έµεινε στη θέση της. Την έλεγαν Ναταλία. Έπεφτε το βράδυ, ένα φθινοπωρινὸ βράδυ ( δ. 17) που όσο προχωρούσε γινόταν πιο κρύο, πιο υγρὸ και πιο σκοτεινό ( δ. 18) . Κι αυτὴ η νεαρὴ γυναίκα, µόνη ( δ. 19 ), χωρὶς να περιµένει απὸ κανέναν το παραµικρό, πρόσμενε το θάνατο, που σε λίγο θα αντιµετώπιζε χωρὶς φανερὸ λόγο.
Ήταν νέα, υγιὴς και κανεὶς δεν την κυνηγούσε. Όπως τότε, στο όρος των Ελαιών... ( δ. 20) Κάποιο δειλινὸ ήταν κάποιος άνδρας, επίσης νέος στην ηλικία, τριαντάρης, που περίµενε το θάνατο. Oι φίλοι Του γύρω είχαν πέσει σε ύπνο. Εκείνος περίµενε τους δηµίους Του γιατὶ είχε αποδεχτεί να πεθάνει στη θέση µας.
Η νεαρὴ συγχωριανὴ της έµεινε στη θέση της. Την έλεγαν Ναταλία. Έπεφτε το βράδυ, ένα φθινοπωρινὸ βράδυ ( δ. 17) που όσο προχωρούσε γινόταν πιο κρύο, πιο υγρὸ και πιο σκοτεινό ( δ. 18) . Κι αυτὴ η νεαρὴ γυναίκα, µόνη ( δ. 19 ), χωρὶς να περιµένει απὸ κανέναν το παραµικρό, πρόσμενε το θάνατο, που σε λίγο θα αντιµετώπιζε χωρὶς φανερὸ λόγο.
Ήταν νέα, υγιὴς και κανεὶς δεν την κυνηγούσε. Όπως τότε, στο όρος των Ελαιών... ( δ. 20) Κάποιο δειλινὸ ήταν κάποιος άνδρας, επίσης νέος στην ηλικία, τριαντάρης, που περίµενε το θάνατο. Oι φίλοι Του γύρω είχαν πέσει σε ύπνο. Εκείνος περίµενε τους δηµίους Του γιατὶ είχε αποδεχτεί να πεθάνει στη θέση µας.
Την ευαγγελικὴ ιστορία την ξέρουµε, την οδύνη Του, την κραυγὴ προς τον Πατέρα Του, ( δ. 21) τον ιδρώτα τον ανακατεµένο
µε αίµα... Ξέρουµε πως, όταν κάποια στιγµὴ δεν
µπορούσε άλλο ν’ αντέξει τη µοναξιὰ Του,
πήγε να δει αν οι µαθητὲς Του είχαν
ξυπνήσει ( δ. 22 ), και επέστρεψε, για ν’ αντιµετωπίσει το θάνατο µόνος. Ένα
θάνατο προς χάριν των άλλων, (δ. 23 ) απίθανο, αλλόκοτο. Αυτὴ είναι η εικόνα: Η Ναταλία σαν τον Χριστό.
Η Ναταλία πλησίασε κάµποσες φορὲς την πόρτα και σκέφτηκε: « Δεν έχω παρὰ να της δώσω µια ν’ ανοίξει ( δ. 24 ) και αµέσως θα πάψω να είµαι κάποια άλλη. Θα ξαναγίνω η Ναταλία ( δ. 25) που δεν έχει καταδικαστεί σε θάνατο ». Αλλὰ δεν έφυγε.
Η Ναταλία πλησίασε κάµποσες φορὲς την πόρτα και σκέφτηκε: « Δεν έχω παρὰ να της δώσω µια ν’ ανοίξει ( δ. 24 ) και αµέσως θα πάψω να είµαι κάποια άλλη. Θα ξαναγίνω η Ναταλία ( δ. 25) που δεν έχει καταδικαστεί σε θάνατο ». Αλλὰ δεν έφυγε.
Μεγάλη η αγωνία της. Όπως τότε…. στην αυλὴ του Καϊάφα! Εκεί,
ο Πέτρος, , ( δ. 26 ) ο δυνατός, που είχε δηλώσει στον Χριστὸ ότι, κι αν όλος ο κόσµος Τὸν αρνιόταν, εκείνος δε θα Τον άφηνε, αλλὰ θα πέθαινε γι’ Αυτὸν.
Μια παιδούλα τον συνάντησε στην αυλή. « Και συ µαζὶ Του
ήσουν», την άκουσε να λέει. Απρόσμενη η απάντηση: «Οὒκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον»! Και αρνήθηκε τον αγαπημένο Διδάσκαλο δύο φορὲς
ακόµη, έτσι που ο Χριστὸς να γυρίσει να τον
κοιτάξει...
Και η Ναταλία ( δ. 27 ) θα µπορούσε νάχε υποκύψει και να είχε πει: «Δε θα πεθάνω, θα πάω να φύγω». Όµως δεν το έκανε. Η νεαρὴ γυναίκα εκούσια υπέµεινε ἐν Χριστῷ, όταν ο Πέτρος Τον είχε προδώσει.
Κι αναρωτήθηκε πολλές φορές µήπως ο θάνατός της ήταν µάταιος. Καλὰ κι άξια να πεθάνει κανεὶς για να σώσει µια γυναίκα και τα παιδιὰ της. Αλλὰ τι θα γινόταν αν τελικὰ την έπιαναν και τη σκότωναν κι εκείνη;
Αλλὰ η Ναταλία δεν έλαβε απάντηση το βράδυ της αγωνίας της. Θα µπορούσα να της πω σήµερα ότι η μητέρα της ιστορίας σώθηκε και πως τα παιδιὰ της είναι πάνω απὸ πενήντα ετών. Θα µπορούσα να της πω και άλλα που δεν τα έµαθε ποτὲ — γιατὶ εκείνο το βράδυ εκτελέστηκε. (28)
Εκείνη η υπέροχη ψυχή ήξερε πως μαζὶ µε το σταυρὸ και τον κήπο της Γεσθηµανής υπάρχει και η ανάσταση. ( δ. 29 ) Μια ανάσταση προσαρµοσµένη στα µέτρα της συµµετοχής µας στο µυστήριο του Χριστού, αλλὰ και στην ανθρώπινη µικρότητά µας.
Ήξερε και το χωρίο όπου ο Απόστολος Παύλος ( δ. 30 ) λέει: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐµοὶ Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Απορούµε συχνὰ τι τάχα να σηµαίνουν αυτὰ τα λόγια. Η μητέρα της ιστορίας και τα παιδιὰ της ένα πράγµα ήξεραν: πως απὸ εκείνη την ώρα και στο εξής θα ζουν µε δανεισµένες ζωές. ( δ. 31 ) Οι δικὲς τους ζωὲς πέθαναν µε τη Ναταλία, κι εκείνη θα συνέχιζε να ζει µέσα απ’ τα σώµατά τους. Ζούσαν, γιατὶ εκείνη πέθανε. Πήρε το θάνατό τους επάνω της και τους έδωσε τη ζωή της. Ζούσαν µε µια ζωή που της ανήκε.
Και η Ναταλία ( δ. 27 ) θα µπορούσε νάχε υποκύψει και να είχε πει: «Δε θα πεθάνω, θα πάω να φύγω». Όµως δεν το έκανε. Η νεαρὴ γυναίκα εκούσια υπέµεινε ἐν Χριστῷ, όταν ο Πέτρος Τον είχε προδώσει.
Κι αναρωτήθηκε πολλές φορές µήπως ο θάνατός της ήταν µάταιος. Καλὰ κι άξια να πεθάνει κανεὶς για να σώσει µια γυναίκα και τα παιδιὰ της. Αλλὰ τι θα γινόταν αν τελικὰ την έπιαναν και τη σκότωναν κι εκείνη;
Αλλὰ η Ναταλία δεν έλαβε απάντηση το βράδυ της αγωνίας της. Θα µπορούσα να της πω σήµερα ότι η μητέρα της ιστορίας σώθηκε και πως τα παιδιὰ της είναι πάνω απὸ πενήντα ετών. Θα µπορούσα να της πω και άλλα που δεν τα έµαθε ποτὲ — γιατὶ εκείνο το βράδυ εκτελέστηκε. (28)
Εκείνη η υπέροχη ψυχή ήξερε πως μαζὶ µε το σταυρὸ και τον κήπο της Γεσθηµανής υπάρχει και η ανάσταση. ( δ. 29 ) Μια ανάσταση προσαρµοσµένη στα µέτρα της συµµετοχής µας στο µυστήριο του Χριστού, αλλὰ και στην ανθρώπινη µικρότητά µας.
Ήξερε και το χωρίο όπου ο Απόστολος Παύλος ( δ. 30 ) λέει: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐµοὶ Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Απορούµε συχνὰ τι τάχα να σηµαίνουν αυτὰ τα λόγια. Η μητέρα της ιστορίας και τα παιδιὰ της ένα πράγµα ήξεραν: πως απὸ εκείνη την ώρα και στο εξής θα ζουν µε δανεισµένες ζωές. ( δ. 31 ) Οι δικὲς τους ζωὲς πέθαναν µε τη Ναταλία, κι εκείνη θα συνέχιζε να ζει µέσα απ’ τα σώµατά τους. Ζούσαν, γιατὶ εκείνη πέθανε. Πήρε το θάνατό τους επάνω της και τους έδωσε τη ζωή της. Ζούσαν µε µια ζωή που της ανήκε.
Η Ναταλία βρήκε το θάρρος να μπει στη
μέση, να χωρίσει την αθώα μητέρα και τα
παιδιά της από το θάνατο και να τους
ενώσει με τη ζωή. Έκανε πράξη το παράδειγμα του Κυρίου και Θεού της! ( δ.32) Τα δικά του βήματα ακολούθησε . Τη δική του
θυσία μιμήθηκε.
Ο Χριστός που έγινε άνθρωπος, ο
σαρκωθείς Λόγος, στάθηκε ανάμεσα στον πεπτωκότα άνθρωπο ( δ.33 ) που έχασε τον
Παράδεισο και στο Θεό. Ο θεάνθρωπος Ιησούς δέχτηκε πάνω στο Τίμιο Σώμα Του ( δ.34
) τις συνέπειες της θείας αγάπης Του κι άνοιξε για το ανθρώπινο γένος με τη
σταυρική Του θυσία ( δ.35 ) και την ένδοξη ανάστασή Του ( δ. 36 ) το δρόμο προς
τον Παράδεισο, ( δ.37 ) το δρόμο της αιώνιας ζωής και κοινωνίας με το Θεό.
Με το παράδειγµα της Ναταλίας
καταλαβαίνουµε ότι ο Χριστὸς είναι η Οδός, (
δ. 38 ) ο τρόπος ζωής, η ίδια η ζωὴ του
χριστιανοῦ, η µόνη ανθρώπινη
και θεία πραγµατικότητα. Είναι η οδὸς της
ζωής, µιας ζωής τόσο γεµάτης και πληθωρικής, ώστε να χαρίζει την αιωνιότητα —
και σε κείνον που τη βιώνει και στους γύρω του, µε τίµηµα το σταυρό. ( δ. 39 )
Είναι η νίκη του µαρτυρίου, η νίκη του αδύνατου πάνω στον ισχυρό, η νίκη του
ευάλωτου - µια ανθρώπινη και θεία αγάπη πάνω σ’ ό,τι είναι φαινοµενικά ανίκητο
— στο µίσος ( δ. 40 ) που µ’ όλ’ αυτὰ εξαντλείται και δεν ξαναγεννιέται.