Τί ἔλεγε ὁ Δάσκαλος γιά τά... κόμματα!



Τήν περίοδο τοῦ Ἐθνικοῦ διχασμοῦ στήν Κρήτη, ἕνας ἐπιθεωρητής
Δημοτικῆς ἐκπαίδευσης ἀνέβαινε μ’ ἕνα μουλάρι σ’ ἕνα ὀρεινό
καί δύσβατο χωριό, γιά νά ἐπιθεωρήσει τόν ἐκεῖ δάσκαλο.
Στόν δρόμο πού ἐπήγαινε συναντᾶ ἕναν ἀγωγιάτη καί τόν ρωτᾶ:
«Δέ μοῦ λές, πατριώτη, ὁ δάσκαλος τί εἶναι; Βενιζελικός ἤ βασιλικός».
«Βενιζελικός
», ἀπαντᾶ ὁ ἀγωγιάτης. «Ἄ, τό γαϊδούρι» σχολίασε ὁ
ἐπιθεωρητής. Ὁ ἀγωγιάτης ὅμως ἦταν Βενιζελικός καί φίλος τοῦ
δασκάλου καί ἔτρεξε νά μεταφέρει στόν δάσκαλο τή στιχομυθία. «Τό
καί τό, δάσκαλε. Σέ εἶπε γαϊδούρι».
Τήν ἑπομένη μπαίνει ὁ ἐπιθεωρητής στήν τάξη καί...
ρωτᾶ τόν
δάσκαλο ποιό εἶναι τό μάθημα τῆς ἡμέρας. «Τά σημεῖα τῆς στίξεως»,
ἀπαντᾶ ὁ δάσκαλος. «Ἄς δοῦμε, λοιπόν, τί ξέρουν τά παιδιά», λέει
ὁ ἐπιθεωρητής. Ὁ δάσκαλος σήκωσε ἕναν μαθητή, τόν Σήφη, στόν
πίνακα καί τοῦ εἶπε νά γράψει τή φράση:
«Ὁ ἐπιθεωρητής εἶπε, (κόμμα), ὁ δάσκαλος εἶναι γαϊδούρι (τελεία).
Ἀφοῦ, ἔκπληκτος ὁ μαθητής, τό ἔγραψε, τόν ρωτᾶ ὁ δάσκαλος: «Ποιός
εἶναι, παιδί μου, γαϊδούρι;». «Ὁ δάσκαλος», ψέλλισε ὁ μαθητής. «Καί
ποιός τό εἶπε;». «Ὁ ἐπιθεωρητής, κύριε». «Ὡραῖα», εἶπε ὁ δάσκαλος.
«Σβῆσε τώρα τό κόμμα καί βάλ’ το ἀλλιῶς»:
«Ὁ ἐπιθεωρητής, (κόμμα), εἶπε ὁ δάσκαλος, (κόμμα), εἶναι
γαϊδούρι». Μόλις τελείωσε ὁ μαθητής, τόν ρωτᾶ ὁ δάσκαλος: «Ποιός
εἶναι τώρα, παιδί μου, τό γαϊδούρι;». «Ὁ ἐπιθεωρητής», ἀπαντᾶ δειλά
ὁ μαθητής. «Καί ποιός τό εἶπε;» «Ὁ δάσκαλος», ἀπαντᾶ ὁ μαθητής.
Ὁπότε στρέφεται ὁ δάσκαλος στήν τάξη καί λέει: «Εἴδατε παιδιά
τί κάνουν τά κόμματα; Πότε βγάζουν γάϊδαρο τόν ἐπιθεωρητή καί
πότε τόν δάσκαλο»! Εἶπε μονολογώντας ὁ παππούς, καθισμένος στήν
πολυθρόνα του μπροστά στήν τηλεόραση πού ἀνακοίνωνε καί νέες
μειώσεις στίς συντάξεις: Ὅταν ἤμουν μαθητής, ἄκουγα κάθε τόσο τή
δασκάλα μου νά λέει: «Νά προσέχετε τά κόμματα! Ἕνα λάθος κόμμα,
μπορεῖ νά σᾶς χαλάσει τελείως τή σύνταξη!» Ἔπρεπε νά περάσουν
ἑξῆντα χρόνια γιά νά καταλάβω τί ἐννοοῦσε.