ΠΡΟΣΕΥΧΟΥ ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΣΕ ΒΛΑΠΤΕΙ!


  Όσο φέρνουμε στον νου μας τα κακά που τυχόν μας προξένησαν οι αδελφοί μας, έλεγε ο Αββάς Ζωσιμάς, τόσο απομακρυνόμαστε από τον Θεό.  Όταν τα λησμονούμε παρευθύς, οι πειρασμοί δεν τολμούν να μας πειράξουν. Και διηγιόταν στους μαθητάς του την παρακάτω ιστορία:
     Κοντά σ' ένα Κοινόβιο είχε στήσει την καλύβη του ένας Γέροντας που όλοι γύρω οι αδελφοί τον υπεραγαπούσαν. Εκεί κοντά έμενε και κάποιος άλλος ερημίτης. Κάποτε ο Γέροντας έλειψε για λίγες ημέρες και ο γείτονας του μπήκε στην καλύβη του και του πήρε τα βιβλία του και τ' άλλα μικροπράγματα. Όταν γύρισε εκείνος και βρήκε την καλύβη του άδεια, πήγε να πει στον γείτονα του τι έπαθε. Προβάλλοντας στην πόρτα, είδε τα πράγματά του στην μέση του κελλιού.
     Ο αγαθός Γέροντας, μη θέλοντας να ντροπιάσει τον κλέπτη, απομακρύνθηκε με κάποια πρόφαση, για να του δώσει καιρό να τα κρύψει. Όταν γύρισε άρχισε να κουβεντιάζει μαζί του πράγματα εντελώς άσχετα με την κλοπή.
Οι γνωστοί του, που άκουσαν για το πάθημά του φρόντισαν και βρήκαν τον κλέπτη και τον έβαλαν στην φυλακή. Όταν έμαθε ο Γέροντας πως ο γείτονας του βρισκόταν στην φυλακή, χωρίς να ξέρει το γιατί, πήγε στον Ηγούμενό του και τον παρακάλεσε να του δώσει δύο ψωμιά και λίγα αυγά. Εκείνος του τα έδωσε πρόθυμα, νομίζοντας πως κάποιον φιλοξενούσε. Ο καλός Γέροντας, όμως, έβαλε τα τρόφιμα σ' ένα καλάθι, κατέβηκε στην πόλη και πήγε στην φυλακή. Μόλις τον είδε ο γείτονας του, έπεσε στα... πόδια του μετανοημένος και είπε κλαίγοντας:
- Συγχώρησέ με, Πάτερ, για σένα βρίσκομαι εδώ, όπως μου αξίζει. Εγώ έκλεψα τα πράγματά σου...
Ο Γέροντας τα έχασε. Όταν συνήλθε, του είπε με καλωσύνη:
- Δεν ήρθα γι αυτό εδώ σήμερα, αδελφέ μου. Ούτε καν είχα υποπτευθή πως εξαιτίας μου σε έβαλαν στην φυλακή. Τώρα όμως θα κάνω ό,τι μπορώ για να σε βγάλω. Στο μεταξύ όμως φάε κάτι.
Του έδωσε το καλάθι με τ' αυγά και το ψωμί και έφυγε αμέσως, για να φροντίσει να βγάλει τον αδελφό του από την φυλακή. Και με την βοήθεια του Θεού τα κατάφερε.


Πηγή: Αθωνική Πολιτεία, Αρ Φύλλου:236 – ΑΥΓ 2015 σελ.3