Ἀπό τό Βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου
ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καί ἀρετές»
ἐκδόσεις ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ὁ ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ἡ ἐργασία γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ταπεινώσεως
– Μὲ ποιόν τρόπο, Γέροντα, καλλιεργεῖται ἡ ταπείνωση;
– Ἡ ταπείνωση καλλιεργεῖται μὲ τὸ φιλότιμο, καλλιεργεῖται καὶ μὲ τὴν κοπριὰ τῶν πτώσεων. Ἀνάλογα. Ἕνας φιλότιμος ἄνθρωπος ὅ,τι καλὸ ἔχει τὸ ἀποδίδει στὸν Θεό. Βλέπει τὶς πολλὲς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, καταλαβαίνει ὅτι δὲν ἔχει ἀνταποκριθῆ, ταπεινώνεται καὶ δοξολογεῖ διαρκῶς τὸν Θεό. Καὶ ὅσο ταπεινώνεται καὶ δοξολογεῖ τὸν Θεό, τόσο τὸν λούζει ἡ θεία Χάρις. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἑκούσια ταπείνωση. Ἐνῶ ἡ ταπείνωση ποὺ φέρνουν οἱ διαρκεῖς πτώσεις εἶναι...ἡ ἀκούσια ταπείνωση.
Φυσικὰ ἡ ἑκούσια ταπείνωση ἔχει πολὺ μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ τὴν ἀκούσια. Μοιάζει μὲ χωράφι ποὺ ἔχει καλὸ χῶμα καὶ καρπίζουν τὰ δένδρα, δίχως λίπασμα ἢ κοπριά, καὶ οἱ καρποί τους εἶναι νόστιμοι. Ἡ ἀκούσια ταπείνωση μοιάζει μὲ χωράφι ποὺ ἔχει ἀδύνατο ἔδαφος καί, γιὰ νὰ δώση καρπούς, πρέπει νὰ ρίξης καὶ... λίπασμα καὶ κοπριά, καὶ πάλι οἱ καρποί του δὲν θὰ εἶναι τόσο νόστιμοι.
– Γέροντα, μοῦ στοιχίζει, ὅταν ἐξαιτίας μιᾶς ἄσχημης συμπεριφορᾶς μου πέφτω στὰ μάτια τῶν ἄλλων καὶ ταπεινώνωμαι ἀκούσια.
– Μὲ τὴν ἀκούσια ταπείνωση ἐξοφλᾶς καὶ λίγο ἀπὸ τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν σου. Πρέπει ὅμως νὰ ἀρχίσης νὰ ταπεινώνεσαι ἑκούσια.
– Γέροντα, ἔχω φθάσει σὲ πολὺ δύσκολη κατάσταση. Ἔχω σαρκικοὺς λογισμοὺς καὶ πέφτω στὴν λύπη. Φοβᾶμαι μήπως δὲν βγῶ ποτὲ ἀπὸ αὐτὴν τὴν κατάσταση.
– Ἔχε θάρρος, καλό μου παιδί, καὶ ὁ Χριστὸς θὰ νικήση τελικά. Νὰ ψάλλης: «Ἐκ νεότητός μου ὁ ἐχθρὸς μὲ πειράζει, ταῖς ἡδοναῖς φλέγει με· ἐγὼ δὲ πεποιθὼς ἐν σοί, Κύριε, τροποῦμαι τοῦτον»[1]. Στὴν οὐσία δὲν φταίει πολὺ ἡ καημένη ἡ σάρκα, ἀλλὰ ἡ ὑπερηφάνεια. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἔχεις πολλὲς ἱκανότητες, τὶς ὁποῖες φυσικὰ ὁ Θεὸς σοῦ τὶς ἔδωσε, ἀλλά, ἐπειδὴ ἀμελεῖς λιγάκι καὶ δὲν προσέχεις, ὁ ἐχθρὸς βρίσκει εὐκαιρία, τὶς ἐκμεταλλεύεται καὶ σὲ ρίχνει στὴν ὑπερηφάνεια. Κι ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ λούζης τὸ πρόσωπό σου μὲ δάκρυα ἀγαλλιάσεως καὶ εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Θεό, τὸ λούζεις μὲ πικρὰ δάκρυα πόνου καὶ στενοχώριας. Ἔτσι βγαίνει τὸ ἑξῆς συμπέρασμα: Ἐὰν δὲν ταπεινωθοῦμε ἑκουσίως, θὰ ταπεινωθοῦμε ἀκουσίως, διότι μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Καλὸς Θεός. Θάρρος λοιπόν, παιδί μου, καὶ θὰ νικήση ὁ Χριστός. «Ἐὰν γὰρ πάλιν ἰσχύσητε, καὶ πάλιν ἡττηθήσεσθε, ὅτι μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»[2]. Μπόρα εἶναι καὶ θὰ περάση καὶ πολλὰ καλὰ θὰ φέρη. Θὰ γνωρίσης πιὸ καλὰ τὸν ἑαυτό σου, θὰ ταπεινωθῆς ὑποχρεωτικά, καὶ κατὰ τοὺς πνευματικοὺς νόμους ὑποχρεωτικὰ θὰ ἔρθη σ᾿ ἐσένα καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ποὺ προηγουμένως ἐμποδιζόταν ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια.
Δὲν γνωρίσαμε τὸν ἑαυτό μας. Ἂν τὸν γνωρίσουμε, ἡ ψυχή μας θὰ χαίρεται καὶ θὰ ζητᾶ ταπεινὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας γεννᾶ τὴν ταπείνωση. Γιατί, ὅσο περισσότερο γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του, τόσο περισσότερο ἀνοίγουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του καὶ βλέπει καθαρώτερα τὴν μεγάλη του ἀδυναμία. Γνωρίζει τὴν ἀθλιότητά του καὶ τὴν ἀχαριστία του, καθὼς καὶ τὴν μεγάλη ἀρχοντιὰ καὶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ὁπότε συντρίβεται ἐσωτερικά, ταπεινώνεται πολὺ καὶ ἀγαπάει τὸν Θεὸ πολύ.
[1] Πρῶτος Ἀναβαθμὸς τοῦ πλ. Δ´ ἤχου.
[2] Ὡρολόγιον τὸ Μέγα, ἔκδ. «Ἀποστολικῆ Διακονίας», Ἀθήνα 142001, σ. 164. Βλ. καὶ Ἠσ. 8, 9-10.