Κυριακής ΙΒ´Λουκά
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη
χαρά για την κορωνίδα της όλης δημιουργίας, τον άνθρωπο, από το να απολαμβάνει
με τους οφθαλμούς του το φως το αισθητό. Τούτο
θα το κατανοήσουμε βαθύτερα εάν σκεφθούμε το ποια σύγχυση και τι ταραχή θα
ερχόταν στον κόσμο, εάν έστω και για ένα μόνο εικοσιτετράωρο, σκοτιζόταν ο
ήλιος... Όπως όμως υπάρχει αυτό το κτιστό φως που ζωογονεί το σώμα του
ανθρώπου, έτσι υφίσταται και η Χάρις του Θεού, το Άκτιστον Φως, που φωτίζει,
ευφραίνει, σώζει και αγιάζει ολόκληρο τον άνθρωπο που το δέχεται, ψυχοσωματικά!
Και όπως ο Θεός διέλυσε τα σκότη και φωτίστηκε το στερέωμα και η γη, έτσι και
κατά την αναδημιουργία και σωτηρία της κάθε ψυχής, ο Θεός χαρίζει το φως το
αληθινόν, το φως της Χάριτος με το οποίο δεν μπορεί φυσικά να συγκριθεί το φως
το κτιστό.
Την αλήθεια αυτή μάς την
μαρτυρεί ο ίδιος ο απόστολος. Την επιβεβαιώνει όχι απλά και θεωρητικά, αλλά
προσωπικά, βιωματικά, και ως απόστολος που ήταν, οικουμενικά. Το ίδιο βεβαίως
συμβαίνει και με τους Αγίους της Εκκλησίας μας, τους μεγάλους αυτούς αδελφούς
μας, οι οποίοι έζησαν αισθητά την Χάρη του Θεού και...
βίωσαν σε πλήμμυρα ουράνιας
χαράς το φως το αληθινό. Πρόκειται για το Φως του Χριστού το οποίο εκδιώκει απο
την καρδιά του ανθρώπου τον ζόφο της πλάνης και το σκότος της αμαρτίας κάνοντάς
την φωτεινή και αγία. Την χριστοποιεί και την κάνει
νύμφη Χριστού!
Σ᾽ αυτό ακριβώς το σημείο
έγκειται αλλά και συνοψίζεται ο όλος πνευματικός αγώνας του πιστού ορθοδόξου
χριστιανού. Στο να καθαρίσει δηλ. την καρδιά του και να την κάνει δοχείο του
Παναγίου Πνεύματος. Το «Υιέ μου δός μοι σην καρδίαν», θα πρέπει να αποτελεί και το σύνθημα, όχι μόνο της
νέας χρονιάς, αλλά και την πορεία της όλης μας ζωής, αφού επί τέλους, τούτο
αποτελεί και τον σκοπό της ζωής μας, εάν δεν θέλουμε να καταντήσουμε «άχθος
αρούρης» δηλ. βάρος της γης.
Όταν πραγματοποιηθεί
αυτό, με την ευλογία βεβαίως του Θεού, δηλ. ο αγώνας, για να ενοικήσει μέσα
στην ύπαρξή μας η Χάρις, όταν αισθανθούμε «εν οστρακίνοις σκεύεσιν τον θησαυρόν τούτον»,
τότε ο πιστός μεταμορφώνεται. Και ενώ παραμένει εύθραυστος και θνητός, και
γεύεται τις πίκρες και τις θλίψεις του κόσμου και της ζωής, ενώ η σάρκα
ταλαιπωρείται ως «σκεύος οστράκινον», αντιθέτως, μέσω όλων αυτών και διά της
Χάριτος η ψυχή του, δηλ. η ουσία της υπάρξεώς του, ενδυναμώνεται ολονέν και
περισσότερον, πορευόμενος εκ δυνάμεως εις δύναμιν. Το φως του Χριστού
καταυγάζει τον εσωτερικό κόσμο του χριστιανού σε τέτοιο βαθμό ώστε πολλές φορές
όσοι βρίσκονται κοντά του να αισθάνονται την «δρόσον
της, με αποτέλεσμα η όλη ατμόσφαιρα να Χριστοποιείται και να Πνευματοποιείται. Χάριτος»
Σε έκτακτες δε
περιπτώσεις «Κύριος οίδεν», οι μορφές των Αγίων που ζουν την αγάπη του Θεού και
βιώνουν τον συγκλονιστικό λόγο της ευχής «έθελξας πόθω με Χριστέ και ηλλοίωσας τω θείω σου έρωτι», αλλοιώνονται την καλήν αλλοίωσιν της Χάριτος,
με αποτέλεσμα το Άκτιστον Φως του Χριστού να δηλώνει και αισθητά την παρουσία
του! Αλλά περί αυτῶν «ψαυέτω μηδαμώς χειρ αμυήτων».
Οίκοθεν νοείται πως όταν
ο άνθρωπος αγαπήσει τον Κύριο Ιησού «εν όλη τη καρδία και εν όλη τη ψυχή και εν όλη τη διανοία» (Ματθ. κβ´
37), τότε ανυπερθέτως το φρόνημά
του γίνεται γενναίο και η ψυχή του ηρωική. Τότε, όλα τα «όμορφα του κόσμου»
ξεθωριάζουν και οι οφθαλμοί του βλέπουν ρεαλιστικά την πραγματικότητα και διαπιστώνει
ότι «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον» τότε οι φοβέρες
του κόσμου και οι ποικίλες απειλές, ακόμα και από δήθεν «πνευματικούς
ανθρώπους» θεωρούνται ως «χνους ον εκρίπτει ο άνεμος από προσώπου της γης»
(Ψαλμ. α´ στίχ. 4). Στην ευλογημένη αυτή κατάσταση το μοναδικό μέλημα του πιστού είναι
το να μη θλίβει το Πνεύμα το Άγιον, μέσω τυχόν παραβλέψεων στην όλη πνευματική
του πορεία. Και ἐννοείται πως το
επιστέγασμα των αρετών, η αγάπη δηλ. προς όλους τους αδελφούς και τους
ανθρώπους, έχει ἐπισκιάσει ολοτελώς τις πτυχές της εκλεκτής χριστιανικής
συνειδήσεως.
Ναι, όλοι οι αγώνες, όλες
οι ασκήσεις «ολοι οι νόμοι και οι προφήτες» σ᾽ αυτό ακριβώς αποσκοπούν. Στο να
έχουμε και να ζούμε τη ζωή του Θεού δια Ιησοῦ Χριστού εν Πνεύματι Αγίω! Σκοπός
της όλης μας πνευματικής βιοτής, δεν είναι, παρά η ζωή του Αγίου Πνεύματος. Να
ζούμε, να κινούμαστε και να υπάρχουμε ως χριστοφόροι για την αγάπη και τη δόξα
τοῦ Θεού. Για την αγάπη και τη δόξα του Θεού αλλά και την αγάπη των αδελφών,
όλων των ανθρώπων και αυτών ακόμα των «εχθρών» που ουδέποτε φυσικά μπορούμε να
έχουμε.
Αυτή είναι η ουσία της
ορθοδόξου πνευματικότητος και αφού «περιφέρουμε πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι»,
τότε και η «ζωή
του Ιησού θα φανερωθεί εν τω σώματι ημών», Τότε και ο θάνατος, δεν είναι παρά ένα «απλό
και αναγκαίο επεισόδιο» στην ύπαρξή μας και στην πορεία μας πρός την αιωνιότητα.
Η ύπαρξή μας δεν εκμηδενίζεται δια του βιολογικού θανάτου, αλλά και το
σημαντικότερο «ο
εγείρας τον Κύριον Ιησούν και ημάς δια Ιησού εγερεί». Ο Θεός δηλ. που ανέστησε τόν Κύριο Ιησού θα
αναστήσει και εμάς (θέλοντας και μη) μεσω Αυτού. Θα αναστήσει τους μεν
χριστοποιημένους «εις ανάστασιν ζωής, τους δε εκουσίως διαβολοποιημένους εις
ανάστασιν κρίσεως»...
Και οι μεν αποστάτες θα
βρίσκονται στην κόλαση μαζί με το εκπεσόν τάγμα, αφού αυτό με τη θέλησή τους
επέλεξαν. Τους πιστούς όμως ο Θεός θα τους αναστήσει σωματικώς, για να τους
χαρίσει ζωή, να τους βραβεύσει και να τους τιμήσει. Τότε θα έχουμε και τις μεγάλες
εκπλήξεις και αποκαλύψεις. Τότε θα φρίξουν όλες οι υπάρξεις απ᾽ αρχής έως
τέλους, αφού «οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη Βασιλεία του Πατρός
αυτών».
Και μετά από όλα αυτά
προβάλλουν μπροστά μας πελώρια τά ερωτήματα: Μπορούμε να αδιαφορούμε για την
χριστιανική μας ζωή; Είναι δυνατόν να παραμελούμε την
ψυχήν μας και να παραμένουμε αδιάφοροι για την σωτηρία της; Και δεν είναι επίσης παράλογο, που δείχνει και
αναισθησία όταν δεν ενδιαφερόμαστε για την Αγία μας Ορθοδοξία τόσο για τον
εξωτερικό πόλεμο που υφίσταται από τους αντιχρίστους, όσο και για τις
εσωτερικές αλλοιώσεις που επιχειρούν να επιφέρουν τα τέκνα του Ιούδα, έσωθεν,
και κυρίως στην δική μας αλλοπρόσαλλη εποχή;
Ομολογουμένως μόνο
αδιάφοροι και αναίσθητοι θα αρνούνταν την οδόν της πίστεως και μόνο
διεστραμμένα στην κυριολεξία πρόσωπα θα επέβαλαν χείρα ισκαριώτου,
στα Άγια των Αγίων...
Αλλ᾽ ας μη φοβόμαστε αδελφοί μου. Η νίκη
είναι του Χριστού! Η νίκη είναι του Χριστού και των του Χριστού. Η νίκη εἶναι
δεδομένη. «Ο Χριστός εξήλθε νικών και ίνα νικήσει»!
Ας λυσσούν οι αποστάτες και οι τρόφιμοι
της κολάσεως. Εμείς, οι πιστοί, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, χάριτι Θεοῦ, θα
παραμένουμε εδραίοι και αμετακίνητοι. Αταλάντευτοι και άγρυπνοι φρυκτωροί επί
των επάλξεων της αμωμήτου πίστεώς μας. Συνδυναμούμενοι θά προσφέρουμε στον
αγώνα το απαύγασμα της εν Χριστώ αγάπης. Τι κι αν ο κόσμος μάς λοιδωρεί και μας
υβρίζει και μας μισεί; Τι κι αν οι
ψευδάδελφοι βαπτίζουν την πέννα τους σε φάρυγγα όφεως; ... Τούτο αποτελεί το στίγμα της γνησιότητός μας και της ευδοκίας του Θεού. Επί
τέλους, δεν περιμένουμε κάποιο χρηματικό επίδομα, ούτε αναμένουμε κάποια
αξιώματα. Ποθούμε τις αξίες και αρνούμαστε τα αξιώματα και τις ανθρώπινες δόξες
που ως άλλες πολύχρωμες σαπουνόφουσκες σπάζουν και χάνονται στόν αέρα.
Μας αναμένει ουράνια αμοιβή και μας
περιμένει μια ένδοξη ανάσταση και μαζί μ᾽ αυτή η αιώνια μακαριότητα «συν πάσι
τοις Αγίοις»!
Το λοιπόν αδελφοί, εύχεσθε και
προσεύχεσθε. Αγωνίζεσθε τον καλόν αγώνα της πίστεως. «Ο Κύριος έστηκε επί την
θύραν και κρούει» (Αποκ. γ´ 20).
Ο Κύριος εγγύς.
Γένοιτο.
Αμήν.
Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Κόνιτσα
Email: ioil.konitsa@gmail.com