Για την αισιοδοξία – Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτσ.




 Αφιερωμένο σ’ όλους όσους αντικρύζουν τον ήλιο, αλλά δεν τον βλέπουν.

Με κάθε τρόπο συσταίνουμε τον εαυτο μας
ως υπηρέτες του Θεού: με την υπομονή μας,
με τις θλίψεις, με τις δυσκολίες, τις στενοχώριες..
Μας προξενούν στεναχώριες κι όμως
πάντοτε χαιρόμαστε. Είμαστε φτωχοί,
κάνουμε όμως πολλούς νά πλουτίσουν.
Τίποτε δεν έχουμε και τα πάντα κατέχουμε.
(Β΄Κορινθ. 6, 4-10).

Άνθρωπε,
Ο Δημιουργός σου δεν είναι τύραννος.
Εσύ φθείρεσαι από τον ίδιο τόν εαυτο σου!….
Παράλογε ξύπνα! Αντίκρισε όλη την οικουμένη.
Τα πάντα ανασαίνουν ευτυχισμένα,
τα πάντα δοξάζουν την πορεία τους.
(Ζουκόφσκι)

Η αισιοδοξία ενός παράλυτου ανθρώπου είναι το σημερινό θέμα μου και στηρίζεται σ’ ένα πραγματικό γεγονός. Υπάρχει ένας ανάπηρος άνθρωπος που είναι συγχρόνως και αισιόδοξος άνθρωπος, ένας βαριά ανάπηρος άνθρωπος που συγχρόνως είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος άνθρωπος! Ακούγεται παράδοξο, θα πείτε. Όχι δεν υπάρχουν παράδοξα. Αν ως τα πέρατα της οικουμένης βασιλεύει η λογική, δεν υπάρχει περιθώριο για παράδοξα. Πραγματικά δεν ...

υπάρχει περιθώριο. Τα παράδοξα υπάρχουν φαινομενικά. Αν όμως πιστεύουμε πως υπάρχουν, οι αιτίες της πίστης μας δεν είναι φανερές, ενώ οι συνέπειες της πίστης είναι φανερές….
Υπάρχει ένας ανάπηρος άνθρωπος γεμάτος αισιοδοξία, τον οποίο γνωρίζω και έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια. Είναι ένας στρατιώτης που πληγώθηκε στον τελευταίο πόλεμο. Μιά εχθρική σφαίρα διαπέρασε το σώμα του, τον πλήγωσε δίπλα στη μέση του. Οι γιατροί του είπαν πως κόπηκαν πολλά νεύρα και πολλοί μυς καταστράφηκαν με αποτέλεσμα να παραλύσουν τα πόδια του. Ο άνθρωπος αυτός δεν αισθάνεται πια τα πόδια του. Ακόμη και αν του ρίξει κανείς αναμμένα κάρβουνα ή πάγο στα πόδια, δεν αισθάνεται τίποτα. Δεν καταλαβαίνει ούτε το ζεστο ούτε το κρύο.
Με κάλεσε να τον επισκεφτώ. Αισθανόμουν λύπη ανάμεικτη με φόβο, όταν χτύπησα το κουδούνι του σπιτιού του. Μού είχε γράψει για το δυστύχημά του και εγώ είχα την εντύπωση πως θα συναντήσω έναν μελαγχολικό, δυστυχισμένο άνθρωπο. Την πόρτα άνοιξε η μητέρα του. Με υποδέχτηκε μ’ ένα χαμόγελο. Τι να σήμαινε αυτο το χαμόγελο αναρωτήθηκα.
Μπήκαμε στο μισοσκότεινο δωμάτιο. Σε μία μεγάλη καρέκλα με πλάτη, δίπλα στο παράθυρο καθόταν ο γνωστός μου. Το μαραμένο, κίτρινο πρόσωπό του, σαν με είδε, άστραψε από χαρά. Μού φάνηκε πως ένα φωτοστέφανο φώτιζε το κεχριμπαρένιο πρόσωπό του. Με κοίταξε και μού είπε:
«Κάθομαι εδώ από το πρωί μέχρι το βράδυ και παρατηρώ τη ζωή από το παράθυρο. Από το πρωί μέχρι το βράδυ και καμιά φορά από το ένα πρωί ως το άλλο πρωί. Η μητέρα μου περιποιείται αυτο το μισοσκότεινο δωμάτιο και η ζωή του δρόμου που παρατηρώ από το παράθυρό μου φαίνεται πιό ξεκάθαρη και φωτεινή. Ξέρετε πως εάν ένας άνθρωπος βρεθεί μέσα σ’ ένα άδειο πηγάδι και από εκεί παρατηρήσει μέρα μεσημέρι τον ουρανό, θα δει τα αστέρια του ουρανού; Και εγώ παρατηρώ μέσα από το μισοσκόταδό μου τούς ανθρώπους και μου φαίνονται αστέρια, λαμπερά που φέγγουν, κινούνται κυκλικά και αδιάκοπα. Μοιάζουν με αστέρια που φωτίζουν και κινούνται το ένα πίσω από το άλλο και άλλοτε το ένα γύρω από το άλλο. Όσο συμμετείχα στον στρόβιλο της ζωής δεν ήξερα πως η ζωή ήταν τόσο ωραία και τόσο γλυκιά. Από τότε που έχασα τα πόδια μου κέρδισα τα μάτια μου. Ναί, βλέπω αυτή τη ζωή από τότε που κάθισα σ’ αυτήν την καρέκλα. Η ζωή είναι ωραία και γεμάτη αρμονία.
Η αρρώστια δεν είναι μεγάλο κακό και ο θάνατος επίσης δεν είναι ούτε μεγάλο ούτε μικρό κακό. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου καθόλου. Δεν στηρίζουνε αυτά εμένα, αλλά εγώ αυτά. Αλλά υπάρχει κάτι που στηρίζει και μένα, όπως εγώ κρατώ τα παράλυτά μου πόδια. Αν δεν υπήρχε αυτο θα ήμουν όλος παράλυτος. Αυτο που με κρατά είναι η εσωτερική ψυχική μου αισιοδοξία. Η ψυχή μου για καιρό ήταν παράλυτη. Η οπτική της ψυχής μου κυρίως ήταν παράλυτη, επειδή δεν μπορούσε να βλέπει την ομορφιά και το νόημα αυτής της ζωής. Η ψυχή περιφερόταν στο σκοτάδι και της φαινόταν όλος ο κόσμος σκοτεινός. Η μοναδική της δραστηριότητα ήταν η υποταγή στο σώμα, η σκλαβιά στο σώμα. Το σώμα του έσερνε την ψυχή πίσω του, όπως τραβά ο κυνηγός τον σκύλο του από το λουρί. Η ψυχή μου χοροπηδούσε, χόρευε στην σκόνη και στη λάσπη ακολουθώντας το σώμα, υπακούοντας πάντα τη θέληση του σώματος. Ήμουν υγιής αλλά δεν αισθανόμουν. Είχα μάτια, αλλά δεν έβλεπα. Οι ακτίνες του ήλιου ενώ με άγγιζαν χαρούμενο, εγώ κατσούφιαζα και δεν τις έβλεπα. Τα αστέρια με έβλεπαν αλλά εγώ τα απεχθανόμουν και τα φοβόμουν. Σαν τυφλοπόντικας ήμουν, που κάποιος με έβγαζε έξω στο φως και στον αέρα και μπερδεμένος τριγύριζα από εδώ και από εκεί. Τρέμοντας έσκαβα τη γη για να ξεφύγω από τον ήλιο και να χωθώ πάλι στο σκοτεινό χώμα της γης.
Δόξα τω Θεώ έγινε αυτός ο πόλεμος! Και δόξα τω ο Θεό ο εχθρός μ’ αυτόν τον τρόπο με έκανε παράλυτο! Έχασα τα πόδια, αλλά κέρδισα την ψυχή. Πόσο μεγάλη είναι η σοφία του Θεού! Χρησιμοποιεί και τα πιό αυστηρά μέσα για το καλό μας. Εγώ έδωσα μόνο τα πόδια μου για την ψυχή. Που νά ξέρετε πόσο περισσότερο αξίζει η ψυχή από τα πόδια!
Από τότε που κάθομαι σ’ αυτήν την καρέκλα και παρατηρώ τον κόσμο μέσα από το παράθυρο τακτοποίησα τις σκέψεις μου και τα αισθήματά μου. Για πολύ καιρό μέσα στο κεφάλι μου και στην καρδιά μου επικρατούσε χάος. Ο άνθρωπος βρίσκει την αρμονία στην ζωή και στον κόσμο, μόνο όταν τη βρει μέσα του. Αυτήν την εσωτερική αρμονία τώρα μόλις την βρήκα. Απομάκρυνα το χάος και τον φόβο από μέσα μου. Παλιά αισθανόμουν φόβο ακόμη και για ένα απλό συνάχι. Σήμερα υπάρχουν δίπλα μου δύο παράλλητα πόδια, που κάποτε ήταν βασικά μέλη του σώματός μου και δεν φοβάμαι καθόλου. Μιά ανατροπή συνέβη μέσα στην ψυχή. Τώρα που έγινα πιό άσχημος, ο κόσμος μού φαίνεται όμορφος. Όταν με συμπονά όλος ο κόσμος, τότε αρχίζω να λυπάμαι όλον τόν κόσμο….»
Έτσι μού μίλησε ο παράλυτος άνθρωπος με τα νεκρά πόδια, που καταδικάστηκε από τον τραυματισμό να είναι ακίνητος σαν φυτό. Αυτός ο άνθρωπος είναι νέος, μόλις είκοσι πέντε χρονών και θα καταφέρει πιθανόν να ζήσει άλλα είκοσι πέντε χρόνια. Και αυτά τα υπόλοιπα είκοσι πέντε χρόνια που θα ζήσει, σημαίνει πως θα παραμείνει ακίνητος άλλες δυόμισι δεκαετίες. Θα παραμείνει καθισμένος στην πολυθρόνα, δίπλα στο παράθυρο, βλέποντας τη ζωή σαν σινεμά. Πόσοι από εσάς, αν βρίσκονται στη θέση του, δεν θα έλεγαν: Εγώ στη θέση του θα αυτοκτονούσα, αν βρισκόμουν σ’ αυτήν την κατάσταση! Αναμφίβολα πολλοί.
Ο αριθμός των αυτοκτονιών στην εποχή μας αυξάνει ανησυχητικά και για λόγους λιγότερο σοβαρούς απ’ ότι είναι δύο παράλυτα πόδια. Η σκέψη της αυτοκτονίας περνάει από το μυαλό του καθενός μας. Ο μαθητής του γυμνασίου αυτοκτονεί για κακούς βαθμούς, η κοπέλα λόγω μελαγχολίας, ο γέροντας λόγω αρρώστιας. Τα τελευταία χρόνια είδαμε αυτοκτονίες γιατρών, καθηγητών, διευθυντών, δημοσίων υπαλλήλων ακόμη και αυτοκτονίες κληρικών. Η αυτοκτονία έγινε ένα τόσο συνηθισμένο φαινόμενο στο σύγχρονο κόσμο, που και εγώ ο ίδιος άκουσα μία μέρα την παρακάτω συζήτηση ανάμεσα σε δύο φίλους:
-Άκουσες ότι ο Ν.Ν. τελείωσε;
-Πώς, Με φυσικό θάνατο;
Η αγωγή και η διαπαιδαγώγηση παίζει σημαντικό ρόλο σ’ αυτο το θέμα. Ο άνθρωπος διαπαιδαγωγείται ή για να γίνει αισιόδοξος ή για να γίνει αυτόχειρας. Η γενιά μας έχει διαπαιδαγωγηθεί για το δεύτερο.
Οι γονείς είναι οι πρώτοι που προετοιμάζουν τους αυτόχειρες. Η μάνα για παράδειγμα ψιθυρίζει κάθε πρωί στο γιό της: «ο κόσμος αυτός είναι κακός». «Οι άνθρωποι» συνεχίζει η μάνα «είναι εγωιστές, φθονεροί και ψεύτες». «Απέφευγε τούς ανθρώπους, γιέ μου». «Νά κοιτάς μόνον τον εαυτο σου».
Μετά τη μάνα ο πατέρας επαναλαμβάνει στο γιό. «Τι κακός καιρός για το χωράφι!» «Πόσο άσχημη είναι η φύση!». «Πόσο αηδιαστικά είναι τα ανθρώπινα έργα!». «Πόσο βαρετός είναι ο ήλιος!». «Πόσο θλιβερή είναι η ζωή!».
Ο πατέρας και η μάνα επαναλαμβάνουν στο γιό τους συχνά τα «τρελά» λόγια ενός απαισιόδοξου ποιητή: «Αδελφέ μου, στον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη».
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταδίκη αυτου του κόσμου από αυτήν. Ο κόσμος επιβιώνει λόγω της αγάπης. Αν πει κανείς πως στον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη, αυτο είναι η πιό φρικτή και ψευδής καταδίκη του κόσμου. Με την παραπάνω φράση του αποτυχημένου και απαισιόδοξου ποιητή διαπαιδαγωγείται ολόκληρη η γενιά μας. Θα βρείτε εκατοντάδες νέους και ηλικιωμένους, που δεν ξέρουν το «Πάτερ ημών» και δεν διαβάζουν το Ευαγγέλιο, αλλά δεν θα βρείτε ούτε μερικές δεκάδες ανθρώπων, που δεν επαναλαμβάνουν καθημερινά: Αδελφέ, σ’ αυτόν τόν κόσμο δεν υπάρχει αγάπη. Όποιος όμως επαναλαμβάνει αυτά τα λόγια δεν σκέφτεται πως υπάρχει σ’ αυτόν τόν κόσμο το χαμόγελο και η χαρά.

Πόσο ο κόσμος των πόλεων ο μορφωμένος ή ο ημιμαθής είναι δηλητηριασμένος από την απαισιοδοξία, το δείχνει καλύτερα η διάθεσή του μετά τούς προηγούμενους πολέμους. Παρά τις απροσδόκητες και ονειρεμένες επιτυχίες μας στον τελευταίο πόλεμο, οι ποιητές μας συνέχισαν να γράφουν τούς ίδιους απαισιόδοξους και χαοτικούς στίχους. Χτυπημένοι από την απαισιοδοξία που είναι πολύ επικίνδυνη, δεν μπορούν αυτοί που πλάθουν στίχους νά «γιατρευτούν» και να αρχίσουν να «υμνούν».

Οι γονείς συνεχίζουν να λένε στα παιδιά. Αδελφέ μου, στον κόσμο αυτο δεν υπάρχει αγάπη. Ακόμη και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές συνεχίζουν να υποτιμούν τους μαθητές κρατώντας τους επίτηδες σε μιά μεγάλη απόσταση απ’ αυτούς. Με μία λέξη σερνόμαστε και δεν προχωράμε. Παρατηρήστε την κεντρική πλατεία του Βελιγραδίου, πως περπατάει ο λαός μας: σέρνεται, δεν προχωράει. Μελαγχολικοί, χλωμοί, συντετριμμένοι, απαθείς άνθρωποι περπατούν. Και αυτοί είναι οι περισσότεροι στην πλατεία μας, παρά στον Πικαντίλι του Λονδίνου ή σε μία πλατεία του Βερολίνου.
Η χαρά μας είναι πάντα μισή λύπη. Το χαμόγελό μας δεν μοιάζει με το χρυσαφένιο φως του ήλιου, αλλά με το χλωμό, μελαγχολικό φως του φεγγαριού. Στον κόσμο της πόλης δεν αρέσει ούτε το φως, ούτε ο αέρας, ούτε η κίνηση. Είναι συνηθισμένοι περισσότερο στην κλειστή ζωή του δωματίου. Δεν επισκέπτονται τα πάρκα ούτε την περίοδο των γιορτών- κάτι που συμβαίνει στη Δύση.
Η διασκέδαση μας φτάνει στα όρια της αμαρτίας. Οι κακές μας συνήθειες είναι πιό πικρές, πιό μελαγχολικές από τις αμαρτίες του υπόλοιπου κόσμου. –Δεν είδα, μου είπε πρόσφατα ένας Γερμανός δημοσιογράφος-δεν είδα λαό να έχει τόσο λίγη λαχτάρα για τη ζωή, τόση λύπη και μελαγχολία, όπως έχει ο σέρβικος λαός.
Από που πηγάζει αυτή η λύπη; Ένα μέρος της πηγάζει από τη διαρκή σκλαβιά των προγόνων μας. Ο σκλάβος είναι πάντα λυπημένος και στεναχωρημένος. Πάντα σέρνεται αντί να προχωράει. Η μελαγχολία των προγόνων –σκλάβων μεταβιβάστηκε και στους ελεύθερους απόγονους. Η ψυχή κληρονομείται όπως και το σώμα.
Το άλλο μέρος της στεναχώριας μας πηγάζει από το ανείπωτο βαρύ φορτίο, που σήκωσε ο λαός μας και το κράτος μας ένα ολόκληρο αιώνα και ειδικά τις τελευταίες δύο-τρείς δεκαετίες.
Να ζει κανείς ή να μη ζει! Αυτο το δίλημμα βασάνισε το μυαλό μας από τη γέννησή μας μέχρι τις τελευταίες μέρες.
Το τελευταίο και μεγαλύτερο μέρος της μελαγχολίας μας προέρχεται από τις εσωτερικές συνθήκες που επικρατούν στα σχολεία, στην εκκλησία, στην οικογενειακή και στη δημόσια ζωή. Δηλαδή εξαιτίας της αγωγής και της διαπαιδαγώγησής μας, ολόκληρη η χώρα ήταν «παράλυτη» για μερικές δεκαετίες. Ανάπηρο ήταν το σχολείο, η εκκλησία, η κοινωνική και η πολιτική ζωή. Γι’ αυτο το λόγο και η διαπαιδαγώγησή μας ήταν ανάπηρη. Σ’ αυτο οφείλεται η απαισιοδοξία μας, η μελαγχολία και η θλίψη μας και η έλλειψη χαράς! Σπάνιο είναι να βρει κανείς έναν παράλυτο, που να είναι αισιόδοξος. Είχα όμως την τιμή να γνωρίσω ένα άνθρωπο που έχει και τα δύο του πόδια παράλυτα, ζει με φρικτούς πόνους στη μέση, κάθεται στην αναπηρική καρέκλα του, δίπλα στο παράθυρο, παρατηρεί τη ζωή μέσα από το παράθυρο και παραμένει αισιόδοξος.
Εμείς δεν παρατηρούμε τη ζωή μέσα από το παράθυρο. Γιατί τότε και εμείς δεν είμαστε αισιόδοξοι;
Η αισιοδοξία και η απαισιοδοξία είναι δύο διαφορετικοί τρόποι εκτίμησης της ζωής. Η ζωή είναι μεγάλο δώρο, σύμφωνα με την αισιόδοξη εκτίμηση της ζωής και ένα μεγάλο κακό σύμφωνα με την απαισιόδοξη εκτίμηση. Πολλοί νομίζουν πως η διαφορά ανάμεσα στην αισιοδοξία και την απαισιοδοξία είναι μικρή. Μικρή διαφορά όπως ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο με γαλάζια και έναν άνθρωπο με μαύρα μάτια. Πολλοί νομίζουν πως έτσι απλά κάποιος είναι αισιόδοξος και πως έτσι απλά κάποιος είνα απαισιόδοξος. Δεν είναι όμως έτσι.
Αισιοδοξία σημαίνει ευτυχία, ενώ απαισιοδοξία σημαίνει δυστυχία. Μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο δεν είναι η υγεία, ο πλούτος, οι φίλοι και η δόξα: Η μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο είναι να έχει αισιοδοξία. Ούτε μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι η αρρώστια, η φτώχεια, η μοναξιά, η εγκατάλειψη, η αδικία, η οποιαδήποτε δυσκολία και απώλεια. Η μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι, να είναι απαισιόδοξος, γιατί ενώ η αισιοδοξία αποτελεί ύμνο της ζωής, η απαισιοδοξία αποτελεί ύμνο στο θάνατο. Το ρεφραίν του πρώτου ύμνου είναι: αξίζει να ζει κανείς, ενώ το ρεφραίν του δεύτερου ύμνου είναι: δεν αξίζει να ζει κανείς!
Το να ζει κανείς σημαίνει: να σκέφτεται, να αισθάνεται, να εργάζεται.
Η αισιοδοξία επαναλαμβάνει: αξίζει να σκέφτεται κανείς, αξίζει να αισθάνεται κανείς, αξίζει να εργάζεται κανείς.
Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης και οι στωικοί θεωρούσαν την σκέψη αρετή και μάλιστα κορυφαία αρετή. Ο Σωκράτης θεωρούσε πως αποστολή του ήταν να μάθει στους ανθρώπους να σκέφτονται και να κρίνουν σωστά. Οι Σκεπτικιστές ήταν οι πρώτοι που αμφισβήτησαν την αξία της σκέψης. Αυτοί ήταν και οι πρώτοι απαισιόδοξοι. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να φτάσουν μέχρι την αλήθεια, ισχυρίζονταν οι Σκεπτικιστές. Οι ανθρώπινες σκέψεις είναι χίμαιρες. Εμείς δεν μπορούμε να έχουμε επαρκείς σκέψεις για τα πράγματα. Οι σκέψεις μας είναι πλάνη και μη πιστά αντίγραφα όλων όσων υπάρχουν. Έτσι διδάσκουν ο Πύρρων, ο Μανταίν και ο Χιούμ.
Ακόμη και ο δικός μας σκεπτικισμός έχει αξία. Όταν στο νερό του ποταμού δημιουργείται φράγμα, το νερό στροβιλίζεται. Ο σκεπτικισμός λοιπόν είναι σαν ένα φράγμα που επιβράδυνε και βάθυνε τη σκέψη των φιλοσόφων.
Οι άνθρωποι πάντοτε έφταναν μέχρι την αναγκαία αλήθεια και ζούσαν από την αλήθεια. Καμία εποχή δεν γνωρίζει όλη την αλήθεια και καμία εποχή δεν υπήρξε χωρίς αλήθεια. Ο Χέγκελ έκανε ένα μοιραίο σφάλμα, λέγοντας ότι η κάθε επόμενη εποχή στην ιστορία της φιλοσοφίας, αποτελεί διάψευση της προηγούμενης εποχής και ο κάθε επόμενος φιλόσοφος γκρεμίζει την φιλοσοφία του προγενέστερου φιλοσόφου:
«Όλα τα φιλοσοφικά συστήματα λένε την αλήθεια σ’ αυτά που ισχυρίζονται ενώ δεν είναι αλήθεια για όσα αρνούνται», έλεγε ο Ντεκάρτ.
Η ανθρώπινη σκέψη δεν είναι τόσο ισχυρή, ώστε να κατανοήσει και να τα περικλείει όλα. Αλλά είναι τόσο ικανή ώστε να ρίχνει φως σε πολύ περισσότερα πράγματα από όσα τα μάτια των θνητών ανθρώπων μπορούν να δουν. Οι σκέψεις είναι και δεν χάνονται, πλέκονται η μία με την άλλη και δημιουργούν ένα ζωντανό υφαντό. Όλες οι σκέψεις που κάποτε γεννήθηκαν στον ανθρώπινο νου και σήμερα αντικρίζουν το φως του ήλιου στη γη.
Αξίζει να σκέφτεται κανείς, γιατί η σκέψη είναι η μεγαλύτερη δύναμη που κατέχει ο άνθρωπος. «Μου αρέσει περισσότερο να ψάχνω την αλήθεια, παρά να τη βρίσκω έτοιμη», έλεγε ο Λέσιγκ. Αξίζει να σκέφτεται κανείς, επειδή η σκέψη είναι αλήθεια και επειδή η σκέψη είναι ο δρόμος προς βοήθεια. Ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να ικανοποιήσει τη δίψα του για γνώση, επιθυμεί την τέλεια γνώση. Ποτέ δεν μπορεί να τα γνωρίζει όλα, αλλά σε κάθε εποχή μπορεί να έχει τόσες γνώσεις, όσες του είναι αναγκαίες να στηρίζει την αισιοδοξία του. Αυτο σημαίνει να στηρίζει τη ζωή του σ’ αυτήν την εποχή.
Όπως οι σκέψεις μας έχουν αξία, αξία έχουν και τα συναισθήματά μας. Τελικά ο άνθρωπος είναι περισσότερο συναισθηματικό παρά σκεπτόμενο ον. Λειτουργεί με βάση κυρίως τα συναισθήματά παρά με τη λογική. Το σύνολο των συναισθημάτων μας είναι πολύ μεγαλύτερο από το σύνολο των σκέψεών μας. Με την συμπάθεια και την αντιπάθεια εκτιμούμε τα περισσότερα πράγματα, παρά με τη λογική.

Η αγάπη και η φιλία ανήκουν στο βασίλειο των συναισθημάτων. Το ίδιο και το μίσος, η λύπη, ο φόβος και η χαρά…..

Οι άνθρωποι δεν μπορούν με τίποτε να συνηθίζουν να παρατηρούν τα πάντα από την οπτική της αιωνιότητας. Όλα όσα παράγει αυτός ο κόσμος, τα παράγει για την αιωνιότητα. Η αγάπη μας και η φιλία μας είναι αξεπέραστες στο χρόνο, όπως και ο κόσμος. Τα μάτια μας κάνουν λάθος, όταν μας λένε πως όλα περνάνε, όπως μας εξαπατούν για την κίνηση του ήλιου. Υπάρχει ένα περιβάλλον πνευματικό στο οποίο όλα ζουν και κινούνται. Αυτο το περιβάλλον είναι σταθερό και ακίνητο. Όλα όσα κινούνται σ’ αυτο το χώρο, έχουν αφήσει την αιώνια σφραγίδα τους. Αυτή η σφραγίδα είναι ανάλογη με την πραγματικότητα. Όλα όσα έζησαν στη γη, ζουν και σήμερα σ’ αυτο το πνευματικό περιβάλλον. Όλα όσα σήμερα ζουν, θα ζουν αιώνια σ’ αυτο το πνευματικό μέρος. Η αγάπη μας, η φιλία μας δεν χάνονται με το θάνατο, αλλά συνεχίζουν να υπάρχουν σε μία πολύ πιό καθαρή και έξοχη μορφή στον άλλο κόσμο. Ανάμεσα στον άλλο κόσμο και σ’ αυτόν που ζούμε, υπάρχουν σύνορα λόγω της μυωπίας μας. Δεν βλέπουμε τη συνέχεια, την προέκταση αυτής της ζωής μετά το θάνατο και γι’ αυτο το λόγο ο θάνατος μας φέρνει στο νου το ψαλίδι. Το ψαλίδι αυτο μας φαίνεται πως κόβει όλα τα νήματα της ζωής, όλες τι σχέσεις ανάμεσα στους νεκρούς και τους ζωντανούς. Αυτο το ψαλίδι, νομίζουμε πως κόβει από εμάς καθημερινά ένα κομμάτι, όταν χωριζόμαστε απ’ αυτόν που αγαπάμε ή απ’ αυτόν που είναι φίλος μας. Δεν μπορούμε να δούμε με πνευματικά μάτια «το τώρα». Θα έρθει όμως καιρός και θα φτάσει σύντομα, που θα γίνει ορατός αυτός ο κόσμος και για τα δικά μας μάτια.

Η αξία των συναισθημάτων είναι αιώνια όπως αιώνια είναι και η αξία των σκέψεων. Με τον ίδιο τρόπο είναι αιώνια και η αξία των ανθρωπίνων πράξεων. Κανένα ανθρώπινο έργο δεν χάνεται! Όχι μόνο δεν χάνεται το έργο του Παύλου, αλλά δεν χάνεται και το έργο οποιουδήποτε ράφτη ή χτίστη από τα προάστια της Αθήνας, του Βελιγραδίου, του Παρισιού ή του Λονδίνου.

Κάθε ράφτης νομίζει πως δουλεύει αποκλειστικά για τον εαυτο του! Αυτο σκέφτεται και νιώθει. Στην ουσία όμως κάθε ράφτης πρώτον επιτελεί μία γενικά χρήσιμη δουλειά και κατά δεύτερον κάνει μία δουλειά χρήσιμη γι’ αυτόν προσωπικά. Με την δουλειά των χεριών του θα ντυθούν τόσοι και τόσοι άνθρωποι. Ένας χτίστης χτίζει ένα σπίτι στο οποίο άλλοι άνθρωποι θα ζήσουν, θα εργαστούν, θα γεννηθούν και θα πεθάνουν, ενώ το χτίζει με τη σκέψη πως ό ίδιος μόνον έχει όφελος.

Ένας αγρότης σπέρνει το σιτάρι σκεπτόμενος μόνο τον εαυτο του, αλλά δεκάδες και εκατοντάδες στόματα θα ταϊστούν με το ψωμί που αυτός θα παράγει.

Ένας φτωχός δημιουργός κατασκευάζει το μουσικό όργανο με ο οποίο οι άλλοι θα παίζουν και θα χαίρονται να το ακούνε στους γάμους ή στις γιορτές ή στη λύπη και θα παρηγορούνται.
Μιά γυναίκα υφαίνει ένα κιλίμι για να κερδίσει χρήματα. Αυτο το κιλίμι στο σπίτι των πλουσίων θα φέρει χαρά στα μάτια των πολλών φιλοξενουμένων.

Όλοι εμείς υφαίνουμε το υφαντο της ιστορίας αδέλφια μου! Είμαστε υφαντές της ιστορίας, αλλά υπάρχει και ένας μεγαλύτερος από εμάς Υφαντής. Όλες οι μέρες που συναποτελούν το παρελθόν, από μόνες τους δεν θα σημαίνουν τίποτε αν δεν αποτελούσαν και αυτές μέρος ενός υφαντου που είναι η ζωή μας. Ο χρόνος όλων των ανθρώπων στον κόσμο, από μόνος του δεν θα ήταν τίποτε, εάν δεν είχε σαν στόχο του και περιεχόμενό του την δημιουργία μιάς παγκόσμιας σύνθεσης, ενός παγκόσμιου εργόχειρου, υφαντού. Στο κέντρο αυτής της σύνθεσης βρισκόμαστε και εμείς. Συνθέτουμε, αποτελούμε μέρος αυτής της σύνθεσης κατά τη διάρκεια όλης της ζωής μας. Το παρελθόν μας έως τώρα, είναι το δικό μας κομμάτι σε όλη αυτή τη σύνθεση. Κάθε έργο μας μέχρι αυτή τη στιγμή, κάθε λέξη και κάθε συναίσθημα, διατηρείται και δεν χάνεται, ως μέρος της προσωπικής μας σύνθεσης. Ούτε μία κίνηση του σώματος και ούτε μία σκέψη δεν χάνεται. Όλος ο ηρωισμός μας αλλά και όλη η φαυλότητά μας στέκονται ακίνητα σαν ύφανση του παρελθόντος μας.

Οι χαρές μας, οι αρρώστιες μας, οι ζημιές μας και οι απογοητεύσεις μας, οι πλάνες και οι αυταπάτες μας, τα δάκρυα και τα χαμόγελά μας, οι φιλοδοξίες, οι ραδιουργίες μας, όλα απολύτως όλα υπάρχουν στο παρελθόν μας. Αυτο το τεράστιο παρελθόν, δεν αποτελείται μόνο από την ιστορία των ανθρώπων, αλλά και από την ιστορία όλου του κόσμου, από την ιστορία των αστεριών μέχρι την ιστορία των μορίων και των ατόμων.
Αναλογιστείτε, φίλοι μου: ποιά είναι η συμβολή σας σ’ αυτο το μεγάλο υφαντο του Θεού;
Επαναλαμβάνω: όλα τα λόγια σας, τα έργα σας, οι σκέψεις σας φυλάγονται στο πιό ασφαλές θησαυροφυλάκιο. Αν υφάνατε την αμαρτία, η αμαρτία θα διατηρείται, αν πράττατε αγαθοεργίες, αυτές θα υπάρχουν χαραγμένες και δεν θα σβηστούν σαν να ήταν σκαλισμένες σε μάρμαρο. Αν λέγατε ψέματα και συκοφαντούσατε, το παρελθόν αυτο φυλάγεται με τόση επιμέλεια σαν τη μάχη του Μαραθώνα, που είναι γνωστή από την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας. Αν κλέβατε χρήματα, υπάρχουν όλα αυτά στο παρελθόν ολοφάνερα, όπως είναι ολοφάνερη η παρουσία σας στην εκκλησία σήμερα.
Μπορεί οι άνθρωποι να ξέχασαν. Ίσως και εσείς οι ίδιοι να ξεχάσατε, κάτι που είναι και φυσιολογικό. Όλοι μας ξεχνούμε μεγάλα μέρη της ζωής μας, μην βασίζεστε όμως στο τι οι άνθρωποι ξεχνούν. Εμείς οι άνθρωποι δεν αποτελούμε θεματοφύλακες της ιστορίας μας, είμαστε μόνο οι υφαντές της ιστορίας μας. Το παρελθόν διαφυλάγεται από Εκείνον που δεν λησμονεί τίποτε. Τα κλειδιά του παρελθόντος κρατά ο Ύψιστος Υφαντής, που προσεκτικά αγρυπνά πάνω από κάθε νήμα που πλέκεται στο εργόχειρό Του. Θα θέλατε φίλοι μου, κάποια κλωστή από το παρελθόν σας να την ξηλώσετε και να την πετάξετε; Μάταια και ανώφελη η θέλησή σας. Τίποτε από όσα συνέβησαν δεν μπορεί να αλλάξει, νά αποσπαστεί από το παρελθόν σας και να πεταχτεί. Αισθάνεστε ενοχές για κάποια αμαρτία σας από το παρελθόν; Καλό είναι να αισθανόμαστε ενοχές, αλλά είναι λάθος να σκεφτεί κανείς πως με τις ενοχές μας τώρα, θα σβηστεί κάποια αμαρτία από το παρελθόν. Η αμαρτία παραμένει στη θέση της και οι ενοχές παραμένουν στη θέση τους. Οι τύψεις είναι ωφέλιμες για το μέλλον και όχι το παρελθόν. Οι τύψεις δεν «σβήνουν» το παρελθόν. Τέτοια σβήστρα δεν υπάρχει. Οι ενοχές ανανεώνουν τη συνείδηση για το μέλλον.

Άραγε εσείς φίλοι μου, επιθυμείτε να εξυψώσετε τα έργα σας και τα έργα των πλησίων σας να τα υποτιμήσετε; Πιστέψτε με, αυτή η επιθυμία σας είναι ουτοπία, τα έργα του καθενός μας στέκονται στο ύψος ου τους αξίζουν στον ιστορικό ιστό, ούτε ένα εκατοστο πιό ψηλά, ούτε ένα εκατοστο πιό χαμηλά. Από το παρελθόν τίποτε δεν σβήνεται, αλλά ούτε και διορθώνεται: Η ιστορία είναι ένα βιβλίο, το οποίο γράφεται χωρίς διορθώσεις.

-Εγώ δεν ήρθα για να καταργήσω…. είπε ο Χριστός στήν αρχή της διδασκαλίας Του. Ο Χριστός κατανοούσε την ιστορία. Ήξερε πως τίποτε από όσα ανήκαν στην ιστορία, δεν μπορεί να καταργηθεί από Εκείνον. Ο νόμος και οι προφήτες αποτελούσαν νήματα του ιστου της ιστορίας. Κανείς δεν μπορούσε απ’ αυτόν τον ιστο να τους αποσπάσει και να τούς καταργήσει. Ούτε τον νόμο, ούτε τούς προφήτες δεν είχε σκοπό ο Χριστός να καταργήσει….
Ο λόγος του Θεού είναι λόγος της αισιοδοξίας. Ασπάζομαι αυτήν την κρίση και εκτίμηση. Η αισιοδοξία αποτελεί το φωτοστέφανο της χριστιανικής φιλοσοφίας και της χριστιανικής ιστορίας. Αισιόδοξος ήταν ο Θεμελιωτής του Χριστιανισμού, ο πιο Αισιόδοξος απ’ όλους τούς αισιόδοξους στον κόσμο. Δεν ήταν αισιόδοξος μόνο στις λαμπερές στιγμές της ζωής Του: όταν γιόρταζε στον γάμο της Κανά στη Γαλιλαία, ή όταν του έριχναν λουλούδια στα Ιεροσόλυμα, ή όταν ήσυχος παρατηρούσε τούς κρίνους στις ανθισμένες πεδιάδες, ή όταν κάτω από το φως των αστεριών ταξίδευε με πλοιάριο στη λίμνη της Γεννησαρέτ, μαζί με τούς ανθρώπους που Τον λάτρευαν. Δεν ήταν όμως μόνο τότε αισιόδοξος. Παρέμεινε αισιόδοξος και όταν εγκαταλειμμένος από όλους, προσευχόταν μόνος στο Θεό, εκείνη τη μοιραία νύχτα πριν αρχίσει η τραγωδία. Και τότε που Τον σύρανε, από τον Ηρώδη στον Πιλάτο, γιουχαΐζοντας και χλευάζοντάς Τον. και τότε που Του έβαλαν αγκάθινο στεφάνι, που Του έσχιζε το θεϊκό Του κεφάλι και τότε, όταν υπό το βάρος του σταυρού έφευγε από τα Ιεροσόλυμα. Τα Ιεροσόλυμα που Τον αποχαιρετούσαν με γέλια, κατάρες και με τον ήχο των αδύναμων δακρύων των γυναικών. Και τέλος, όταν το ποτήρι της πίκρας ξεχείλισε και εισήλθε στην ιστορία η λέξη Γολγοθάς, πάλι παρέμεινε αισιόδοξος.

Αισιόδοξοι ήταν και οι χριστιανοί μάρτυρες. Αφού οι μάρτυρες και οι μεγαλομάρτυρες ήταν αισιόδοξοι, πώς εμείς να είμαστε απαισιόδοξοι; Αισιόδοξοι ήταν όσοι στις ρωμαϊκές αρένες, πάλεψαν με άγρια θηρία, για να διασκεδάσει ο Καίσαρας. Αισιόδοξοι ήταν όσοι καίγονταν στην πίσσα στις πλατείες, για την ψυχαγωγία του Καίσαρα και των γυναικών του. Αισιόδοξοι ήταν όσοι γύριζαν δεμένοι στο τροχό και όσοι θάφτηκαν ζωντανοί στη γη. Αισιόδοξοι ήταν εκείνοι που δεν γνώρισαν την ισότητα, ούτε την ελευθερία του τύπου, ούτε την φιλανθρωπία, ούτε τις οργανώσεις για την προστασία των ζώων. Πώς λοιπόν εμείς νά είμαστε απαισιόδοξοι; Γιατί να γινόμαστε απαισιόδοξοι;
Αισιόδοξοι άνθρωποι υπήρχαν και ανάμεσα στους αρχαίους κλασικούς στοχαστές, διανοούμενους και ποιητές. Η αισιοδοξία τους όμως, ήταν μεταφυσική και μεμονωμένη. Η χριστιανική αισιοδοξία είναι δοκιμασμένη αισιοδοξία και αισιοδοξία όχι του ενός αλλά των πολλών ανθρώπων. Η αισιοδοξία των αρχαίων κλασικών είναι σαν τον επεξεργασμένο χρυσό, που είναι επιμελώς φυλαγμένος και γυαλισμένος καθημερινά, για να λάμπει. Η χριστιανική αισιοδοξία είναι σαν το χρυσάφι, που πέρασε μέσα από τη λάσπη και τη σκόνη, από το νερό και τη φωτιά και το αίμα και πάλι παρέμεινε λαμπερό και καθαρό.

Οι κλασικοί συγγραφείς μόνον σκέφτονταν και με τη σκέψη τους και λόγω της σκέψης τους ήταν αισιόδοξοι.
Οι μάρτυρες του Χριστιανισμού όταν καίγονταν στη φωτιά φώναζαν: Εμείς και πάλι πιστεύουμε! Αυτοί και όταν τούς έσχιζαν τα θηρία ψιθύριζαν. Εμείς πάλι ελπίζουμε! Πάνω στο σταυρό κλαίγοντας με λυγμούς έλεγαν: Εμείς και τώρα σας αγαπάμε.
Τούς καταδίωξαν και οι αγαθοί και οι μοχθηροί αυτοκράτορες παντού. Και οι Νέρωνες και οι Τραϊανοί, στην Ασία, στην Αφρική, στα Βαλκάνια και στη Βρετανία. Τους παραφρόνησαν, τους πέταξαν σαν άχρηστες πέτρες και τους έδιωξαν όπως διώχνει κανείς τη λάσπη από τα πόδια του. Οι μορφωμένοι άνθρωποι δεν ήθελαν να τους καταλάβουν, οι ισχυροί δεν ήθελαν να τους ακούσουν. Όλος ο κόσμος κώφευε στα αιτήματά τους, τα άγρια θηρία είχαν περισσότερους φίκους από αυτούς, οι νεκροί δεν ζήλεψαν τη ζωή τους. Όμως και πάλι οι μάρτυρες του Χριστιανισμού σήκωναν το βλέμμα τους στον ουρανό, ατένιζαν τον ήλιοι και έλεγαν: Εμείς και πάλι έχουμε αγάπη για σας, ελπίζουμε και πιστεύουμε.

Εμείς αγαπούμε τη μαρτυρική ζωή και προσδοκούμε μία καλύτερη ζωή. Πιστεύουμε στον Ένα και Παντοδύναμο Θεό, που κυβερνά τον ήλιο και μετρά όλους τους πόνους μας και όλες τίς αδικίες των βασανιστών μας.

Αυτούς τους ανθρώπους που τούς κλώτσησαν σαν άχρηστες πέτρες, τους πήρε ο Θεός, ο Κτίστης των πάντων, να αποτελέσουν το θεμέλιο της εκκλησίας Του. Η εκκλησία Του αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα αισιοδοξίας που κτίστηκε στη γη.

Η αισιοδοξία του χριστιανισμού δεν αποτελεί μία απλή πνευματική θεωρία, γιατί είναι δοκιμασμένη και τεκμηριωμένη. Η αισιοδοξία του Πλάτωνα και των Στωικών έχει την παρακάτω σχέση με την αισιοδοξία του χριστιανισμού: είναι σαν το όνειρο πριν την συναίσθηση της πραγματικότητας ή σαν το παραμύθι πριν την πραγματικότητα.

Δεν θα μπορούσα να αποκαλέσω τον εαυτο μου χριστιανό, εάν δεν ήμουν αισιόδοξος. Και αν αποκαλούσα τον εαυτο μου χριστιανό και δέν ήμουν αισιόδοξος, δεν θα ήμουν ειλικρινής χριστιανός. και όλοι εσείς ματαίως αποκαλείσθε χριστιανοί, εάν δεν είστε αισιόδοξοι. Ο Χριστιανισμός αποτελεί το μέγιστο κάστρο αισιοδοξίας. Ο Χριστιανισμός θεμελιώνεται στην πίστη, την ελπίδα και την αγάπη. Γιατί αυτά τα τρία μόνο σώζουν: η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη. Η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη συναποτελούν την αισιοδοξία…. Μόνο η αισιοδοξία μας σώζει.
Αν δεν έχουμε αισιοδοξία, δεν έχουμε πίστη. Χωρίς πίστη είμαστε σαν τα εκατοντάδες ζώα, που σήμερα το πρωί σφαγιάστηκαν στο σφαγείο.
Αν δεν έχουμε αισιοδοξία, δεν έχουμε ελπίδα. Χωρίς ελπίδα είμαστε σαν σβησμένα αστέρια στο σύμπαν, τα οποία ακολουθούν τα φωτεινά και ζωντανά αστέρια,
Αν δεν έχουμε αισιοδοξία, δεν έχουμε αγάπη. Χωρίς αγάπη είναι και η έρημος Σαχάρα, στην οποία ο διψασμένος λέοντας βρυχάται, ψάχνοντας νερό. Και όταν ο λέοντας δεν βρίσκει νερό δαγκώνει το πέλμα του μέχρι να τρέξει αίμα και το γλύφει για να σβήσει τη δίψα του.

Χωρίς την αισιοδοξία όλοι μας είμαστε ανάπηροι. Μεγαλύτερη αναπηρία έχει ο άνθρωπος χωρίς αισιοδοξία, παρά ο άνθρωπος χωρίς πόδια. Ο Θεός «εν σοφία» τα πάντα έκτισε. Αυτός ο κόσμος για τον αισιόδοξο μοιάζει με μία αίθουσα γεμάτη από μουσικούς που ετοιμάζονται για κοντσέρτο. Ενώ για τον απαισιόδοξο μοιάζει με αίθουσα νοσοκομείου. Ο αισιόδοξος ακούει ασταμάτητα τη μουσική ενός βαλς, ενώ ο απαισιόδοξος ακούει τη μουσική ενός πένθιμου εμβατηρίου. Ο πρώτος καθημερινά βλέπει τα λουλούδια, ενώ ο δεύτερος βλέπει το σκουπιδότοπο. Στο πρόσωπου του αισιόδοξου καθημερινά πέφτουν οι ακτίνες του ήλιου, του ζεσταίνουν και του φωτίζουν την ψυχή, ενώ το πρόσωπο του απαισιόδοξου μένει χωρίς τόν ήλιο, με αποτέλεσμα η ψυχή του να είναι κρύα και σκοτεινή.
Αδελφοί μου, ας είμαστε αισιόδοξοι, γιατί ο Θεός λόγω της αισιοδοξίας δημιούργησε αυτόν τόν κόσμο. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά δημιουργία χωρίς αισιοδοξία. Ας ατενίσουμε τον κόσμο μας την ημέρα, ας δούμε ψηλά στον ουρανό τη νύχτα και ας έχουμε πίστη στο Θεό. Υπάρχει ο Δημιουργός, ο Πλάστης του κόσμου και Πατέρας μας. Αυτή η σκέψη μας ας είναι η βάση της αισιοδοξίας μας.
Ας είμαστε αισιόδοξοι, επειδή ο θάνατος δεν είναι τόσο τρομακτικός όσο λένε οι φοβισμένοι. Κάθε σπόρος σαπίζει, αφού βλαστήσει και γίνει λουλούδι. Με το θάνατο εμείς σαπίζουμε για να βλαστήσουμε στην άλλη ζωή. Είμαστε παιδιά ενός αθανάτου Πατέρα και έτσι είμαστε και εμείς οι ίδιοι αθάνατοι. Τι είδους Πατέρας θά ήταν Αυτός που δεν θα δημιουργούσε παιδιά όμοια μ’ Αυτόν; Ποιός Πατέρας θα ζούσε δισεκατομμύρια χρόνια και θα είχε γιούς των οποίων η ζωή δεν διαρκεί ούτε εκατο χρόνια;
Ας είμαστε αισιόδοξοι, επειδή κανείς Δίκαιος δεν θα πάει στην κόλαση και ούτε ένας μη μετανιωμένος αμαρτωλός στον παράδεισο.

Ο άνθρωπος όμως για να κατορθώσει να εισέλθει στον παράδεισο, πρέπει πρώτα ο παράδεισος να εισέλθει μέσα του. Στην κόλαση οδηγείται αυτός που η κόλαση υπάρχει ήδη μέσα στην ψυχή του. Ο παράδεισος είναι αθάνατη χαρά και θεϊκή ανύψωση. Η κόλαση είναι αιώνια λύπη και η γεμάτη ενοχές και τύψεις συνείδηση. Η τιμωρία των αμαρτωλών και η ανταμοιβή των Δικαίων είναι οι υψηλότεροι μαθηματικοί νόμοι της οικουμένης.

Ας είμαστε αισιόδοξοι, ακόμη και όταν ζημιωνόμαστε, γιατί η ζημιά μας δεν είναι ποτέ άστοχη και χωρίς λόγο. Τα βάσανά μας είναι σημαντικός παράγοντας, στη συνολική πορεία ζωής της ανθρωπότητας. Τα βάσανά μας είναι μισθός, με τον οποίο πληρώνουμε εισιτήριο σ’ αυτόν το παγκόσμιο θέατρο, το οποίο φωτίζει ο Θεός με πολλούς ήλιους, θέατρο στο οποίο παίζονται πολλά θαυμάσια σενάρια. Εγώ προσωπικά τρείς φορές στη ζωή μου έφτασα κοντά στο θάνατο και μπορώ να σας εξομολογηθώ και να σας δώσω τη μαρτυρία πως τα όσα πέρασα δεν ήταν ούτε ανυπόφορα, ούτε φοβερά. Θυμάμαι εκείνες τις στιγμές με χαρά, επειδή αυτά τα τρία γεγονότα ομορφαίνουν τη ζωή μου και σήμερα και κάνουν την ψυχή μου πιό δυνατή.

Ας είμαστε αισιόδοξοι και όταν χάνουμε και όταν κερδίζουμε. Ας είμαστε αισιόδοξοι και όταν μεγαλώνουμε σε ηλικία, όπως όταν ήμασταν νέοι. Κάθε ηλικία έχει το μεγαλείο της και την ομορφιά της…

Ας είμαστε αισιόδοξοι ως χριστιανοί, γιατί στην πίστη μας βρήκαν παρηγοριά οι πιό απελπισμένοι. Στην πίστη μας βρήκαν έμπνευση οι πιό μεγάλοι καλλιτέχνες. Η πίστη μας χάρισε φώτιση και αποτέλεσε τον οδοδείκτη στους καλύτερους και πιό σημαντικούς ανθρώπους του δεκάτου εννάτου αιώνα.
Ας αισιοδοξούμε όλοι μας και ως λαός. Πέντε αιώνες κοιτούσαμε το παρελθόν μας. Τώρα η αυλαία έχει σηκωθεί και μπορούμε να ατενίσουμε το εθνικό μας μέλλον. Δεν είμαστε οι πρώτοι ανάμεσα στους λαούς, αλλά και δεν μας ξέχασε Εκείνος που δημιουργεί την ιστορία. Ο ρόλος μας στην ιστορία είναι σημαντικός και εξελίσσεται σε ακόμη πιό σημαντικό. Ο εθνικός μας ιδεαλισμός δεν στερείται πολιτισμού, ούτε είναι σωβινιστικός. Βασίζεται σε πανανθρώπινες επιθυμίες. Όταν παλεύουμε για την ελευθερία, αγωνιζόμαστε για κάτι θεϊκό, γιατί ο Θεός είναι Πατέρας των ελευθέρων και όχι των υποδουλωμένων ψυχών και σωμάτων.
Ας αισιοδοξούμε, εάν δεν επιθυμούμε να είμαστε ανάπηροι ψυχικά, που σημαίνει πως αν δεν αισιοδοξούμε, θα είμαστε πολύ πιό βαριά ανάπηροι, από τον ανάπηρο που είναι αισιόδοξος. Αυτόν με τα παράλυτα πόδια, που κάθεται στην αναπηρική καρέκλα και παρατηρεί τη ζωή μέσα από το παράθυρο.
Ας σκεφτόμαστε αισιόδοξα, επειδή μόνο η αισιόδοξη σκέψη φτάνει μέχρι το Θεό.
Ας είμαστε αισιόδοξοι και με τα συναισθήματά μας, γιατί η αισιοδοξία είναι το φάρμακο της λύπης και η πηγή της αληθινής και αιωνίας χαράς.
Ας είμαστε αισιόδοξοι και με τα έργα μας, επειδή τα καλά έργα μας «υφαίνονται» με τα έργα του Θεού και διατηρούνται αιώνια, όπως και τα έργα του Θεού.
Ας είμαστε αισιόδοξοι, γιατί και η ίδια η ζωή είναι αισιόδοξη και εμείς, οι άνθρωποι, είμαστε οι λαμπρότερες κολόνες και η πιό υψηλή έκφραση της ζωής.
Το να είναι κανείς αισιόδοξος, σημαίνει να ζει και να εκτιμά δίκαια τα δώρο της ζωής.

Από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτσ: «ΟΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ».
Εκδόσις Ορθόδοξος Κυψέλη: Δεκέμβριος 2014.

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

http://www.orp.gr/wordpress/?p=25291