Εἰς το ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υιοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Με τὴν φαντασία μας, ἄς πᾶμε πίσω 2.000 χρόνια. Τὶ θαυμάσιο μᾶς συμβαίνει: σὲ μιὰ ἑβδομάδα κι ὁ κόσμος εἶναι διαφορετικός. Ὁ κόσμος ἦταν γιὰ χιλιάδες χρόνια σὰν ἕνα χαμένο πρόβατο, καὶ τὸ χαμένο πρόβατο τώρα βρέθηκε καὶ τὸ πῆρε στοὺς ὤμους Του, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, σὰν τον υἱό τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἀγεφύρωτο κενό, ποὺ ἡ ἁμαρτία δημιούργησε ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν Θεό, ἄρχισε ἐπιτέλους νὰ γεφυρώνεται· ὁ Θεός μπῆκε στὴν ἱστορία, ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος. Ὁ Θεός ἔλαβε σάρκα καί ὅλα ἔγιναν ὁρατά, αὐτό που ἀντιλαμβανόμαστε μεσ’ τὴν τυφλότητα μας σὰν κάποιο ἀδιάφορης σημασίας γεγονός μπορεί μέσα ἀπό Κεῖνον νὰ τὸ δούμε σαν δόξα. Κάτι ἀπόλυτα νέο συνέβη· ὁ κόσμος δὲν εἶναι πιά ὁ ἴδιος.
Ὡστόσο, ὑπάρχει καὶ μιά ἄλλη διάσταση στὴν Ἐνανθρώπιση. Ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός σὰν Χριστός εἶπε ἀλήθειες καταλυτικές, ποὺ σταδιακά σὰν μαγιά ἔπεσαν στήν ζύμη καὶ ...
ἄλλαξαν τὸν κόσμο· ὁ Θεός μᾶς ἀποκάλυψε το μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος ἦταν ἀπόδειξη, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ἀπόδειξη, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο πλατύς, τόσο βαθύς, τόσο μυστηριωδῶς βαθύς, ποὺ θὰ μποροῦσε ὄχι μόνο νὰ γίνει ναός τῆς θείας παρουσίας, ἀλλά νὰ ἑνωθεῖ με τὸν Θεό (Ἐκείνον), νὰ γίνει μέτοχος τῆς θείας φύσης Του, ὅπως τὸ ἔθεσε ὁ Ἀπ. Πέτρος στὴν ἐπιστολή του. Καὶ πάλι, ὁ ἄνθρωπος εἶναι σπουδαῖος, κι ὅσο κι ἄν πέφτουμε κι ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τὸν προορισμό μας, ὅσο ἀνάξιοι κι ἄν γινόμαστε γι’ αὐτόν, ὁ Θεός δὲν θὰ ἀποκαθιστοῦσε μαζί μας μιά σχέση, κατώτερη ἀπ’αὐτήν τῆς πατρότητας, της δικῆς Του, καὶ τῆς δικῆς μας θυγατρικῆς ἤ υἱκής ἰδιότητας στὴν ὑψηλότερη μορφή της. Ὁ ἄσωτος υἱός ζήτησε ἀπ’τὸν πατέρα του νὰ τὸν πάρει σαν μισθωτό, γιατί ἦταν ἀνάξιος νὰ λέγεται γυιός· ἀλλά ὁ πατέρας δὲν τὸ δέχτηκε. Ὅταν ὁ γυιός ὁμολόγησε, ὁ πατέρας τὸν σταμάτησε προτού προφέρει αὐτά τὰ λόγια, γιατί ὁ Θεός δὲν θέλει τὸν ἐξευτελισμό μας, δὲν εἴμαστε σκλάβοι ἤ μισθωτοί. Δὲν τὸ εἶπε ο Κύριος στους μαθητές Του «Δὲν σᾶς καλῶ πιὰ ὑπηρέτες, γιατί ὁ ὑπηρέτης δὲν γνωρίζει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου Του, κι ἐγώ θὰ σὰς πῶ τὰ πάντα»;Να καὶ πάλι ἡ δήλωση ἀπό τὸν Χριστό καὶ μέσα ἀπό Ἐκεῖνον ὅτι τὸν νοιάζει ὁ καθένας ἀπό μᾶς, δὲν εἶναι γιὰ τὸ σύνολο ποὺ ἐνδιαφέρεται, ἀλλά γιὰ τὸν καθένα ἀπό μᾶς. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς, λέει στὴν Ἀποκάλυψη, θὰ πάρει ἀπό τὸν Θεό ἕνα ὄνομα, ἕνα ὄνομα ποὺ θὰ μᾶς ἀποκαλυφθεῖ στὸ τέλος τῶν καιρῶν, ἀλλά ποὺ κανείς δὲν θὰ τὸ γνωρίζει παρά μόνο ὁ Θεός καὶ αὐτός ποὺ τὄχει, γιατί αὐτό τὸ ὄνομα θὰ εἶναι ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεό, μοναδική κι ἀνεπανάληπτη. Ὁ καθένας εἶναι μοναδικός γιά Ἐκεῖνον. Τὶ θαῦμα! Ὁ ἀρχαῖος κόσμος γνώριζε ἔθνη καὶ φυλές, ἤξερε ἡγεμόνες καὶ δούλους, ἤξερε κατηγορίες ἀνθρώπων, ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὸν σύγχρονο κόσμο αὺτό γίνεται ὄχι μόνο κοσμικά ἀλλά εἰδωλολατρικά διακρίνουν κατηγορίες καὶ τύπους καὶ ὁμάδες· ὁ Θεός γνωρίζει μόνο ἄνδρες καὶ γυναῖκες ποὺ ζοῦν.
Καὶ τώρα μιά νέα νομοθεσία δημιουργήθηκε, ἤ μᾶλλον διακηρύχθηκε ἀπό Ἐκεῖνον, ὄχι δικαιωτικός καὶ τιμωρητικός νόμος, ἀλλά μιά ἄλλη δικαιοσύνη. Ὅταν ὁ Χριστός μᾶς εἶπε «ἄς ἀφήσουμε τὴν δικαιοσύνη πέρα ἀπ’ ὅσα οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι λένε». Μιλοῦσε γιά τὸν τρόπο ποὺ θὰ φερόταν ὁ Θεός στὸν καθένα μας. Δέχεται τὸν καθένα μας ὅπως εἶναι. Δέχεται καλό καὶ κακό. Ἀγάλλεται στὸ καλό καὶ πεθαίνει ἐξαιτίας καὶ γιά χάρη αὐτοῦ ποὺ εἶναι τὸ κακό. Κι αὐτό που μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός νὰ θυμόμαστε, κι αὐτό που μᾶς καλεῖ νἄμαστε καὶ νὰ ἀντανακλοῦμε μὲ τὴν συμπεριφορά μας, ὄχι μόνο μέσα στὸν χριστιανικό μας κύκλο, ἀλλά σ’ ὅλο τὸν κόσμο, νὰ βλέπουμε τὸν καθένα μ’ αὐτή τὴν δικαιοσύνη· ὄχι κρίνοντας καὶ καταδικάζοντας, ἀλλά νὰ βλέπουμε σέ κάθε πρόσωπο τὴν ὀμορφιά πού ὁ Θεός ἐντύπωσε πάνω σ’ αὐτόν, καὶ πού ὀνομάζουμε «εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο». Νὰ σεβαστοῦμε αὐτή τὴν ὀμορφιά, νὰ δουλέψουμε γιά νὰ λάμψει σ΄ ὅλη της τὴν δόξα, διαλύοντας αὐτό ποὺ εἶναι κακό καὶ σκοτάδι και νὰ τὸ κάνουμε δυνατό, ἀναγνωρίζοντας ὀμορφιά στὸν καθένα, γιά να γίνει ἡ ομορφιά πραγματικότητα καὶ νὰ νικήσει.
Μᾶς δίδαξε τῆν ἀγάπη πού στὴν ἀρχαιότητα ἀγνοοῦσαν, καὶ ὁ σύγχρονος κόσμος, ὅπως κι ὁ παλιός, τὸν φοβᾶται: μιά ἀγάπη ποὺ δέχεται νὰ εἶναι εὐάλωτη, ἀβοήθητη, δοτική, θυσιαστική· μιά ἀγάπη ποὺ δίνει χωρίς να μετρᾶ, μιά ἀγάπη ποὺ δίνει ὄχι μόνο ὅ,τι κατέχει ἀλλά τὸν ἑαυτό της. Αὐτό εἶναι ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ ἐνανθρώπιση, ἔφερε στὸν κόσμο, καὶ παρέμεινε στὸν κόσμο. Ὁ Χριστός εἶπε: «τὸ φῶς λάμπει στὸ σκοτάδι καὶ τὸ σκοτάδι δὲν μπορεῖ να τὸ καταλάβει», ἀλλά δὲν μπορεῖ να τὸ ἐκδιώξει. Κι αὐτό τὸ φῶς λάμπει καὶ θὰ νικήσει ἀλλά μόνο ἄν ἀναλάβουμε να γίνουμε οἱ κήρυκες και αὐτοί που ὑλοποιοῦν τις ἐντολές τῆς δικαιοσύνης και τῆς ἀγάπης, ἄν δεχτοῦμε την θεϊκή ὀπτική τοῦ κόσμου καὶ φέρουμε σ’ αυτόν τὴν πίστη μας, γιατί αυτή εἶναι ἡ βεβαιότητα καὶ ἡ ἐλπίδα μας, αὐτή εἶναι ἡ μόνη δύναμη ποὺ μπορεῖ να βοηθήσει κι ἄλλους νὰ ἀναγεννηθούν· ἀλλά γιὰ να ξαναγεννηθεῖ πρέπει να δεῖ τὴν ἀναγέννηση σε μᾶς.
Ὁ κόσμος μπορεῖ νὰ αρχίσει νὰ ἀναγεννᾶται, με μιά ἕνωση τοῦ Θεοῦ με τὸν ἄνθρωπο, ὅταν ὁ Λόγος πῆρε σάρκα· ἦταν γιά μᾶς μιά ἀποκάλυψη ανανέωσης, μεγαλοπρέπειας και λάμψης του Θεού στο σκοτάδι και τὴν σκοτεινιά αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Μακάρι νὰ μᾶς χαρίσει ὁ Θεός ἀνδρεία καὶ ἀγάπη καὶ μεγαλεῖο ψυχῆς να γίνουμε ἀγγελιαφόροι Του καὶ μάρτυρες Του, καὶ μακάρι το ἔλεος τοῦ Κυρίου να εἶναι μαζί σας καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ χάρη Του γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη, τώρα καὶ πάντα μέχρι το τέλος τοῦ κόσμου.
Ἀμήν.
(Πηγή: kirigmata.blogspot.com)