Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής ΣΤ' Λουκά



Γαλάτας Α' 11-19


            Γεμάτος συγκίνηση, και με σταθερή ομολογία ο Απόστολος Παύλος, καταγράφει στους Γαλάτες ότι η διδασκαλία που τους εκήρυξε, δεν ήταν κάτι το ανθρώπινο. Το Ευαγγέλιο το παρέλαβε «δι' αποκαλύψεως Ιησού Χριστού». Και για να τονιστεί η αλήθεια αυτή, στη συνέχεια τους ιστορεί την δική του κατ' αρχήν αναστροφή στον Ιουδαϊσμό, και κατόπιν τι ακριβώς συνέβη ώστε να είναι τώρα Απόστολος Ιησού Χριστού.
            Είναι πολύ χαρακτηριστικό αδελφοί μου το γεγονός, ότι τονίζει ο Παύλος πως το Ευαγγέλιο που εκήρυξε δεν είναι επινόημα ανθρώπου.
            Φυσικά αυτό που υπογραμμίζει ο Παύλος, ισχύει και για όλους τους άλλους Αποστόλους που εκήρυξαν στη γνωστή τότε οικουμένη, και οπωσδήποτε ισχύει για τους θεοπνεύστους συγγραφείς του λόγου του Θεού, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης.
            Ο Μέγας Βασίλειος, η μεγάλη αυτή μορφή της Εκκλησίας μας, κηρύττει ότι ...
το ίδιο το Άγιον Πνεύμα ομιλεί διά των Αποστόλων και Προφητών, των συγγραφέων της Αγίας Γραφής.
            Όμως, ας σταθούμε για λίγο στο σημείο αυτό, και τούτο διότι αρκετοί αδελφοί μας, παρανοούν ή αγνοούν εντελώς κάποιες βασικές αλήθειες, με αποτέλεσμα, παρά την καλή τους διάθεση, να ξεφεύγουν και να χάνουν τελείως τον δρόμο της αληθείας.
            Το ότι η Γραφή είναι θεόπνευστη, το ότι οι συγγραφείς του λόγου του Θεού είναι θεόπνευστοι και το ότι η καταγραφή των Βιβλίων αποτελεί προϊόν συνεργασίας του Θεού και των ιερών συγγραφέων (όχι βεβαίως επί ίσοις όροις), το ότι οι ιεροί συγγραφείς έγιναν «καλοί αγωγοί» του Αγίου Πνεύματος, «ένθεα όργανα» διά των οποίων ο Θεός φανέρωσε τις αλήθειες της πίστεώς μας, τούτο δεν σημαίνει σε καμμία των περιπτώσεων ότι ο καθένας μπορεί να λαμβάνει στα χέρια του την Βίβλο και να τη μελετά και να την ερμηνεύει κατά το δοκούν. Τούτο το λέμε, διότι υπάρχουν κάποιες ψυχές, επηρεασμένες από προτεσταντικές κυρίως παραφυάδες, που νομίζουν ότι με το να κρατούν στα χέρια τη Βίβλο και να την αποστηθίζουν, ότι βρίσκονται στο χώρο της σωτηρίας.
            Λησμονούν όμως ότι και ο ίδιος ο διάβολος την γνωρίζει ολόκληρη την Γραφή. Άλλωστε και όταν ο εχθρός πείραξε τον Κύριο στην έρημο, μέσα από την Π. Διαθήκη, χρησιμοποίησε χωρία.
            Αγνοούν επίσης ότι όλος ο προτεσταντικός κόσμος, που έχει κατακερματιστεί σε περισσότερες από δύο χιλιάδες ομολογίες, την Βίβλο κρατά, και ο καθένας ισχυρίζεται ότι στην Γραφή στηρίζεται η ομάδα του. Ακόμα και σοδομίτες – διεστραμμένοι προτεστάντες, τελευταίως, στην Γραφή προσπαθούν να βρουν έρεισμα (δήθεν στην αγάπη), για να στηρίξουν τα ανομολόγητα πάθη τους.
            Αλλά, ρωτούμε όλους αυτούς τους φίλους μας που ευκαίρως ακαίρως και με ύφος μάλιστα προφέσσορος πολλές φορές, θέλουν να μας διδάξουν την αξία της Βίβλου, τους ερωτούμε: Πού βρήκατε την Αγία Γραφή; Και πώς ήλθε στα χέρια σας; Έτσι υπήρξε εξαρχής ως έχει σήμερα; Ή γιατί έχει τα συγκεκριμένα βιβλία και όχι λιγότερα ή περισσότερα;
            Εννοείται ότι στις παρακάτω ερωτήσεις, δεν έχουν να δώσουν καμμία απάντηση. Εάν όμως διαθέτουν αγαθή προαίρεση και ξεκινήσουν από αυτές τις θεμελιώδεις ερωτήσεις, τότε θα κατανοήσουν ότι τα πράγματα, σχετικά με την Βίβλο, την μελέτη και την ερμηνεία αυτής, δεν είναι και τόσο απλοϊκά όσο νομίζουν, ούτε πάλι μέσα σε μια αίθουσα που ενδεχομένως θα «ομολογήσει» κανείς τον Ιησού Χριστό, θα βαπτισθεί με «Πνεύμα Άγιον». Ούτε, πολύ περισσότερο, οι άναρθρες κραυγές και οι σπασμωδικές κινήσεις αποτελούν σε καμμία περίπτωση το «χάρισμα της γλωσσολαλίας».
            Αλλοίμονο εάν ο λόγος του Θεού δίδασκε και θεμελίωνε αυτόν τον ξεπεσμό και την παραφροσύνη που αρκετές των περιπτώσεων τούτων, χρήζουν ιατρικής θεραπείας και περιθάλψεως.
            Και μετά απ' όλα αυτά, πού καταλήγουμε; Μειώνουμε την Βίβλο και καταργούμε τη μελέτη της; Μή γένοιτο αδελφοί μου. Ουαί και αλλοίμονο εάν κανείς καταλήξει σε τέτοια βλασφημία από τα γραφόμενά μας.
            Αντιθέτως, με όλα αυτά που αναφέρουμε, προβάλλουμε την αξία της Βίβλου, του γραπτού δηλαδή λόγου του Θεού, διευκρινίζοντας ταυτοχρόνως ότι, όπως το ψάρι δεν μπορεί να ζήσει έξω από το νερό, έτσι ακριβώς και η Γραφή δε μπορεί να υπάρξει εκτός του φυσικού της χώρου που είναι η Εκκλησία!
            (Όλοι φυσικά καταλαβαίνουμε πως όταν εδώ κάνουμε λόγο περί Εκκλησίας, δεν εννοούμε το Ναό).
            Και για να γίνει περισσότερο κατανοητό το θέμα μας, ας μιλήσουμε με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μπορεί ένας, παντελώς άσχετος με την ιατρική επιστήμη, την χειρουργική ή την πυρηνική ιατρική, να προμηθευτεί από βιβλιοπωλείο ένα εγχειρίδιο ιατρικής ή χειρουργικής, και  να καλεί στο σπίτι του ανθρώπους ασθενείς για να τους κάνει διάγνωση, εγχείρηση και στη συνέχεια να τους χορηγεί θεραπεία; Μόνο άνθρωποι που έχασαν τα λογικά τους θα μπορούσαν να απαντήσουν θετικά στα παραπάνω ερωτήματα. Ε, λοιπόν, άλλο τόσο θα μπορέσει ένας (παρά την καλή του θέληση), να κατανοήσει την θεόπνευστη Βίβλο, ευρισκόμενος εκτός του Σώματος του Χριστού που είναι η Αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία. Μάλλον θα λέγαμε, εάν υφίσταται η αγαθή προαίρεσις, αμέσως θα εννοήσει ότι από μόνος του είναι φύσει αδύνατον να κατανοήσει ορθά την Βιβλική διδασκαλία. Αμέσως θα σπεύσει στον κατάλληλο χώρο, δηλ. την Εκκλησία ώστε να εννοήσει ορθά τον λόγο περί του Λόγου του Θεού, αφού όμως πρωτίστως αποφασίσει να ζήσει ορθά αυτόν τον λόγο του Θεού.
            Στο ερώτημα τώρα, μα αφού τα πράγματα έτσι έχουν, γιατί τόσοι άνθρωποι ενεργούν διαφορετικά, γιατί κινδυνεύουν να χαθούν, κρατώντας, αλλοίμονο, στα χέρια την Γραφή; Απάντησις: Δεν υπάρχουν μόνο οι εξ' αριστερών πειρασμοί, αλλά και οι εκ δεξιών, οι οποίοι μάλιστα είναι περισσότερο επικίνδυνοι, και τούτο διότι κατορθώνει ο πειρασμός να κάνει τον άνθρωπο να πιστέψει ότι βρίσκεται μέσα στον χώρο της Αληθείας, καθ' ην στιγμήν βρίσκεται στην πλάνη και στην αίρεση.
            Το θέμα μας όμως έχει και άλλες προεκτάσεις που, δοθείσης ευκαιρίας, θα αναπτυχθούν.
            Θα κλείσουμε με τούτο. Όποιος δεν παραδέχεται την αυθεντία της Εκκλησίας, στα χέρια του η Γραφή χάνει το κύρος και την σημασία της. Η Γραφή όντως είναι Αλήθεια. Όμως έχει και η Αλήθεια ανάγκη στηρίγματος, δηλ. εγγυητού και αλαθήτου ερμηνευτού. Και αυτό δεν είναι παρά η ίδια η Εκκλησία. Σπουδαία η Γραφή, αλλ' ασυγκρίτως σπουδαία η Εκκλησία. Αυτή είναι ο στύλος και το εδραίωμα της Αληθείας (Α' Τιμοθ. Γ' 15).
            Η Εκκλησία είναι ζων οργανισμός, εμψυχούμενος υπό του Αγίου Πνεύματος, έχοντας κεφαλή τον Χριστό και μέλη εκατομμύρια πιστούς που αγαπούν, μελετούν και εφαρμόζουν αυθεντικά τον λόγο του Θεού, όπως είναι καταγεγραμμένος στον Κανόνα της Αγίας Γραφής, και όπως ερμηνεύεται από τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας και όπως διασαφηνίζεται από τις Οικουμενικές Συνόδους.
            Και ας μη λησμονούν οι φίλοι μας που στηρίζουν την πορεία τους στην αυθεντία (όπως ισχυρίζονται) της Βίβλου, αποκομμένοι όμως από το Σώμα του Χριστού, ότι και ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος, παρά τα συγκλονιστικά γεγονότα που εβίωσε και όντως κατέστη θεόπνευστος, δεν παρέμεινε μόνος και δεν στηρίχτηκε απλά στην προσωπική του εμπειρία και μαρτυρία. «Ανήλθε στα Ιεροσόλυμα, ιστορήσαι Πέτρον» και όπως και σε άλλο σημείο αναφέρει, αισθανόταν την υποχρέωση να κρατά άρρηκτα τον σύνδεσμο με την Εκκλησία των Ιεροσολύμων «την μητέρα των Εκκλησιών», ώστε να επιβεβαιώνεται τόσο η κλίσις του, όσο και το μοναδικό του έργο του ευαγγελισμού των εθνών. Μέσα λοιπόν από αυτές τις αναγκαίες και εκ των ων ουκ άνευ προϋποθέσεις του εκκλησιαστικού σώματος, επιβάλλεται, καθημερινώς και κατόπιν προσευχής να μελετούμε τον ζωντανό λόγο του Θεού, αλλά και ν' αγωνιζόμαστε προς εφαρμογήν αυτού.
Αμήν.

Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Κόνιτσα
Email: ioil.konitsa@gmail.com